Με τους «προβοκάτορες» του 1973. Με τους «τρομοκράτες» του 2023. Με τους λαούς που πολεμάνε για ανεξαρτησία.

Ανακοίνωση της ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ

50 χρόνια πριν, οι «προβοκάτορες» που μπήκαν στο Πολυτεχνείο έγραψαν και καθόρισαν την ιστορία. Έβγαλαν το λαό στο δρόμο, δίνοντας στο Πολυτεχνείο το χαρακτήρα παλλαϊκής αντιφασιστικής αντιμπεριαλιστικής εξέγερσης. Τίναξαν στον αέρα τα σχέδια «φιλελευθεροποίησης» της χούντας, διέλυσαν τις αυταπάτες για «ομαλοποίηση» του καθεστώτος και τις  –ομολογημένες ή ανομολόγητες– προσδοκίες γι’ αυτήν τη «φιλελευθεροποίηση» όσων τότε προσπαθούσαν να «μαζέψουν» την εξέγερση και να «απαγκιστρωθούν» και σήμερα διαγκωνίζονται και διεκδικούν για τον εαυτό τους τον πρωταγωνιστικό ρόλο σ’ αυτήν.

Γιατί στο Πολυτεχνείο συγκρούστηκαν δύο αντιλήψεις, δύο γραμμές: η αντίληψη για μια αντιχουντική διαμαρτυρία και «αντιδικτατορική ενότητα» από τη μια, και η αντίληψη για τη συνολικότερη ανατροπή του καθεστώτος της αμερικανοκρατίας και υποτέλειας, για ανεξαρτησία και λαϊκή κυριαρχία από την άλλη. Η πρώτη αποτύπωνε τη λογική του «εφικτού» και του «ρεαλισμού». Η δεύτερη αποτύπωνε και καθρέφτιζε τη συγκεκριμένη ιστορική στιγμή, έκφραζε τα αισθήματα και τις αγωνιστικές διαθέσεις του λαού και της νεολαίας. Γι’ αυτό και επικράτησε. Και ακριβώς αυτός ο αντιφασιστικός αντιμπεριαλιστικός προσανατολισμός ήταν που έκανε το Πολυτεχνείο καταλύτη των κατοπινών πολιτικών εξελίξεων. Καθόρισε τους όρους της μεταπολίτευσης καθιστώντας αδύνατη μια επιστροφή στο προδικτατορικό πολιτικό σκηνικό. Οδήγησε στη ριζοσπαστικοποίηση πλατιών λαϊκών μαζών καταγράφοντας στις συνειδήσεις ότι ο μόνος δρόμος για καλύτερη ζωή είναι ο δρόμος του αγώνα, ότι η πάλη για ελευθερία και λαϊκή κυριαρχία δεν μπορεί παρά να είναι πάλη ενάντια στα ιμπεριαλιστικά δεσμά, πάλη για εθνική ανεξαρτησία. Παρακαταθήκες ζωντανές και εξαιρετικά επίκαιρες, 50 χρόνια μετά.

Σήμερα, την ιστορία τη γράφουν οι «τρομοκράτες» στη Γάζα. Ξεσηκώθηκαν για να αποτινάξουν τα δεσμά τους, κόντρα στη λογική του «εφικτού», του «ρεαλισμού», του συμβιβασμού. Ανέτρεψαν τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς για την περιοχή. Κατέγραψαν στις συνειδήσεις ότι ο μόνος δρόμος για το δίκιο είναι ο δρόμος του ανυποχώρητου αγώνα. Αποκάλυψαν στα μάτια των λαών όλου του κόσμου το κυνικό, βάρβαρο, φασιστικό πρόσωπο του ιμπεριαλισμού και των υποτελών του, το πραγματικό πρόσωπο της «δημοκρατίας» και του «πολιτισμού» τους. Έβγαλαν στο δρόμο εκατομμύρια σε όλο τον κόσμο που διαδηλώνουν την αλληλεγγύη τους στα δίκια του παλαιστινιακού λαού, την απαίτησή τους να σταματήσει το ματοκύλισμα και να ορίσει ο ίδιος ο λαός της Παλαιστίνης τη μοίρα του.

Η Γάζα έγραψε και γράφει την ιστορία και αυτό δεν μπορεί να το σταματήσει το ματοκύλισμα του λαού της – όπως το ματοκύλισμα του Πολυτεχνείου δεν μπόρεσε να σταματήσει την ιστορία που γράφτηκε το 1973.

Πάντοτε με τους «προβοκάτορες» και τους «τρομοκράτες» που μάχονται για το δίκιο, με τους λαούς που παλεύουν για ανεξαρτησία, με τους καταπιεσμένους και τους κολασμένους της γης – για έναν άλλο κόσμο!

Θάνατος στο φασισμό και τον ιμπεριαλισμό!

Έξω το ΝΑΤΟ και οι αμερικάνοι – Έξω οι βάσεις του θανάτου!

Λευτεριά στην Παλαιστίνη!

Οι λαοί νικούν με τ’ όπλο στο χέρι!

ΟΜΛΕ: Προκηρυξη- Δεκεμβρης 1973

Μετά το μεγαλειώδη λαϊκό ξεσηκωμό του Νοέμβρη και παρά την ένταση της φασιστικής καταπίεσης που έντρομοι επιβάλλουν οι νέοι στρατοκράτες, λακέδες της Ουάσινγκτον, η αγανάκτηση, η αποφασιστικότητα και το ψηλό επίπεδο των αγωνιστικών διαθέσεων κυριαρχούν μέσα στις λαϊκές μάζες. Τα αποτελέσματα, οι βαθύτερες συνέπειες και η αποφασιστική επίδραση αυτού του ξεσηκωμού μόνο μερικά έχουν ως τώρα εκφραστεί στις εξελίξεις και την πολιτική ζωή της χώρας. Οι εσωτερικοί τρανταγμοί στο στρατόπεδο του φασισμού βρίσκονται μόνο στην αρχή τους, ενώ η έκταση και το βάθος της κρίσης του καθεστώτος της αμερικανοκρατίας, το αδιέξοδο όλου του κόσμο της ξενοκρατίας και της υποτέλειας βρίσκεται σε εξέλιξη.

Τα συγκλονιστικά γεγονότα του Νοέμβρη αποτελούν ένα μεγάλο σταθμό στη νέα ανοδική πορεία που ακολουθεί το λαϊκό κίνημα της χώρας μας. Αναλύοντας την ως τώρα πάλη τους και τη συμμετοχή τους μέσα στο λαϊκό ξεσηκωμό του περασμένου μήνα κάτω απ’ αυτό το πρίσμα, οι μαρξιστές λενινιστές της Ελλάδας θεωρούν πως τα γεγονότα αυτά αποτελούν ένα σταθμό και της δικής τους πορείας και δράσης, αλλά ταυτόχρονα και αφετηρία για ακόμα μεγαλύτερους, σε ένταση και πλάτος, λαϊκούς μαζικούς αγώνες που οπωσδήποτε θα επακολουθήσουν, όσο βαρειές και δύσκολες κι αν είναι οι συνθήκες κάτω απ’ τη φασιστική διακυβέρνηση κι όσο άγρια και βάρβαρη καταπίεση κι αν ασκηθεί και τώρα και στο μέλλον από τα σημερινά ή τα αυριανά ανδρείκελα της Ουάσινγκτον.

1. Η ανοδική πορεία του λαοδημοκρατικού κινήματος

Η φασιστική καταπίεση εξήμιση χρόνων, όχι μόνο δεν κατάφερε να συσπειρώσει ένα τμήμα του λαού γύρω από το αμερικανόδουλο φασιστικό καθεστώς, μα αντίθετα συντέλεσε στην ανάπτυξη των αντιφασιστικών-αντιιμπεριαλιστικών διαθέσεων των λαϊκών μαζών, στην ανάπτυξη μαζικών αντιφασιστικών κινητοποιήσεων και αγώνων. Οι μαρξιστές λενινιστές της Ελλάδας επισήμαναν έγκαιρα τις διαδικασίες ανάπτυξης και διάδοσης στις λαϊκές μάζες των αντιαμερικάνικων διαθέσεων και αισθημάτων, όταν αυτά βρίσκονταν ακόμα στο αρχικό, εμβρυϊκό τους στάδιο, παλεύοντας για τη μετατροπή αυτών των διαθέσεων και αισθημάτων σε αγωνιστική πράξη. Υπογραμμίζοντας τότε ότι το κύριο χαρακτηριστικό της κατάστασης στη χώρα μας, τρία χρόνια μετά το φασιστικό πραξικόπημα της 21ης του Απρίλη 1967, ήταν πως η πανεθνική κρίση που αναπτύχθηκε τα τελευταία χρόνια μπήκε σ’ ένα νέο στάδιο, που βασικό του στοιχείο είναι η μετατροπή της αντίθεσης της συντριπτικής πλειοψηφίας του έθνους στη διχτατορία, σε αντίθεση προς την αμερικάνικη κατοχή στη χώρα μας που όργανά της είναι οι φασίστες μιλιταριστές. Ότι στις βασικές τάξεις και στρώματα του λαού, αλλά και παραπέρα, συντελούνταν βαθειές διεργασίες που προμήνυαν σοβαρές ανακατατάξεις. Ότι αντικειμενικά οι συνθήκες ήταν ώριμες όχι μονάχα για την ανάληψη ενός αποφασιστικού αντιδιδαχτορικού αγώνα, αλλά και για τη συσπείρωση και δραστηριοποίηση ευρύτερων κοινωνικών δυνάμεων, για τη μετατροπή της αντιαμερικάνικης αντιιμπεριαλιστικής διάθεσης σε συγκεκριμένη αγωνιστική πράξη, για το σπάσιμο του «νόμιμου» και αβλαβούς για τα συμφέροντα της μεγαλοαστικής τάξης και των προστατών της αντιαμερικανισμού και τη συγχώνευσή του με το συνεπές αντιιμπεριαλιστικό αντιαμερικάνικο ρεύμα.

Το στάδ.ο της πρώτης φάσης της μετααπριλ.ανής περιόδου, μέσα στο οποίο συντελούνταν σε ευρύτατα λαϊκά στρώματα οι πιο βαθειές διεργασίες ανάπτυξης και ισχυροποίησης του αντιαμερικανικού ρεύματος, ακολούθησε η σημερινή φάση της ανοιχτής μαζικής λαϊκής αντιπαράθεσης με το φασισμό και την αμερ.κανοκρατία που οδήγησε στον ηρωικό λαϊκό ξεσηκωμό του Νοέμβρη. Αυτή η ανοδική πορεία του λαϊκού δημοκρατικού κινήματος και η ισχυρή έκρηξη που ακολούθησε, ήταν αναπόφευκτη και υπαγορευόταν από τη μόνιμη και εξελισσόμενη κρίση του καθεστώτος της ξενοκρατίας και της υποτέλε.ας. Η κρίση αυτή, που γνώρισε το τελευταίο διάστημα μια μεγάλη ένταση, με την όξυνση των αντιθέσεων στους κόλπους του φασιστικού στρατοπέδου και όλου του κόσμου της ξενοδουλείας μπροστά στη μεγάλη άνοδο των αγωνιστικών διαθέσεων των λαϊκών μαζών, την αποδέσμευση τους από την επιρροή των πολιτικών σχηματισμών του αστικού κόσμου και του ρεβιζιονισμού και τη ριζοσπαστικοποίησή τους, είχε επισημανθεί έγκαιρα από τους μαρξιστές λενινιστές της Ελλάδας. Αυτοί από το 1970 τόνιζαν ότι στη χώρα μας αναπτύσσεται μια πανεθνική κρίση, γιατί οι ιθύνουσες τάξεις στάθηκαν ανίκανες να διατηρήσουν ή να παλινορθώσουν και την πιο διάτρητη κοινοβουλευτική δημοκρατία, γιατί τρία χρόνια μετά την επιβολή της φασιστικής διχτατορίας η διάσταση τους βάθυνε περισσότερο, έτσι που η εξέλιξη των πραγμάτων δεν αποκλείει συγκρούσεις και περιπλοκές ανάμεσα τους. Τόν.ζαν ακόμα πως πρόκειται για μια αναπτυσσόμενη πανεθνική κρίση, γιατί οι βασικές μάζες και στρώματα όχι μόνο αντιτίθενται στη φασιστική διχτατορία, αλλά όλο και περισσότερο ξεκόβουν από τα πολιτικά σχήματα που συνδέονται με την προαπριλιανή «δημοκρατία».

Οι φοιτητικοί αγώνες, που απ’ την προηγούμενη χρονιά άρχισαν να παίρνουν μορφή μαζικών αντιφασιστικών κινητοποιήσεων, μετατράπηκαν βαθμιαία σε μόνιμο πόλο αντιφασιστικής συσπείρωσης, ξεπερνώντας τα στενά συνδικαλιστικά ή τα ανώδυνα «αντιχουντικά» πλαίσια συγκράτησης που προσπαθούσαν να επιβάλλουν η αστική και η ρεβιζιονιοτική γραμμή. Οι αγώνες αυτοί άρχισαν ήδη στη διάρκεια της προηγούμενης χρονιάς να πλαισιώνονται σταδιακά, άμεσα ή έμμεσα, με τις κινητοποιήσεις εργατών, αγροτών και διαφόρων άλλων κλάδων εργαζομένων, κινητοποιήσεις που ξεκίνησαν στη βάση της διεκδίκησης συγκεκριμένων συνδικαλιστικών αιτημάτων και γρήγορα κατέληξαν στην ίδια κατεύθυνση: στη σύνδεση της ριζικής λύσης των συγκεκριμένων διεκδικήσεων με τη ριζική ανατροπή του φασισμού και της αμερικανοκρατίας.

Οι χειρισμοί που υιοθέτησε ο αμερικανοφασισμός για την αντιμετώπιση των ανερχόμενων λαϊκών αγώνων στη δοσμένη περίοδο, η εναλλαγή κι ο συνδυασμός της φασιστικής τρομοκρατίας με τα δημαγωγικά μέτρα και τις υποσχέσεις «φιλελευθεροποίησης» του καθεστώτος, όχι μόνο δεν μπόρεσαν να ανακόψουν την παραπέρα ανάπτυξη αυτών των αγώνων, αλλά, μέσα στις συνθήκες της επιδείνωσης της οικονομικής κατάστασης των εργαζομένων, η λαϊκή αντίσταση και πάλη άρχισε να παίρνει μεγάλες διαστάσεις. Κι αυτό, παρά την αμέριστη βοήθεια που δέχτηκαν οι φασίστες στους ελιγμούς τους αυτούς από τις δυνάμεις της αστικής αντιπολίτευσης και τις δυο πτέρυγες του ρεβιζιονισμού, με τα κηρύγματα της προσαρμογής στα πλαίσια του αμερικανοφασισμού, με την ουσιαστική αποδοχή της παπαδοπουλικής νομιμότητας, πράγμα που εκφράστηκε λίγο αργότερα, πολύ καθαρά, με τη στάση αυτών των δυνάμεων στο δημοψήφισμα-απάτη που διοργάνωσαν οι φασίστες.

Την περίοδο αυτή έγινε φανερή και η έκταση και η ένταση των αντιφασιστικών-αντιιμπεριαλιστικών διαθέσεων που αναπτύχθηκαν στις λαϊκές μάζες όλο το μεταπριλιανό διάστημα και οι διαθέσεις αυτές άρχισαν να μετατρέπονται σε συγκεκριμένη αγωνιστική πράξη. Ο λαός και η νεολαία μπήκαν αποφασιστικά στο δρόμο της αποδέσμευσης τους από την ασφυκτική επιρροή της αστικορεβιζιονιοτικής γραμμής, πράγμα που εκφράστηκε στις μαχητικές, φοιτητικές και άλλες κινητοποιήσεις αυτής της περιόδου παρά τις κατευθύνσεις ‘συγκράτησης’ και ‘σωφροσύνης’ των αστικών πολιτικών δυνάμεων και του ρεβιζιονισμού. Οι μαρξιστές λενινιστές της Ελλάδας, μιλώντας για τους φοιτητικούς αγώνες αυτής της περιόδου, έλεγαν ότι οι αγώνες αυτοί, με την έκταση, τη μαζικότητα και ωριμότητα τους, αποτελούν την πρακτική έκφραση τα αντίθεσης του λαού και της νεολαίας προς το καθεστώς της ξενοκρατίας και της υποτέλειας. Είναι το μεγάλο αισιόδοξο κι ελπιδοφόρο μήνυμα για το ξέσπασμα ακόμα μεγαλύτερων και σημαντικότερων αγώνων που σίγουρα θα ακολουθήσουν, αγκαλιάζοντας όλο και ευρύτερες μάζες του ελληνικού λαού. Ακόμα ότι με την ηρωική πάλη και τις ανοιχτές συγκρούσεις των φοιτητών ενάντια στον καταπιεστικό μηχανισμό των ανδρείκελων της Ουάσιγκτον έγινε η αρχή της μετατροπής των αντιαμερικανικών διαθέσεων και αισθημάτων του λαού σε συγκεκριμένη αγωνιστική πράξη.

Στη διάρκεια αυτής της χρονιάς και ιδιαίτερα τους τελευταίους μήνες, όλα έδειχναν ότι ωριμάζει η μεγάλη λαϊκή έκρηξη. Η ολοκληρωτική και ασταμάτητα αυξανόμενη αντίθεση του λαού με τον αμερικανοφασισμό, η κλιμάκωση των λαϊκών κινητοποιήσεων κι η ανάπτυξη των μαζικών αντιφασιστικών αγώνων, η αυξανόμενη δυσφορία όλων των λαϊκών στρωμάτων για τη φασιστική καταπίεση που εντάθηκε τους τελευταίους μήνες με τη μεγάλη ακρίβεια της ζωής και τη μαύρη αγορά, η όξυνση των αντιθέσεων στους κόλπους του ίδιου του φασιστικού καθεστώτος αλλά και στο σύνολο των δυνάμεων της υποτέλειας, οδηγούσαν αναπόφευκτα σ’ αυτή την έκρηξη.

Αυτή η κατάσταση ήταν τόσο φανερή που μόνο όσοι ζουν ολοκληρωτικά αποκομμένοι από το λαό δεν ήταν σε θέση να αντιληφθούν. Μόνο όσοι στήριξαν και στηρίζουν ελπίδες στην «αυτοεξέλιξη» του φασισμού σε δημοκρατία, μόνο όσοι έτρεφα αυταπάτες για την «ομαλή πορεία» των διαδικασιών «φιλελευθεροποίησης» του φασισμού, μόνο όσοι ανησυχούσαν για τον «κίνδυνο να απομονωθεί η πολιτική ηγεσία από τα πεντέμισι εκατομμύρια ψηφοφόρων οι οποίοι οπωσδήποτε θα ψηφίσουν στις εκλογές» που προετοίμαζε ο Παπαδόπουλος δεν μπορούσαν να αντιληφθούν και τελικά δεν ήθελαν μια τέτοια εξέλιξη.

Οι μαρξιστές λενινιστές της Ελλάδας τόνιζαν ένα μήνα πριν από το λαϊκό ξεσηκωμό του Νοέμβρη ότι για όποιον δε νοσταλγεί την αντιπολίτευση στα πλαίσια της φασιστικής νομιμότητας, όπως συμβαίνει με την αστική αντιπολίτευση και τους συρόμενους πίσω απ’ αυτήν ρεβιζιονιοτές ηγέτες αυτό που επέρχεται στη χώρα και που έχει τεράστια σημασία, δεν είναι η επάνοδος στο κοινοβούλιο και οι εκλογές με τη συμμετοχή των υπό τον έλεγχο του «συνταγματικού δικαστηρίου» «εθνικοφρόνων» κομμάτων, αλλά η ανάπτυξη των μαζικών αγώνων της εργατικής τάξης και της νεολαίας που ανοίγουν ελπιδοφόρες προοπτικές για την ανάπτυξη ενός πλατιού αντιφασιστικού-αντιιμπεριαλιστικού κινήματος. Ακόμα ότι σήμερα στη χώρα μας οι μαζικοί αγώνες των εργαζομένων και της νεολαίας έχουν ξεκινήσει και έχει διανυθεί κιόλας μια ορισμένη πορεία. Οι αγωνιστικές διαθέσεις των μαζών και τα προβλήματα που έχουν συσσωρευτεί και καθημερινά συνεχίζουν να συσσωρεύονται και να οξύνονται είναι τέτοια ώστε σε κάθε περίπτωση οι μαζικοί αγώνες μπορεί να γενικευτούν και να πάρουν μεγάλες διαστάσεις. Και τέλος ότι η κατάσταση στα πλατύτερα στρώματα των εργαζομένων είναι πραγματικά εκρηκτική.

Για να αποφευχθούν οι συνέπειες αυτής της εκρηκτικής κατάστασης, για να εκτονωθούν οι ψηλές αγωνιστικές διαθέσεις των μαζών, ο αμερικανοφασισμός αποπειράθηκε να κάνει μια ψευτοαλλαγή, στη μορφή βέβαια και όχι στο περιεχόμενο. Με το ίδιο πνεύμα είδαν την κατάσταση οι αστοί και οι ρεβιζιονιοτές ηγέτες. Η «φιλελευθεροποίηση» του φασισμού, παρά τις επιμέρους αντιρρήσεις που διατυπώθηκαν, συσπείρωσε τελικά γύρω από το καθεστώς την πλειοψηφία των ηγετών του αστικού πολιτικού κόσμου και την ηγεσία και των δύο πτερύγων του ρεβιζιονισμού. Έχοντας ουσιαστικά και οι πρώτοι και οι δεύτεροι αποδεχτεί τη φασιστική νομιμότητα, προσπάθησαν να περιορίσουν τη λαϊκή πάλη, διεκδικώντας καλύτερους όρους για τη διενέργεια των εκλογών από αυτούς που πρότεινε η φασιστική κυβέρνηση Παπαδόπουλου-Μαρκεζίνη. Αλλά η αστική αντιπολίτευση και ο ρεβιζιονισμός υπολόγισαν λάθος εκεί που υπολόγισε λάθος και το ίδιο το φασιοτ.κό καθεστώς. Βάζοντας σε εφαρμογή τη «φιλελευθεροποίηση», για να εκτόνωσε. τους λαϊκούς αγώνες ο αμερικανοφασισμός άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου αδυνατώντας από κει και πέρα να ελέγξει τις συνέπειες. Όταν για εξήμ.σ. χρόνια οργιάζει η φασιστική καταπίεση και η τρομοκρατία, όταν η χώρα ξεπουλιέται με τους πιο ξέφρενους ρυθμούς, όταν το έδαφος της παραχωρείται στην ανεξέλεγκτη δικαιοδοσία του αμερικάν.κου ιμπεριαλισμού, όταν ο λαός υπόκειται σε εξευτελισμούς από τους αμερικάνους πεζοναύτες με τη κάλυψη του φασιστικού κράτους, όταν το κόστος της ζωής πολλαπλασιάζεται και η μαύρη αγορά επισημοποιείται, τότε χρεοκοπούν ολοκληρωτικά όλες οι εκτονωτικές προσπάθειες του αμερ.κανοφασισμού. Ο. λαϊκές μάζες παύουν να υπακούουν και αγνοούν τις συμβουλές των αστών πολιτικών και του ρεβιζιονισμού, παραμερίζουν τους κ.κ.Κανελόπουλο. Μαύρο και Ηλιου, παύουν να είναι «συνετές» και «πειθαρχημένες» στις απαιτήσεις της νόμ.μης εκλογικής πάλης και κατεβαίνουν στους δρόμους για να κατακτήσουν το δικαίωμα τους να ζήσουν ανθρώπινα, λεύτερα, σε μια Ελλάδα πραγματικά δημοκρατική κι ανεξάρτητη, με το λαό στη εξουσία. Η «πολιτική ηγεσία» που εννοούσε ο κ Ηλιου, και φυσικά και ο ίδιος τελικά απομονώθηκε από τις λαϊκές μάζες για λόγους εντελώς αντίθετους απ’ αυτούς που πρόβλεπε. Οι γλυκές ονειροπολήσεις των ηγετών του αστικού πολιτικού κόσμου και του ρεβιζιονισμού, οι μανούβρες, οι συζητήσεις τα σχόλια και οι «αντιρρήσεις» μπρος τις …επερχόμενες εκλογές του αμερικανοφασισμού έγιναν στάχτη. Τις έκανε στάχτη ο μεγάλος ξεσηκωμός του Νοέμβρη.

Οι χιλιάδες λαού της Αθήνας που κατάκλυσαν το Πολυτεχνείο, που διαδήλωσαν μαχητικά στους δρόμους που συγκρούστηκαν σκληρά και άνισα με τον πάνοπλο αμερικανοφασισμό, έγραψαν νέες δοξασμένες σελίδες στην ιστορία του δημοκρατικού λαϊκού κινήματος της χώρας μας. Οι σκηνές άφταστου ηρωισμού που ξετυλίχτηκαν στους δρόμους της Αθήνας το βράδυ της Παρασκευής, οι γιομάτες αυταπάρνηση συγκρούσεις του άοπλου λαού με τα τανκς και τα πολυβόλα του αμερικανοφασισμού, δίνουν το μέτρο της αληθινά επαναστατικής κατάστασης που επικρατούσε μέσα στις λαϊκές μάζες. Ο λαός έδειξε καταπληκτική πολιτική ωριμότητα που εκφράστηκε στον αντιφασιστικό αντιαμερικανικό, στο συνεπή αντιιμπεριαλιστικό χαρακτήρα των συνθημάτων όλη τη διάρκεια των γεγονότων. Αυτά ακριβώς τα συνθήματα έρχονται σε πλήρη αντιστοιχία με τις απίστευτα ψηλές αγωνιστικές διαθέσεις του λαού.

Ο αμερικανοφασισμός σκότωσε άναντρα εργάτες φοιτητές μαθητές έβαψε τους δρόμους της Αθήνας για μια ακόμη φορά με το α\μα του λαού. Εξαπόλυσε κύμα συλλήψεων σ‘ όλη τη χώρα. Πασχίζει με την άγρια φασιστική τρομοκρατία να λυγίσει το αγωνιστικό φρόνημα του λαού. Όμως οι νέοι μάρτυρες του αγώνα ατσάλωσαν ακόμα περισσότερο τις λαϊκές δημοκρατικές μάζες. Δυνάμωσαν αφάνταστα την απόφαση τους να αγωνιστούν ως το τέλος για το γκρέμισμα του φασισμού, για το διώξιμο των αμερικάνων και όλων των ιμπεριαλιστών από τη χώρα μας για να απαλλαγεί η Ελλάδα από τα φασιστικά και ιμπεριαλιστικά δεσμά.

2. Η νίκη της αντιφασιστικής αντί ιμπεριαλιστικής γραμμής πάνω στην αντιρεβιζιονιστική γραμμή-

Στη διάρκεια των μαχητικών αντιφασιστικών εκδηλώσεων, πραγματοποιήθηκε στην πράξη μια πλατειά αντιφασιστική αντιιμπεριαλιστική ενότητα. Η ενότητα αυτή προήλθε απ’ την ανατροπή μιας άλλης ‘ενότητας’, αντιλαϊκής κι εχθρικής στα συμφέροντα των λαϊκών δημοκρατικών μαζών, μιας ενότητας στη κορυφή κι έξω απ’ την αντιφασιστική δράση με ριγμένους παράγοντες της υποτέλειας. Η αντιφασιστική – αντιιμπεριαλιστική ενότητα που οικοδομήθηκε μέσα στη φωτιά της πάλης κι αγκάλιασε πλατειά χιλιάδες δημοκράτες κι αντιφασίστες που κατέβηκαν στους δρόμους πριν και μετά την επιβολή του στρατιωτικού νόμου προήλθε απ’ την αντιπαράθεση δύο πολιτικών κατευθύνσεων, δύο βασικά αντίθετων πολιτικών γραμμών αντιπαράθεση  που εκφράστηκε οργανωμένα  μέσα  στα  γεγονότα  και  που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της πολιτικής φυσιογνωμίας των ηρωικών λαϊκών εκδηλώσεων. Οι δύο αυτές βασικές κατευθύνσεις αντιπαρατέθηκαν απ’ την αρχή ως το τέλος των γεγονότων.

Η πρώτη, είναι μια συντηρητική, λεγκαλιοτική, οπορτουνιοτική γραμμή συγκράτησης και υπονόμευσης του μαζικού αντιφασιστικού κινήματος και των αντιφασιστικών αντιιμπεριαλιστικών διαθέσεων των μαζών. Αυτή η πολιτική γραμμή υποστηρίχτηκε και προβλήθηκε απ’ τις δύο πτέρυγες του ρεβιζιονισμού, την Όρθόδοξη’ και την ‘ανανεωτική’, καθώς και από κεντρώους, ανθρώπους του συγκροτήματος Λαμπράκη και της Επιτροπής για την αποκατάσταση της δημοκρατικής ομαλότητας- των Κανελόπουλου, Μαύρου κλπ. Από τις δυνάμεις αυτές, η «ορθόδοξη» ρεβιζιονιοτική πτέρυγα ήταν εκείνη που πεισματικά, με περισσότερη ανοχή, πιο οργανωμένη από τους άλλους, υποστήριζε αυτή τη γραμμή με φορέα την ΚΝΕ και βασικά τη δήθεν ακομματική ΑντιΕΦΕΕ.

Η δεύτερη, μια αγωνιστική αντιφασιστική αντιιμπεριαλιστική γραμμή, που όπως έδειξαν τα γεγονότα όχι μόνο ήταν σωστή, αλλά και ανταποκρινόταν απόλυτα στο ψηλό επίπεδο των αγωνιστικών διαθέσεων των λαϊκών μαζών. Τη γραμμή αυτή υποστήριξαν με συνέπεια και ως το τέλος και πάλεψαν σκληρά όλα τα επίπεδα για την επικράτηση της οι μαρξιστές λενινιστές της Ελλάδας και όλοι οι συνεπείς αντιφασίστες αντιιμπεριαλιστές. Η γραμμή αυτή κυριάρχησε και καθόρισε το γενικό πλαίσιο μέσα στο οποίο διεξήχθηκε η πάλη του λαού και της νεολαίας σ^όλη τη διάρκεια των γεγονότων.

Οι «ορθόδοξοι» ρεβιζιονιοτές με την Αντι-ΕΦΕΕ προσπάθησαν εκ των υστέρων να εμφανιστούν σαν οι οργανωτές και εμψυχωτές του λαϊκού ξεσηκωμού του Νοέμβρη. Στην πράξη έγινε ακριβώς το αντίθετο. Αυτοί προσπάθησαν αρχικά να απομονώσουν τους φοιτητές του Πολυτεχνείου από τους άλλους φοιτητές που κατέβηκαν για συμπαράσταση. Πρώτη υπονομευτική ενέργεια και αποτυχία. Όταν η προσπάθεια αυτοί απέτυχε, χτύπησαν λυσσασμένα την ιδέα της κατάληψης του Πολυτεχνείου που συζητιόταν πλατιά μέσα στις φοιτητικές μάζες. Όταν απέτυχαν και εκεί, πάλεψαν για να παραμείνουν οι εκδηλώσεις στο Πολυτεχνείο σε καθαρά φοιτητικά πλαίσια, αρνούμενοι τη συμμετοχή των εργατών, άλλων εργαζομένων, μαθητών κλπ. Όταν και στο επίπεδο αυτό οι προτάσεις τους απορρίφθηκαν, έδωσαν την τελευταία μάχη στο ζήτημα της πολιτικής γραμμής, υποστηρίζοντας πως ο αγώνας είναι καθαρά αντιδιχτατορικός και προτείνοντας να σταλεί έκκληση προς όλες τις «αντιδιχτατορικές οργανώσεις και κόμματα» για το σχηματισμό της κυβέρνησης «εθνικής ενότητας». Χάνοντας τη μάχη και σ’αυτό το επίπεδο και σκόλες σχεδόν τις συνελεύσεις, έβαλαν σε εφαρμογή τη γνωστή τακτική αντιδημοκρατικής παραβίασης των αποφάσεων, πραξικοπηματικών ενεργειών και τραμπουκισμού για να περισώσουν ό,τι μπορούσαν. Παρά τις αντίθετες αποφάσεις, έκαναν έκκληση προς τις «αντιδιχτατορικές οργανώσεις και κόμματα», φρόντισαν να διατηρήσουν την επιρροή τους σε επιτροπές και συνέχισαν να ενεργούν χωρίς εξουσιοδότηση ή έλεγχο και σε αντίθεση με το πνεύμα των αποφάσεων που είχαν δημοκρατικά εγκριθεί. Έβαλαν ανθρώπους τους να σβήσουν συνθήματα («Λαοκρατία», «Έξω οι αμερικανοί» κλπ) που ήταν μέσα στο πνεύμα των αποφάσεων που είχαν παρθεί στις συνελεύσεις αλλά αντίθετα με τη δική τους γραμμή.

Στα ίδια πλαίσια κινήθηκαν και οι «ανανεωτικοί» ρεβιζιονιοτές και οι κεντρώοι. Οι πρώτοι μάλιστα πρότειναν ανοιχτά τη συνεργασία με την «Επιτροπή για την αποκατάσταση της δημοκρατικής ομαλότητας». Η γραμμή τους απορρίφθηκε στο σύνολο της και αναγκάστηκαν να συρθούν πίσω από την εξέλιξη των γεγονότων. Μετά από ένα ορισμένο διάστημα στη διάρκεια των γεγονότων, μερίδα της βάσης των κεντρώων και των «ορθόδοξων» και «ανανεωτικών» ρεβιζιονιοτών αρνιόταν να εκτελέσει τις «ντιρεκτίβες» της ηγεσίας, και συνενωνόταν με τις μάζες που είχαν υιοθετήσει τα αντιφασιστικά αντιιμπεριαλιστικά συνθήματα.

Η παρέμβαση στη διάρκεια των γεγονότων διάφορων αναρχοσυνδικαλιστικών ομάδων χωρίς καμιά οργανωτική συγκρότηση και συνοχή, όπως και η παρέμβαση ορισμένων «ανανεωμένων» και αναβαπτισμένων παλιών τριτσκιστικών ομάδων δεν έπαιξε ρόλο στην πορεία και εξέλιξη των γεγονότων ούτε είχε καμιά σοβαρή επίπτωση στη διαμόρφωση της κατεύθυνσης που επικράτησε σ’αυτά. Η ιδεολογικοπολιτική και οργανωτική σύγχυση που προκάλεσε και προκαλεί ο ρεβιζιονισμός μέσα στο λαϊκό δημοκρατικό κίνημα διευκολύνει την ύπαρξη τέτοιων ομάδων που προσπαθούν να εμφανιστούν σαν επαναστατικές τάσεις και προσπαθούν να παγιδεύσουν στις γραμμές τους αντιφασίστες που η θέση τους βρίσκετα. στο χώρο του συνεχούς αντιφασιστικού αντ.ιμπεριαλιστ.κού κινήματος. Παρόλο που ο. ομάδες αυτές ρίξαν μια σειρά αναρχοσυνδ.καλ.στικά ή τροτσκιστικά συνθήματα, δε βρήκαν στη διάρκεια των διαδηλώσεων την παραμικρή απήχηση μέσα στις λαϊκές μάζες και τελικά αναγκάστηκαν να συρθούν μέσα στο γενικό αντιφασιστικό αντιαμερικανικό ρεύμα.

Οι μαρξιστές λενινιστές και όλοι οι συνεπείς αντιφασίστες αντιιμπεριαλιστές πρόβαλαν από την αρχή των γεγονότων τις πιο συνεπείς αγωνιστικές θέσεις και συγκρούστηκαν σε όλα τα επίπεδα με τους εκπροσώπους της αστικής και ρεβιζιονιοτικής γραμμής. Οι λαϊκές υιοθέτησαν πλατιά τα συνθήματα που πρόβαλαν οι μαρξιστές λενινιστές της Ελλάδας. Η ήττα των κεντρώων και ρεβιζιονιοτών στην προσπάθεια τους να απομονώσουν τους φοιτητές του Πολυτεχνείου από τους υπόλοιπους φοιτητές και το λαό, η ήττα τους στο ζήτημα της απόφασης για την κατάληψη του Πολυτεχνείου, η απόρριψη των απόψεων τους για ενότητα με τους αστούς πολιτικούς και ο καθορισμός του αγώνα σαν αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού και όχι απλά αντιδιχτατορικού, οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στις δραστήριες παρεμβάσεις των μαρξιστών λενινιστών και όλων των αντιφασιστών αντιιμπεριαλιστών, στις ζυμώσεις που προηγήθηκαν και στις συνελεύσεις που ακολούθησαν, στη συνεχή προπαγάνδα μέσα και έξω απ’αυτές, στην αδιάκοπη αποκάλυψη του ρόλου των κεντρώων και ρεβιζιονιοτών παραγόντων. Οι συνεπείς αντιφασίστες-αντιιμπεριαλιστές κινήθηκαν δραστήρια μ’ολες τους τις δυνάμεις και βρέθηκαν κοντά στο λαό προπαγανδίζοντας σΌλους τους χώρους, μέσα στο Πολυτεχνείο, στις ξεσηκωμένες συνοικίες, σ^όλα τα σημεία συγκέντρωσης των λαϊκών μαζών, τις συνεπείς αγωνιστικές θέσεις. Πήραν ενεργητικό μέρος στις συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις, συντελώντας αποφασιστικά στην υιοθέτηση των αντιιμπεριαλιστικών αντιφασιστικών συνθημάτων, και στις σκληρές συγκρούσεις με τη φασιστική αστυνομία.

Οι μαρξιστές λενινιστές της Ελλάδας, όλοι οι συνεπείς αντιφασίστες αντιιμπεριαλιστές με την παρουσία και δράση τους έβαλαν αποφασιστικά τη σφραγίδα τους στη διαμόρφωση και επικράτηση, στην αποδοχή από τις πλατιές λαϊκές μάζες της αγωνιστικής αντιφασιστικής αντιιμπεριαλιστικής γραμμής και την κατανίκηση της υπονομευτικής αστικορεβ.ζιονιοτικής γραμμής στην πορεία των γεγονότων του Νοέμβρη.

Οι μαρξιστές λενινιστές της Ελλάδας, όλοι οι συνεπείς αντιφασίστες αντιιμπεριαλιστές με τη σκληρή πάλη τους πριν και στη διάρκεια των γεγονότων, παρά τα σοβαρά χτυπήματα που δέχτηκαν, πλάτυναν ακόμα περισσότερο τους δεσμούς τους με τις μάζες του λαού και της νεολαίας. Το οργανωτικό ατσάλωμα, η ανάπτυξη και η επιρροή τους αυξήθηκαν και δυνάμωσε η ικανότητα τους να παρεμβαίνουν όλο και πιο αποφασιστικά και δραστήρια στον καθορισμό των εξελίξεων.

Η σημαντικότερη πολιτική κατάκτηση των μαρξιστών λενινιστών της Ελλάδας, στη διάρκεια των γεγονότων του Νοέμβρη, είναι πως οι θέσεις που διατύπωσαν από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησαν οργανωμένα την πάλη τους, τα συναισθήματα που υποστηρίζουν και προπαγανδίζουν, υιοθετήθηκαν από τις λαϊκές μάζες κι έγιναν συναισθήματα του μεγάλου λαϊκού ξεσηκωμού. Οι κεντρώοι και ρεβιζιονιστές παράγοντες είχαν κάθε λόγο να αντιπαρατεθούν στα συνθήματα «Έξω οι αμερικάνοι», «Έξω το ΝΑΤΟ», «Θάνατος στο φασισμό» ,»Λαοκρατία», κι έκαναν ό,τι μπορούσαν για να τα αποτρέψουν. Αναρχοσυνδικαλιστές, τροτσκιστές, και αντίστοιχα ρεύματα είχαν απ’ την πλευρά τους κάθε λόγο να αντιτεθούν ολοκληρωτικά σε τέτοια συνθήματα. Όμως αυτές ακριβώς οι θέσεις ανταποκρίθηκαν στις διαθέσεις και τους πόθους των λαϊκών μαζών, μ’ αυτές εκφράστηκε η αγανάκτηση τους, η ριζική αντίθεση τους στην αμερικανοκρατία και στο φασισμό, η αποφασιστικότητα τους να παλέψουν για τη λευτεριά και την ανεξαρτησία της χώρας μας. Κι ανεξάρτητα από το πώς ελίσσεται σήμερα, ύστερα από τα γεγονότα κάθε μία από αυτές τις πολιτικές δυνάμεις και να μην έρθει σ’ ανοιχτή σύγκρουση με το βαθύτερο περιεχόμενο του ηρωικού ξεσηκωμού του περασμένου μήνα τα γεγονότα τη φορά αυτή ορθώνονται κατηγορηματικά για να διαψεύσουν κάθε πιθανή καπηλεία και να δείξουν ποιες θέσεις βρήκαν πραγματικά ανταπόκριση στους πόθους και στις διαθέσεις των λαϊκών μαζών και ποιες ξεπεράστηκαν κι απορρίφθηκαν στη διάρκεια των συγκλονιστικών γεγονότων του Νοέμβρη.

Παρόλο που η πάλη που διεξάγουν οι μαρξιστές λενινιστές της Ελλάδας βρίσκεται ακόμα στην αρχή της, παρόλο που η πολιτική και οργανωτική τους ανάπτυξη δε βρίσκεται σε τέτοιο επίπεδο που να τους επέτρεπε να καθοδηγήσουν απ’ την αρχή ως το τέλος και απ’ άκρη άκρη συνολικά τις διαδηλώσεις, η πλατειά προώθηση, διάδοση και υιοθέτηση απ’ τις λαϊκές μάζες των θέσεων και των συνθημάτων τους αποτελεί ένα σημαντικό βήμα, μία ουσιαστική πολιτική κατάκτηση. Οι συνθήκες είναι εξαιρετικά ευνοϊκές για την ανάπτυξη της πάλης των μαρξιστών λενινιστών της Ελλάδα κι οι συνέπειες των διαδικασιών που συντελούνται σήμερα με πολύ γοργούς ρυθμούς μέσα στις λαϊκές μάζες θα εκφραστούν σύντομα στην πολιτική και οργανωτική ανάπτυξη του μαρξιστικού λενινιστικού και του συνεπούς αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος.

3. Το αδιέξοδο του φασιστικού καθεστώτος. Η αστική και ρεβιζιονιστική τακτική.

Το φασιστικό καθεστώς και οι ξένοι προστάτες του δεν έχουν συνέλθει ακόμα απ’ τον πανικό που τους προκάλεσε το λαϊκό ξεσήκωμα του Νοέμβρη. Πλήρης σύγχυση επικρατεί στις γραμμές της φασιστικής κλίκας Ιωαννίδη -Γκιζίκη -Ανδρουτσόπουλου που χαρακτηρίζει όλες της τις ενέργειες. Ένα σχεδόν μήνα μετά την επιβολή της στην εξουσία, αδυνατεί να χαράξει μία οποιαδήποτε πορεία, μια οποιαδήποτε προοπτική για το ξενόδουλο φασιστικό καθεστώς.

Το νέο αμερικανόπνευστο φασιστικό πραξικόπημα της 25ης Νοέμβρη όχι μόνο δεν άμβλυνε τις αντιθέσεις ανάμεσα στις διάφορες πτέρυγες της υποτέλειας, όχι μόνο δεν εξασφάλισε μια μεγαλύτερη σταθερότητα στις ίδιες τις δυνάμεις του φασισμού και στο φασιστικό καθεστώς, αλλά αντίθετα είχε σαν αποτέλεσμα να αυξηθεί η ρευστότητα που το χαρακτήριζε σε όλο αυτό το τελευταίο διάστημα και ιδιαίτερα μετά το ψευτοδημοψήφισμα του Ιούλη και μέχρι την ανατροπή του Παπαδόπουλου στις 25 του Νοέμβρη. Εγκατεστημένη με* τη βία πάνω σε ένα ηφαίστειο η «ανανεωμένη» φασιστική κλίκα δεν είναι σε θέση να εκπληρώσει κανένα από τους στόχους που ανέλαβε και ιδιαίτερα αυτό που οι φασίστες και το σύνολο του κόσμου της υποτέλειας αποκαλούν κοινωνική γαλήνη, τάξη και ασφάλεια. Η ολόπλευρη αντίθεση των λαϊκών μαζών προς το φασιστικό καθεστώς και η οξυνόμενη οικονομική κρίση φτάνουν σε τέτοια επίπεδα που δεν αφήνουν πολλά περιθώρια ελιγμών στις αμερικάνικες υπηρεσίες και στα ντόπια ανδρείκελα τους. Έτσι, μοναδική λύση για τον αμερικανοφασισμό, έστω και κοντοπρόθεσμα, είναι η άμεση φασιστική βία και καταπίεση. Συλλαμβάνοντας χιλιάδες αγωνιστές, προσπαθούν να τρομοκρατήσουν τις λαϊκές μάζες να αποθαρρύνουν τις διαθέσεις τους για αγώνα ενάντια σο φασισμό και τον ιμπεριαλισμό, να ανακόψουν την ορμητική μαζικοποίηση του λαϊκού αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού αγώνα, να απομονώσουν, τέλος τους πιο δραστήριους και μαχητικούς λαϊκούς αγωνιστές από τις λαϊκές μάζες που στη διάρκεια των διαδηλώσεων του περασμένου μήνα εκφράσανε με κάθε τρόπο τη συμπαράσταση τους και στάθηκαν ολόψυχα στο πλευρό των αγωνιστών που συγκρούστηκαν με το φασισμό και την αμερ.κανοκρατία.

Ανεξάρτητα απ’ το ποια αποτελεσματικότητα μπορεί να έχει η φασιστική καταπίεση, σήμερα δε φαίνεται να υπάρχει καμία άλλη διέξοδος για το καθεστώς. Είναι σίγουρο ότι θα αποτελέσει την κυρίαρχη πλευρά του σημερινού σχήματος και όποιου άλλου το διαδεχθεί αύριο, με οποιαδήποτε μορφή και αν εφαρμοστεί.

Παράλληλα με την ανάπτυξη της βίαιης φασιστικής καταπίεσης, εντείνεται τις μέρες αυτές απ’ το ραδιόφωνο, την τηλεόραση και τον κυβερνητικό τύπο μία ξέφρενη αντικομουνιοτική προπαγάνδα, που σκοπεύει στον ίδιο στόχο, δηλαδή στη διάσπαση της ομόφωνης αντίθεσης των λαϊκών μαζών προς το καθεστώς και στην απομόνωση των κομμουνιστών απ’ τις λαϊκές μάζες. Εξήμ.ση χρόνια μετά την επιβολή της στην εξουσία, που είχε κύριο στόχο την «πάταξιν του κομμουνισμού» και των «πεζοδρομιακών εκδηλώσεων» και παρά τη βοήθεια που της πρόσφερε αντικειμενικά ο ρεβιζιονισμός με τη διάλυση που προκάλεσε μέσα στο λαϊκό δημοκρατικό κίνημα της χώρας μας, η αμερικανοκρατία όχι μόνο βρέθηκε αντιμέτωπη σε «πεζοδρομιακές εκδηλώσεις» πιο μαζικές και πιο μαχητικές απ’ αυτές που αρχικά θέλησε να «πατάξει», μα παραπέρα είδε τις αντιφασιστικές αντιιμπεριαλιστικές ιδέες να αγκαλιάζουν τις λαϊκές μάζες και τους αγωνιστές του αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιοτικού αγώνα να κολυμπάνε σε μια θάλασσα συμπάθειας και συμπαράστασης του λαού, ιδιαίτερα στη διάρκεια του λαϊκού ξεσηκωμού του περασμένου μήνα. Η σημερινή ένταση της αντικομουνιοτικής προπαγάνδας είναι η πρώτη συνέπεια των συμπερασμάτων που βγάζουν οι αμερικανικές υπηρεσίες και οι ντόπιοι φασίστες απ’τις διαδηλώσεις του Νοέμβρη. Επιδιώκουν παράλληλα και κάτι άλλο. Τονίζοντας το κομμουνιστικό, ανατρεπτικό κλπ περιεχόμενο των τελευταίων εκδηλώσεων, προσπαθούν να βάλουν τέρμα στην καιροσκοπική στάση της αστικής αντιπολίτευσης, που στο παρελθόν δε δίστασε να καπηλευτεί για δικούς της σκοπούς τους λαϊκούς αγώνες, να αποσπάσουν απ’τα στελέχη του ριγμένου αστικού πολιτικού κόσμου δηλώσεις που να τους διαχωρίζουν κατηγορηματικά απ’τους λαϊκούς αντιφασιστικούς αγώνες, επιδιώκοντας έτσι τη συνεργασία τους στα πλαίσια του νέου σχήματος της 23* Νοέμβρη.

Απέναντι στην ογκούμενη λαϊκή αντίθεση, ο αμερικανοφασοσμός δεν είναι σε θέση να επιβάλει στην εξουσία μια κλίκα στοιχειωδώς συμπαγή. Οι αντιθέσεις έχουν αρχίσει να εκφράζονται στους κόλπους της νέας φασιστικής κυβέρνησης πριν καλά καλά ολοκληρωθεί ο σχηματισμός της. Το αδιέξοδο της οικονομικής κρίσης είναι τέτοιο που ακόμα και ξεσκολισμένα στελέχη του αμερικανοφασισμού διστάζουν να συνδέσου τα’όνομά τους με την πλήρη αδυναμία αντιμετώπισης τεράστιων οικονομικών προβλημάτων που αγκαλιάζουν πια όλα τα στρώματα των εργαζομένων. Το σχήμα που επιβλήθηκε με το πραξικόπημα της 25ης Νοέμβρη δεν είναι σε θέση ούτε καν να μπαλώσει την κατάσταση. Είναι γι’αυτό πιθανό στους κόλπους του αμερικανοφασισμού να υπάρξουν σχετικά σύντομα αλλαγές.

Για να ξεπεραστεί το σημερινό αδιέξοδο, στα μαγειρεία της αντίδρασης και των ξένων προστατών της, αντιμετωπίζονται διάφορες παραλλαγές αντιλαϊκών λύσεων. Όμως οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο αμερικανοφασισμός για να αποκτήσει μια «ευπρεστέρη» βιτρίνα είναι τεράστιες. Ανάμεσα στις πιθανές εναλλαχτικές «λύσεις», αντιμετωπίστηκε και η λύση Καραμανλή και διεξάγονται διαπραγματεύσεις προς αυτή την κατεύθυνση, υπό την κηδεμονία και τον έλεγχο των αμερικάνικων υπηρεσιών. Παρόλο που με τη λύση Καραμανλή, που αποτελεί σήμερα την ισχυρότερη εφεδρεία του, ο αμερικανοφασισμός επιδιώκει να εξασφαλίσει κοντοπρόθεσμα ορισμένα πλεονέκτημα στο καθεστώς, είναι πολύ αμφίβολο αν θα καταφέρει να ξεπεράσει τις τεράστιες δυσκολίες που ορθώνονται μπροστά του για την προώθηση μιας τέτοιας «λύσης».

Έχοντας απερίφραστα επιδοκιμάσει το φασιστικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967, ο Καραμανλής φρόντισε παράλληλα σ’ όλα αυτά τα χρόνια, με τη βοήθεια της αστικής αντιπολίτευσης και του ρεβιζιονισμού, να μην ταυτίζεται απόλυτα με τις ανοιχτά φασιστικές λύσεις, παρόλο που υπήρξε και στο παρελθόν και τώρα θερμός υποστηρικτής των «βαθειών τομών» και των «ισχυρών λύσεων». Με τη λύση Καραμανλή η αμερικανοκρατία θα μπορούσε να αποκτήσει τα προσχήματα για τη συσπείρωση γύρω από το καθεστώς της πλειοψηφίας των στελεχών της Δεξιάς και του Κέντρου και τουλάχιστον ενός τμήματος της ηγεσίας του ρεβιζιονισμού. Παράλληλα, έχοντας αναπτύξει σ’ αυτό το διάστημα δεσμούς με ιμπεριαλιστικούς κύκλους της Δ.Ευρώπης, θα μπορούσε να εξασφαλίσει μεγαλύτερη οικονομική υποστήριξη απ’ την Κοινή Αγορά προς το φασιστικό καθεστώς, που προστιθέμενη στις αμερικάνικες οικονομικές ενέσεις θα μπάλωνε, έστω και προσωρινά, κάπως καλύτερα το σημερινό οικονομικό αδιέξοδο.

Παρ’ όλα αυτά είναι αμφίβολο αν σήμερα είναι δυνατή τέτοια «λύση». Είναι ακόμα αμφίβολο αν θα προωθηθεί «ομαλά» ή με την εφαρμογή της τρίτης έκδοσης του σχεδίου «Προμηθεύς», σε περίπτωση που υιοθετηθεί απ’ τους αμερικανούς ιμπεριαλιστές που έχουν τον τελευταίο λόγο στις αποφάσεις και στις λύσεις που επιβάλλονται απ’ την αντίδραση στη χώρα μας. Ο λαϊκός παράγοντας ήταν και θα είναι καθοριστικός για οποιαδήποτε εξέλιξη. Με τα σημερινά δεδομένα, απέναντι σε μια ολοκληρωτική λαϊκή αντίθεση προς το καθεστώς, μέσα σε συνθήκες οικονομικής κρίσης που επιδεινώνεται απ’ την παγκόσμια κρίση του καπιταλισμού, μέσα στην αστάθεια και τη ρευστότητα που χαρακτηρίζουν το ξενόδουλο φασιστικό καθεστώς, συγκολλήσεις τέτοιου είδους είναι εξαιρετικά δύσκολες, ανάμεσα στις πτέρυγες της ξενοκρατίας που οι αντικειμενικές συνθήκες ευνοούν τη διάσπαση και την αντιπαράθεσή τους και δεν επιτρέπουν την ενότητα και την άμβλυνση των αντιθέσεων που τις αντιπαραθέτουν.

Πέρα απ’ αυτό ένας ακόμα βασικός παράγοντας δυσκολεύει σήμερα λύσης τύπου Καραμανλή. Η πλατειά συνειδητοποίηση του ρόλου του ιμπεριαλισμού και κύρια του αμερικάνικου και η σύνδεση της πάλης ενάντια στο φασισμό με την πάλη για την απελευθέρωση της χώρας μας από την ιμπεριαλιστική εξάρτηση, δεν αφήνουν στην αμερικανοκρατία μεγάλα περιθώρια για τέτοιου τύπου ελιγμούς. Για τους λόγους αυτούς, λύσεις τύπου Καραμανλή συγκαταλέγονται στις λιγότερο πιθανές απ’ όλες τις ενδεχόμενες αλλαγές ή εξελίξεις στο στρατόπεδο του φασισμού.

Δύο βασικά συμπεράσματα βγαίνουν για το λαϊκό αντιφασιστικό αντιιμπεριαλιστικό κίνημα σε σχέση με τις πιθανές εξελίξεις στους κόλπους του αμερικανοφασισμού. Το πρώτο είναι πως, παράλληλα με την καταγγελία του σημερινού φασιστικού σχήματος, πρέπει να καταγγέλλεται και κάθε άλλη πιθανή αντιλαϊκή λύση, κάτω από οποιοδήποτε σχήμα και με οποιοδήποτε πρόσωπο κι αν εμφανιστεί. Το δεύτερο, πως όσο περιορίζονται τα περιθώρια ελιγμών του αμερικανοφασισμού, όσο φουντώνει το αντιφασιστικό αντιιμπεριαλιστικό κίνημα, τόσο το φασιστικό καθεστώς θα προστρέχει στη βία, στην τρομοκρατία και στην καταπίεση που θα είναι η κυρίαρχη πλευρά της πολιτικής εξουσίας, είτε αυτή διατηρήσει το σημερινό της χαρακτήρα, είτε φέρει τον Καραμανλή, είτε αποκτήσει μια ψευτοκοινοβουλευτική βιτρίνα. Αυτό σημαίνει πως οι περιοδικές υφέσεις ήταν και θα είναι μόνο φαινομενικές και το κλίμα της νομιμότητας που μπορούν να γεννήσουν, κλίμα που ευνοούν και καλλιεργούν συστηματικά αστική αντιπολίτευση και ρεβιζιονισμός, δεν πρέπει να εξαπατά τους συνεπείς αντιφασίστες-αντιιμπεριαλιστές, που οφείλουν απερίσπαστα να συνεχίζουν τον αγώνα με προοπτική μια μακρόχρονη σύγκρουση με τις δυνάμεις της φασιστικής βίας, της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης, μέχρι τη ριζική και τελειωτική ανατροπή τους.

Τα στελέχη και οι προσωπικότητες της αστικής αντιπολίτευσης είναι οι μεγάλοι χαμένοι των τελευταίων εξελίξεων. Απ’ τη μια εξακολουθούν να βρίσκονται εκτός εξουσίας, παραμερισμένοι όπως και πριν την 25η Νοέμβρη. Απ’ την άλλη βρέθηκαν ακόμα πιο απομονωμένοι απ’ τις λαϊκές μάζες, ανίκανοι τη φορά αυτή, λόγω της έκτασης της μαχητικότητας, του καθαρά αντιφασιστικού αντιαμερικανικού περιεχομένου του λαϊκού ξεσηκωμού, να καπηλευτούν τους λαϊκούς αγώνες. Αντίθετα, έσπευσαν να διαχωρίσουν τις ευθύνες τους με τις λαϊκές κινητοποιήσεις και να καταθέσουν πιστοποιητικά νομιμοφροσύνης στη νέα φασιστική κλίκα. Η απέχθεια τους για το λαϊκό ξεσήκωμα είναι δικαιολογημένη όχ. μόνο γιατί με το περιεχόμενο του στράφηκε ενάντια και (Λυτούς και ^οποιονδήποτε φορέα ξενοδουλείας, μα γιατί οι εξελίξεις των τελευταίων μηνώ οδήγησαν σε αντιπαράθεση τις λαϊκές αντιφασιστικές μάζες με την κυρίαρχη πτέρυγα της αμερ.κανοκρατίας, αφήνοντας το αντ.πολ(τευόμενο κομμάτι της ξενοκρατίας έξω από το χορό. Κι ενώ τους τελευταίους μήνες είχαν καταφέρει να βγουν στην επιφάνεια και να εμφανίζονται σαν πρωταγωνιστές των πολιτικών εξελίξεων, τα σχέδια τους ανατράπηκαν βίαια και μπήκαν για μια ακόμα φορά στο περιθώριο.

Σήμερα η πλειοψηφία του ρ.γμένου αστικού πολιτικού κόσμου κρατάει στάση αναμονής. Ενώ τίποτα ριζικά δεν άλλαξε στο καθεστώς η αστική αντιπολίτευση εγκατάλειψε για την ώρα τουλάχιστον την τακτική της των τελευταίων μηνών και περιορίζεται στο να περιμένει «θετικά βήματα» απ’την κυβέρνηση, δείχνοντας απ’τη μεριά της όση κατανόηση και καλές σπροθέσεις της επιτρέπουν οι σημερινές συνθήκες προς την κλίκα Ιωαννίδη-Γκιζίκη-Ανδρουτσόπουλου. Πιέζοντας βασικά για μια λύση τύπου Καραμανλή, αποφεύγουν τη ρήξη με τη φασιστική κυβέρνηση, όσο δεν έχουν εξαντλήσει τα περιθώρια συνεργασίας μαζί της.

Στο πρώτο σκέλος, απέναντι δηλαδή στο λαϊκό ξεσήκωμα του Νοέμβρη, ανάλογη είανι και η στάση των δύο πτερύγων του ρεβιζιονισμού, με την εξής διαφορά. Ενώ η πολιτική του όχι μόνο δεν ευνοούσε μα ερχόταν σε ριζική αντίθεση με το χαρακτήρα και το περιεχόμενο των εκδηλώσεων του περασμένου μήνα, ενώ αντιτάχθηκε και προσπάθησε όσο του ήταν δυνατό να περιορίσει και να συγκρατήσει τις αντιφασιστικές εκδηλώσεις, πληρώνει σήμερα τα σπασμένα της γενικότερης αντικομουνιοτικής εκστρατείας της φασιστικής κλίκας και δυσκολεύεται ο δρόμος της ειρηνικής μεταρρύθμισης του φασισμού που είχε χαράξει και ακολουθούσε μέχρι το Νοέμβρη.

Η πτέρυγα του γραφείου εσωτερικού πραγματοποίησε ένα νέο μεγάλο βήμα στην κατεύθυνση της ολοκληρωτικής ταύτισης της με την αστική αντιπολίτευση. Οι δηλώσεις που έκανε ο Μπάμπης Δρακόπουλος λίγες ώρες πριν την επιβολή του στρατιωτικού νόμου, όπου ισχυρίζεται πως τα γεγονότα προκλήθηκαν από προβοκάτορες που θέλαν να ανακόψουν το δρόμο προς τις εκλογές, αποτελούν μνημείο εχθρικής προς το κίνημα αντιλαϊκής τοποθέτησης και φανερώνουν αυτό που οι μαρξιστές λενινιστές της Ελλάδας ισχυρίζονται από καιρό, ότι δηλαδή η «ανανεωτική1‘ πτέρυγα του ελληνικού ρεβιζιονισμού οδηγείται ανοιχτά γρήγορα, χωρίς προσχήματα, στη μετατροπή της σε πολιτική δύναμη καθαρά στικού τύπου. Με τις δηλώσεις αυτές εκφράζεται το μίσος προς τους λαϊκούς αγώνες που χάλασαν τα εκλογικά σχέδια του γραφείου εσωτερικού. Και παρόλο που όλη πολιτκή του γραφείου εσωτερικού οδηγούσε σΌυτήν ακριβώς την τοποθέτηση, η έλλειψη προσχημάτων και ο ανοιχτά εχθρικός τόνος ήταν τέτοιος που προκάλεσε αναταραχή στις ήδη κλονισμένες και διασπασμένες φράξιες και ομάδες του γραφείου εσωτερικού, με αποτέλεσμα να αποσχιστούν τμήματα του που αρνούνται να υποταχτούν και να ταυτιστούν με μια τέτοια θέση.

Πολύ πιο προσεκτική, ελικτική, εϊαναι η στάση της «ορθόδοξης» πτέρυγας του ρεβιζιονισμού. Ενώ στην πράξη εξάντλησε κάθε περιθώριο όχι μόνο για να περιορίσει την έκταση και το πολιτκό χρώμα των εκδηλώσεων, μα για να μη γίνουν αυτές οι εκδηλώσεις καθόλου, εμφανίζεται εκ των υστέρων σαν εμπνευστής και πρωτοπόρος της αντιφασιστικής πάλης, επιδιώκοντας με την προπαγάνδα της να αποκρύψει τις πλευρές των εκδηλώσεων που έρχονται σε ριζική αντίθεση με την πολιτική της και αναπροσαρμόζοντας τη γραμμή της στα υπόλοιπα, ώστε να εμφανιστεί ολοκληρωτικά ξένη προς το πνεύμα και το περιεχόμενο των μεγάλων διαδηλώσεων και των μαχητικών συγκρούσεων. Παρόλο που μέλη της χτύπησαν ανοιχτά τα αντιαμερικανικά συνθήματα στη διάρκεια της κατάληψης του Πολυτεχνείο, η «ορθόδοξη» Ρεβιζιονιστική πτέρυγα άρχισε τελευταία να μιλάει για αντιαμερικανικό αγώνα χωρίς ωστόσο να αναθεωρεί τη βασική πολιτική της γραμμή της καθαρά αντιδιχτατορικής πάλης.

Η διπλή αυτή τακτική της ρεβιζιονιστικής ομάδας Φλωράκη- Λουλέ της επιτρέπει να εξαπατά και να παγιδεύει στις γραμμές της αγωνιστές που αντικειμενικά η θέση τους είναι στις γραμμές του αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού αγώνα. Εξακολουθεί να αποτελεί τη βασική και πιο επικίνδυνη πτέρυγα του ελληνικού ρεβιζιονισμού κι απ’ αυτήν την άποψη αποκάλυψη του πραγματικού διασπαστικού και αντεπαναστατικού της ρόλου αποτελεί βασικό καθήκον για τους μαρξιστές λενινιστές και για όλους τους συνεπείς αντιφασίστες αντιιμπεριαλιστές.

Πρωταρχικό βασικό μέλημα της νέας φασιστικήςκλίκας, απ’ τη στιγμή που αδυνατεί να δώσει οποιαδήποτε λύση στα λαϊκά αιτήματα, ήταν να προσπαθεί να τσακίσει και να αποθαρρύνει τις λαϊκές αντιδράσεις. Ύστερα από τις δολοφονίες και τους τραυματισμούς εκατοντάδων πατριωτών, συνέλαβε χιλιάδες αγωνιστές και συνεχίζει κάθε μέρα με νέες συλλήψεις την τρομοκρατική της εκστρατεία. Παρ’ όλο το τρομοκρατικό όργιο, δεν κατάφερε να λυγίσει τις αγωνιστικές διαθέσεις των λαϊκών μαζών. Αντίθετα το μόνο που κατάφερε είναι να μεγαλώσει το μίσος τους για την αμερικανοκρατία και το φασισμό.

Η αγανάκτηση του λαού εκφράζεται παντού, στους τόπους δουλειάς και στους δημόσιους χώρους, στις γειτονιές, με ανοιχτές συζητήσεις παρ’όλη τη χαφιεδοκρατία και τις απειλές. Το αγωνιστικό κλίμα που κυριαρχούσε μέσα στις λαϊκές μάζες, σ’ όλο το τελευταίο διάστημα πριν το Νοέμβρη, ενισχύθηκε και ανέβηκε από την πείρα που κατακτήθηκε στη διάρκεια των μεγάλων διαδηλώσεων. Η αδιάκοπη συσσώρευση άλυτων πολιτικών και οικονομικών προβλημάτων οδηγεί αναπόφευκτα σε νέες εκρηκτικές καταστάσεις, ανεξάρτητα και πέρα από το τρομοκρατικό όργιο. Η πάλη ενάντια στη φασιστική καταπίεση, η πάλη για τα προβλήματα της επιβίωσης των εργαζομένων, συνδεδεμένες ακόμα πιο στενά με το γενικό αίτημα για αποδέσμευση της χώρας απ’ τα φασιστικά και ιμπεριαλιστικά δεσμά, θα γνωρίσουν σύντομε νέα ανάπτυξη. Οι αγωνιστικές διαθέσεις των μαζών ανεβαίνουν και οι συνθήκες είναι ώριμες για νέους αγώνες.

4. Συμπεράσματα και προοπτικές

Οι μαρξιστές λενινιστές της Ελλάδας, όλοι οι συνεπείς αντιφασίστες αντιιμπεριαλιστές, στηριζόμενοι στα ευνοϊκά από κάθε άποψη δεδομένα για τη συνέχιση της πάλης τους και την ανάπτυξη του λαϊκού επαναστατικού αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος, πρέπει να πάρουν υπ’ όψιν όλες τις αδυναμίες και τα αρνητικά που εμφανίστηκαν στη διάρκεια των τελευταίων αγώνων, να βγάλουν τα απαιτούμενα συμπεράσματα και να τα μεταδώσουν μέσα από την προπαγάνδας τους όσο πλατύτερα μπορούν μέσα στις λαϊκές μάζες.

Με αφορμή τις θέσεις του ρεβιζιονισμού και της αστικής αντιπολίτευσης, γίνονται σήμερα συζητήσεις περί προβοκατόρων καθώς και για το ρόλο που έπαιξαν στα γεγονότα. Ο ρεβιζιονισμός, είτε τους δίνει καθοριστικό ρόλο ή υπερτονίζει το ρόλο τους, με σκοπό τελικά να διαβάλει τους λαϊκούς αγώνες ή να μειώσει τη σημασία και τις επιπτώσεις τους.

Φυσικά μέσα στις διαδηλώσεις υπήρξαν προβοκάτορες. Ορισμένοι μάλιστα απ’ αυτούς εντοπίστηκαν και αποκαλύφθηκαν. Η ασφάλεια παίρνει τα μέτρα της κι ανάμεσα σ’ αυτά είναι και η χρησιμοποίηση χαφιέδων και προβοκατόρων, με σκοπό την υπονόμευση των λαϊκών κινητοποιήσεων και των εκδηλώσεων. Η χρησιμοποίηση προβοκατόρων από την ασφάλεια στη διάρκεια των τελευταίων διαδηλώσεων δεν αποτελεί κάτι το πρωτότυπο. Πολύ περισσότερο δε μειώνει καθόλου τη σημασία του λαϊκού ξεσηκωμού ούτε αλλάζει το χαρακτήρα του. Αν σε ορισμένες περιπτώσεις ο. προβοκάτορες της ασφάλειας μπόρεσαν να κάνουν μια ζημιά αυτό έγινε όχι γιατί η ασφάλεια αποδείχτηκε ιδιαίτερα έξυπνη και δυνατή, αλλά γιατί το σχετικά χαμηλό σημερινό επίπεδο οργάνωσης του αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού αγώνα δεν επέτρεπε αντικειμενικά έναν πλήρη οργανωτικό έλεγχο και μια καλύτερη περιφρούρηση του λαϊκού αγώνα από τέτοιες ενέργειες Το μοναδικό συμπέρασμα που πρέπει να βγει απ’αυτό είναι η πιεστική ανάγκη πολιτικής και οργανωτικής ανάπτυξης του αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος, συμπέρασμα που κυριαρχεί απ’όλες τις απόψεις και απ’όσες πλευρές κι αν αναλυθεί η πείρα των αγώνων του Νοέμβρη, συμπέρασμα που γίνεται σήμερα πλατε.ά κατανοητό στις μάζες των αντιφασιστών και διευκολύνε, την προώθηση της προπαγάνδας των μαρξιστών λενιν.στών και των συνεπών αντιφασιστών αντιιμπεριαλιστών.

Στη διάρκεια της κατάληψης του Πολυτεχνείου ρίχτηκαν και λαθεμένα συνθήματα. Μερικά μάλιστα απ’αυτά ήταν και επικίνδυνα λαθεμένα και σκόρπ.ζαν σύγχυση. Για παράδειγμα το σύνθημα «ή σήμερα ή ποτέ» καλλιεργούσε αυταπάτες για τη δυνατότητα να πέσει σε μια βραδιά ο φασισμός από ένα λαό άοπλο και χωρίς να υπάρχει ο αργωνωμένος επαναστατικός φορέας που θα τον συντρίψει/προκάλεσε απογοήτευση όταν λίγο αργότερα αποδείχτηκε πως ο φασισμός δεν έπεσε «σήμερα», άρα, σύμφνα μ’αυτόν που έριξε το σύνθημα, δε θα πέσει ποτέ. Μια σειρά από άλλα λαθεμένα συνθήματα ρίχτηκαν για δυο λόγους. Απ’τη μια γιατί μέσα στις εκδηλώσεις βρέθηκαν δυνάμεις εχθρικές προς τον αντιφασιστικό αντιιμπεριαλιστικό αγώνα που έριξαν τέτοιου είδους συνθήματα. Απ’την άλλη γιατί η ανάπτυξη του οργανωμένου αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος δεν του επέτρεπε να ασκήσει απ’άκρη σ’άκρη την επιρροή του, για να προβληθούν ενιαία και ομοιόμορφα αποκλειστικά και μόνο τα αντιφασιστικά αντιιμπεριαλιστικά συνθήματα. Όμως τα λαθεμένα συνθήματα που σίγουρα υπήρξαν δεν αλλοίωσαν ούτε καθόρισαν το χαρακτήρα του λαϊκού ξεσηκωμού από πολιτική και αγωνιστική πλευρά . Αντίθετα, εκείνο που καθόρισε το χαρακτήρα του ήταν το αντιφασιστικό αντιιμπεριαλιστικό πνεύμα κι η αντιφασιστική αντιιμπεριαλιστική γραμμή. Όσο για την ύπαρξη των λαθεμένων συνθημάτων που αποτελούν δευτερεύον στοιχείο στα σημερινά δεδομένα, εδώ και πάλι προβάλλει ο ρόλος της οργάνωσης και η ανάγκη της παραπέρα οργανωτικής ανάπτυξης του συνεπούς αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος.

Παρ’ όλο που στη διάρκεια των τελευταίων γεγονότων ξεπεράστηκε η πολιτική της αστικής αντιπολίτευσης και του ρεβιζιονισμού , γεγονός που αποτελεί ένα ποιοτικά νέο στοιχείο στην πορεία της ανάπτυξης του αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος τόσο οι πολιτικές δυνάμεις της αστικής αντιπολίτευσης όσο και ο ρεβιζιονισμός , κι ιδιαίτερα ο «ορθόδοξος» , διατηρούν μεγάλη επιρροή και παγιδεύουν σημαντικό τμήματα των λαϊκών μαζών που δεν διέκριναν ακόμα και στα τελευταία γεγονότα τον αρνητικό κι εχθρικό πόλο αυτών των δυνάμεων . Παρ’ όλο που τα γεγονότα προώθησαν σημαντικά αυτή τη διαδικασία , βασικό καθήκον των μαρξιστών – λενινιστών κι όλων των αντιφασιστών αντιιμπεριαλιστών παραμένει η ριζική μετατροπή του συσχετισμού των δυνάμεων υπέρ του συνεπούς αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος και σε βάρος της αστικής και ρεβιζιονιοτικής επιρροής . Είναι λάθος να θεωρηθεί, με βάση την πείρα των πρόσφατων αγώνων, πώς το στάδιο της αρνητικής επιρροής του ρεβιζιονισμού μέσα στο λαϊκό δημοκρατικό κίνημα της χώρας μας ξεπεράστηκε ολοκληρωτικά .

Στη διάρκεια των πρόσφατων αγωνιστικών κινητοποιήσεων ,φάνηκε πως οι δεσμοί των ρεβιζιονιοτών με τμήμα τουλάχιστον των δυνάμεων που επηρεάζουν , ιδιαίτερα στη νεολαία , είναι πολύ χαλαροί. Πολλοί αντιφασίστες αυτού του χώρου , καθώς έρχονται σ’ επαφή με τις σωστές αντιφασιστικές αντιιμπεριαλιστικές θέσεις στην πορεία της αντιφασιστικής πάλης και μη έχοντας στερεούς πολιτικοϊδεολογικούς δεσμούς με το ρεβιζιονισμό μπορούν να πεισθούν και να κερδηθούν οτις γραμμές του αντιφασιστικού αντι.μπεριαλ.στ.κού αγώνα . Χρειάζεται γι’ αυτό μία συνεχής κ. επίμονη προπαγανδ.στ.κή δουλειά απ’ την μεριά των μαρξιστών – λενινιστών και των συνεπών αντιφασιστών αντιιμπεριαλιστών , φροντίζοντας ν’ αποφεύγεται συστηματικά η ταύτιση των αντιφασιστών που για διάφορους λόγους βρέθηκαν κάτω από ην επιρροή του ρεβιζιονισμού αλλά που δυναμικά ανήκουν στο κίνημα μας , με τα στελέχη και τους υπεύθυνους φορείς του ρεβιζιονισμού που ανήκουν σ’ εχθρικό προς το αντιφασιστικό αντ.ιμπερ.αλιστ.κό κίνημα στρατόπεδο.

Στον ίδιο βασικά αυτό χώρο της νεολαίας , ένας αριθμός δημοκρατών κι αντιφασιστών , ενώ στέκονται ευνοϊκά απέναντι στις αντιφασιστικές αν.ιμπεριαλιστ.κές θέσεις , ενώ απορρίπτουν τη γραμμή και την πρακτική του του ρεβ.ζιονισμού , παγιδεύονται σε αστικούς σχηματισμούς χωρίς να συνειδητοποιούν πως απ’ αυτούς δεν μπορούν να εκπληρωθούν οι πόθοι τους για μια ριζική ανατροπή του σημερινού καθεστώτος . Χωρίς να έχουν καθαρά αντικομμουνιοτικές προκαταλήψεις , στέκουν με επιφύλαξη και φόβο απέναντι οτις κομμουνιστικές ιδέες , επηρεασμένο. όχι μόνο απ’ την αντιδραστική προπαγάνδα μα και από τη δυσφήμιση που έκανε και κάνει στο κομμουντιοτικό κίνημα η χρεωκοπία του δ.εθνούς και του ελληνικού ρεβιζιονισμού .

Μέσα απ’ το χώρο αυτό , το μαρξιστικό – λενινιστικό και το αντιφασιστικό αντιιμπεριαλιστικό κίνημα μπορούν να αποσπάσουν και να κερδίσουν οτις γραμμές τους δυνάμεις , εξηγώντας αναλυτικά και υπομονετικά τις θέσεις και το πρόγραμμα τους και δείχνοντας την αδυναμία να προωθηθεί και να εκπληρωθεί με συνέπεια και ως το τέλος ένα αντιφασιστικό αντιιμπεριαλιστικό πρόγραμμα από αστικούς σχηματισμούς , ακόμα κι όταν αυτοί οι τελευταίοι αναγκάζονται για καθορισμένους πολιτικούς λόγους, να υιοθετήσουν δημαγωγικά προωθημένα συνθήματα .

Μια ανάλογη δουλειά πρέπει να αναπτυχθεί σε μία τρίτη κατεύθυνση , σ’ ένα χώρο που πολιτικά βρίσκεται κοντά στο προηγούμενο . Μέσα στη σύγχυση που έχει δημιουργήσει ο ρεβιζιονισμός , εμφανίζονται σαν νεωτεριστικές ορισμένες παμπάλαιες αναρχοσυνδικαλιστικές τάσεις. Η επιρροή τους εμφανίζεται αποκλειστικά στο χώρο της φοιτητικής νεολαίας και είναι από κάθε άποψη αρνητική , γιατί διοχετεύοντας το δυναμισμό αυτών που τις ακολουθούν με αναρχοσυνδικαλιστικές θέσεις και οδηγώντας τον σε λαθεμένους στόχους και λαθεμένα συνθήματα, ευνουχίζει κι εκτονώνει τις αγωνιστικές τους διαθέσεις και την επαναστατική τους ορμή .

Το ότι αντιφασίστες και από τους τρεις αυτούς χώρους ακολούθησαν κι υποστήριξαν στην διάρκεια των διαδηλώσεων του Νοέμβρη τα σωστά αντιφασιστικά αντιιμπεριαλιστικά συνθήματα , δείχνει ότι η συγκεκριμένη πολιτική τους ένταξη είναι τυχαία και προσωρινή και δεν εκφράζει μια κατασταλαγμένη και στέρεα θεμελιωμένη πίστη ιδέες του χώρου απ’ τον οποίο επηρεάζονται. Βάζει για το λόγο αυτό στους μαρξιστές λενινιοτές και στους αντιφασίστες αντιιμπεριαλιστές έντονα κι επιτακτικά το καθήκον της ανάπτυξης μιας πλατιάς διαφωτιστικής δουλειάς με στόχο τη συγκέντρωση όλων των δυνάμεων που μπορούν και πρέπει να κερδηθούν οτις γραμμές του αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος.

Η πάλη των μαρξιστών λενινιστών και των συνεπών αντιφασίστων αντιιμπαριαλιστών μέσα στα γεγονότα του περασμένου μήνα , η υποστήριξη και προβολή των σωστών αγωνιστικών θέσεων , η υπεράσπιση της γραμμής σύγκρουσης και η αποφασιστική απόρριψη κάθε συνδιαλλαγής με το φασισμό και με το σύνολο των δυνάμεων της ξενοκρατίας , που βρήκαν απήχηση πλατιά στις μάζες των αντιφασιστών βοήθησαν αποφασιστικά στην ανάπτυξη των δεσμών τους με νέους δημοκράτες και αντιφασίστες , Το πλάταιμα και η παραπέρα ανάπτυξη και σύσφιξη των δεσμών με τις μάζες παραμένει σήμερα βασικό καθήκον για τους μαρξιστές λενινιστές και τους συνεπείς αντιφασίστες αντιιμπεριαλιοτές .

Παραπέρα ανάπτυξη των δεσμών με τις λαϊκές μάζες . Σωστή εκτίμηση των δικών μας δυνάμεων και του γενικού συσχετισμού δυνάμεων . Σωστή εκτίμηση ων διαθέσεων των μαζών γενικά και σε κάθε ξεχωριστό χώρο . Με βάση αυτά τα στοιχεία και παίρνοντας υπόψη πως στη νέα αυτή φάση, παρόλη τη ξέφρενη φασιστική καταπίεση, λόγω της οξύτητας των αντιθέσεων που αντιπαραθέτουν τις λαϊκές μάζες με την αμερικανοκρατία και το φασισμό οι συνθήκες είναι ώριμες για την ανάπτυξη νέων ακόμα πιο μαζικών και μαχητικών αντιφασιστικών αγώνων, οι μαρξιστές λενινιστές και αντιφασίστες αντιιμπεριαλιστές, στους χώρους όπου έχουν τη δυνατότητα να παρεμβαίνουν, θα προωθήσουν και θα υποστηρίξουν τις συνεπείς αγωνιστικές αντιφασιστικές αντιιμπεριαλιοτικές θέσεις και απόψεις και θα συμβάλουν με όλες τους τις δυνάμεις ώστε να εκφραστεί η αγανάκτηση που έχει αγκαλιάσει όλα τα λαϊκά στρώματα σε συγκεκριμένους αγώνες.

Η κατάληψη του πολυτεχνείου και οι διαδηλώσεις που είναι το αποτέλεσμα οργανωμένης και όχι ανοργάνωτης, αυθόρμητης πάλης των μαζών. Στο ζήτημα αυτό επικράτησε μία σύγχυση, απ’τη οποία προσπάθησαν και προσπαθούν να επωφεληθούν και οι ρειζιονιοτές και διάφορα άλλα αντιμαρξιστικά, εχθρικά προς το συνεπές αντιφασιστικό αντιιμπεριαλιστικό κίνημα ρεύματα, οι πρώτοι για να προβληθούν σαν η κινητήρια δύναμη των διαδηλώσεων και οι δεύτεροι για να αρνηθούν το ρόλο της οργανωμένης επαναστατικής πάλης και να υπερασπιστούν την αυθόρμητη, ανοργάνωτη πάλη των μαζών. Οι αιτίες αυτής της σύγχυσης καθορίστηκαν από τις ίδιες τις αδυναμίες του αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος. Το επίπεδο της πολιτικής και οργανωτικής του ανάπτυξης, η ανάπτυξη των δεσμών του με τις μάζες δεν είναι τέτοια που να του επέτρεπε να παίξει ένα καθοριστικό ρόλο στα γεγονότα από την αρχή ως το τέλος, δηλαδή, όχι μόνο στο ξεκίνημα και στη διαμόρφωση της πολιτικής φυσιογνωμίας των εκδηλώσεων, μα στο σύνολο τους, ακόμα και όταν έφταναν στο αποκορύφωμα της μαζικότητας τους το βράδυ της Παρασκευής 16 Νοέμβρη. Όμως ανεξάρτητα από αυτό, η αφετηρία του παλλαϊκού αντιφασιστικού ξεσηκωμού ήταν η οργανωμένη πάλη και η οργανωμένη αντιπαράθεση διαφορετικών κατευθύνσεων για τη συνέχιση του αγώνα. Από κει και πέρα, και αφού μέσα από αυτές τις διαδικασίες διαμορφώθηκε αρχικά ένας αγωνιστικός αντιφασιστικός πόλος με την κατάληψη του Πολυτεχνείου, η πλειοψηφία των αντιφασιστών πήρε μέρος στα γεγονότα αυθόρμητα. Αυθόρμητα, όχι γιατί οι λαϊκές μάζες ήταν υπέρ της αυθόρμητης πάλης, υπέρ της «απολύτρωσης» από κάθε οργανωμένο σχήμα, όπως ισχυρίστηκαν και προπαγάνδισαν διάφορες αναρχοσυνδικαλιστικές ομάδες που εξάλλου τα συνθήματα τους καμία απήχηση δεν βρήκαν μέσα στις ίδιες αυτές μάζες. Οι λαϊκές μάζες συμμετείχαν αυθόρμητα στις διαδηλώσεις, γιατί το αντιφασιστικό αντημπεριαλιστικό κίνημα της χώρας μας δεν έχει ακόμα υπερνικήσει τις αρνητικές δυαλυτικές επιδράσεις του ρεβιζιονισμού. Το σχετικά χαμηλό επίπεδο ανάπτυξης δεσμών ανάμεσα στο οργανωμένο αντιφασιστικό αντιιμπεριαλιστικό κίνημα και στις λαϊκές μάζες, οι αδυναμίες του αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού επαναστατικού κινήματος που αναφέρονται πιο πάνω, είναι συνέπεια της δυαλυτικής γραμμής και πράξης του ρεβιζιονισμού. Αυτό καθόρισε την αυθόρμητη συμμετοχή αντιφασιστών στις διαδηλώσεις. Όμως όσοι αγωνίστηκαν αυθόρμητα, γιατί για την ώρα δεν μπορούσαν να κάνουν αλλιώς, δε σημαίνει πως είναι υπερασπιστές της αυθόρμητης πάλης. Αντίθετα, η ανάγκη της ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ, οι αδυναμίες του αυθόρμητου κινήματος των μαζών, είναι τα στοιχεία που συνειδητοποιήθηκαν πλατιά στη διάρκεια των τελευταίων γεγονότων από τις μάζες των αντιφασιστών, ακόμα και εκείνων που αγωνίστηκαν αυθόρμητα. Αυτό εξάλλου αποτελεί βασικό πολιτικό συμπέρασμα ύστερα από τις διαδηλώσεις του Νοέμβρη και τις πολιτικές εξελίξεις που ακολούθησαν.

Έγινε φανερό πως η αντιφασιστική αντιιμπεριαλιστική επαναστατική πάλη, στο βαθμό που διεξάγεται ανοργάνωτα ή αυθόρμητα, ακόμα και όταν φτάσει σε στιγμές μεγάλης ανόδου από πολιτική και αγωνιστική άποψη, έχει ορισμένα όρια που καθορίζονται από τις αδυναμίες που παρουσιάζει απέναντι σε ένα καλά οργανωμένο και συντονισμένο καταπιεστικό μηχανισμό. Το αυθόρμητο κίνημα των μαζών, όσο επαναστατικό χαρακτήρα και αν έχει σε στιγμές που οξύνονται οι αντιθέσεις του χώρου που αναπτύσσεται, ή θα συντριβεί ανελέητα από την αντίδραση ή θα οδηγηθεί σύντομα στο ρεφορμισμό, ποτέ όμως δεν θα μπορέσει να καταλάβει την πολιτική εξουσία ανατρέποντας τους μηχανισμούς του κοινωνικού συστήματος που ορθώνεται απέναντι του.

Κεντρικός στόχος των μαρξιστών λενινιστών της Ελλάδας είναι η ανασυγκρότηση του μαρξιστικού λενινιστικού ΚΚΕ και παραπέρα του πλατειού λαϊκού αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιοτικού μετώπου, που θα αποτελέσει το φορέα της πάλης για την ανατροπή του ξενόδουλου φασισμού και την εγκαθίδρυση ενός νέου λαϊκού αντιιμπεριαλιοτικού δημοκρατικού καθεστώτος. Η πείρα τ ων γεγονότων του περασμένου μήνα συνηγορεί από όλες τις απόψεις για την ορθότητα αυτής της κατεύθυνσης και διευκολύνει την προώθηση της.

Η πραγματική αδυναμία του μεγαλειώδους λαϊκού ξεσηκωμού του Νοέμβρη ήταν η έλλειψη αυτών των φορέων που μόνο η ύπαρξη τους θα μπορούσε να δώσει σε αυτούς τους αγώνες μια ευρύτερη προοπτική για τη συντριβή του αντιλαϊκού ξενόδουλου φασιστικού καθεστώτος. Τα γεγονότα και το σύνολο των πολιτικών εξελίξεων του Νοέμβρη συνέβαλαν στο να γίνει αισθητή η έλλειψη και η αδυναμία αυτή πολύ πλατειά. Πάνω στο φούντωμα των διαδηλώσεων, αλλά και μετά από αυτές, οι συζητήσεις γύρω από το θέμα της οργάνωσης, οι συζητήσεις για την ανάγκη να υπάρχει ένας πρωτοπόρος επαναστατικός οργανισμός ικανός να οδηγήσει οργανωμένα και συντονισμένα τη λαϊκή έκρηξη μέχρι την κατάληψη της πολιτικής εξουσίας, πολλαπλασιάστηκαν και κυριάρχησαν στα σχόλια που έγιναν γύρω από τα γεγονότα.

Οι μαρξιστές λενινιστές της Ελλάδας συνεχίζουν σήμερα την πάλη για την πολιτική και οργανωτική ανάπτυξη της οργάνωσης τους και του συνεπούς αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιοτικού κινήματος. Οι αντιφασιστικές αντιιμπεριαλιστικές ομάδες που συγκροτήθηκαν με πρωτοβουλία τους σε διάφορους χώρους πήραν δραστήρια μέρος στους λαϊκούς αγώνες υπερασπίστηκαν, πρόβαλαν και διάδωσαν με συνέπεια τα σωστά αγωνιστικά συνθήματα, με αποτέλεσμα να μεγαλώσουν την επιρροή τους στους χώρους που πάλεψαν, αλλά και σε νέους χώρους . Πρέπει να οι αντιφασιστικές αντιιμπεριαλιστικές ομάδες να ενισχυθούν και να πλατύνουν και πρέπει να δημιουργηθούν νέες σε χώρους που δεν υπάρχουν με την εντατικοποίηση της δουλειάς των μαρξιστών λενινιστών και των συνεπών αντιφασιστών αντιιμπεριαλιστών και χωρίς να αναθεωρηθούν καθόλου τα κριτήρια για την οργανωτική ένταξη νέων δυνάμεων που εφαρμόζονται μέχρι σήμερα και που η πείρα επιβεβαίωσε σαν σωστά. Η πολιτική και οργανωτική ανάπτυξη του μαρξιστικού λενινιστικού και του συνεπούς αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιοτικού κινήματος δεν πρέπει να στηριχθεί στη χαλάρωση των ποιοτικών κριτηρίων που καθορίζουν οι ανάγκες και ο μακρόχρονος χαρακτήρας του αγώνα που διεξάγουμε. Οι μαρξιστές λενινιστές και οι συνεπείς αντιφασίστες αντιιμπεριαλιστές για την πάλη τους λογαριασμό δίνουν μονάχα στο προλεταριάτο και τις εργαζόμενες μάζες της χώρας μας. Δεν έχουν να δώσουν κανέναν απόλυτα λογαριασμό στους διάφορους διαφημιστικούς οίκους ή στα σαλόνια των σχολιαστών των πολιτικών εξελίξεων. Υποτασσόμενες σε μια τέτοια κοντόφθαλμη καιροσκοπική πολιτική, αστικές ρεβιζιονιοτικές αλλά και άλλες οργανώσεις εμφανίζονται σαν επαναστατικές, εκδηλώνουν τις γενικότερες καιροσκοπικές τους θέσεις και τον τρόπο με τον οποίο συγκροτούνται οργανωτικά, με όλα τα αρνητικά επακόλουθα που έχει μια τέτοια τακτική. Σε ό, τι μας αφορά, οφείλουμε στα δύο επίπεδα, στην οικοδόμηση του μαρξιστικού λενινιστικού και του αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιοτικού κινήματος, να στήσουμε στέρεα βάθρα που αποτελούν προϋπόθεση για την εκπλήρωση των στόχων που η αντικειμενική κατάσταση της χώρας μας καθόριζε.

Στη διάρκεια των διαδηλώσεων του περασμένου μήνα, οικοδομήθηκε μέσα στην πάλη μια πλατειά αντιφασιστική αντιιμπεριαλιστ.κή ενότητα κι ο χαραχτήρας της θα είναι περιορισμένος αν δεν ενεργήσουμε για τη σταθεροποίηση της. Ο. αντιφασιστικές αντιιμπεριαλιστικές ομάδες, παλεύοντας για την πολιτική και οργανωτική τους ανάπτυξη, οφείλουν να ενεργούν ώστε να σταθεροποιείται, με αφορμή και την παραμικρή αντ.φασ.στ.κή εκδήλωση, η πλατειά λαϊκή ενότητα που εκφράστηκε στα τελευταία γεγονότα και να διευρύνεται παραπέρα, αγκαλιάζοντας ακόμα πλατύτερες μάζες. Πρέπει γι’αυτό, σε όλους τους χώρους που δρουν και σε κάθε ευκαιρία να διατυπώνουν καθαρά, αναλυτικά και επίμονα τις σωστές αγωνιστικές και αντιφασιστικές αντιιμπεριαλιστικές θέσεις και να παλεύουν για να συσπειρώσουν γύρω από αυτές τον πιο μεγάλο δυνατό αριθμό αντιφασιστών και δημοκρατών.

Ιδιαίτερα στη διάρκεια της τελευταίας χρονιάς, τα δημαγωγικά μέτρα που προσπάθησε να εφαρμόσει το φασιστικό καθεστώς δημιούργησαν ένα φαινομενικό κλίμα ύφεσης, από το οποίο αρπάχτηκαν όσοι λατρεύουν τη νομιμότητα για να προσαρμοστούν στα μέτρα και στα πλαίσια που τους καθόριζε η παπαδοπουλική «δημοκρατία», παρασύροντας στο δρόμο τους την πλειοψηφία των πολιτικών δυνάμεων και οργανώσεων. Το σύνολο των δυνάμεων αυτών κλαίνε σήμερα και οδύρονται, όπως και τον Απρίλη του ’67, για τις «διευκολύνσεις» που έχασαν. Εχτιμώντας όπως εξάλλου φάνηκε, σωστά, πως η ύφεση αυτή είναι φαινομενική, διαβλέποντας με βάση την ανάλυση της ελληνικής κατάστασης πως ο αγώνας τους θα είναι μακρόχρονος και η σύγκρουση με την ξενοκρατία και το φασισμό παρατεταμένη, οι μαρξιστές λενινιστές της Ελλάδας πάλεψαν για το δυνάμωμα της παράνομης οργάνωσης τους στη βάση της αποκέντρωσης και της αυστηρής τήρησης των συνωμοτικών κανόνων. Μόνο ρίχνοντας το κύριο βάρος στην παράνομη δουλειά και συνδέοντας τη σωστά και με όλα τα μέτρα με τη μισονόμιμη μαζική δουλειά, είμαστε σε θέση να συνεχίζουμε τον αγώνα παρά τις δυσκολίες που βάζουν στο κίνημα μας οι μηχανισμοί της φασιστικής καταπίεσης.

Απ’την πείρα της πάλης μας στις διαδηλώσεις του Νοέμβρη, φάνηκε πως δουλεύοντας αποκεντρωμένα, μπορέσαμε να εξασφαλίσουμε σωστές παρεμβάσεις στο μαζικό χώρο, προφυλάσσοντας σύγχρονα την παράνομη δουλειά. Και παρά τα σοβαρά χτυπήματα που δεχτήκαμε με τις συλλήψεις των συντρόφων μας, είμαστε σε θέση να προχωρήσουμε μπροστά στην οργανωτικοπολιτική ανάπτυξη της οργάνωσης μας και των αντιφασιστικών αντημπεριαλιστικών ομάδων. Σήμερα, το δυνάμωμα της παράνομης δουλειάς στη βάση της αποκέντρωσης και της τήρησης των συνωμοτικών κανόνων μπαίνει ακόμα πιο επιτακτικά σαν βασικό καθήκον των μαρξιστών λενινιστών και των συνεπών αντιφασιστών αντιιμπεριαλιοτών.

Η πείρα που βγαίνει απ’τον ηρωικό ξεσηκωμό του Νοέμβρη είναι πολύτιμη και πλούσια από όλες τις πλευρές της. Οφείλουμε να τη μελετήσουμε προσεχτικά, αξιοποιώντας τα αμέτρητα γενικά και ειδικά θετικά αποτελέσματα που είχε και θα έχει στο μέλλον, γιατί και από γενική και από ειδική άποψη τα γεγονότα εξελίχθηκαν δικαιώνοντας τις θέσεις των μαρξιστών λενινιστών της Ελλάδας και διευκολύνοντας αντικειμενικά την ανάπτυξη του μαρξιστικού λενινιστικού και του αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος. Με επαναστατική αισιοδοξία αλλά και με συναίσθηση ότι βρισκόμαστε μόνο στην αρχή και ότι το πιο μεγάλο και το πιο δύσκολο κομμάτι του δρόμου βρίσκεται μπροστά μας, ας δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις με μεγαλύτερη ακόμα αποφασιστικότητα και τόλμη για τη συνέχιση της πάλης μας, για την εκπλήρωση των τιμητικών καθηκόντων που έχουμε αναλάβει.

Δεκέμβρης 1973

Πενήντα χρόνια από το Πολυτεχνείο: αναζητούνται «προβοκάτορες»

Οι επέτειοι είναι μια ευκαιρία ανασκόπησης αλλά και αναθεώρησης. Αυτό γίνεται κατά κόρον από τη μεριά της άρχουσας τάξης επιδιώκοντας να εμπεδώσει έναν όλο και καλύτερο συσχετισμό για τα συμφέροντά της. Για την απέναντι πλευρά, για το ανταγωνιστικό στρατόπεδο, αν κάτι έχει σημασία από την επέτειο των 50 χρόνων από την εξέγερση του Πολυτεχνείου, δεν είναι μόνο η ανάκληση της ιστορικής μνήμης και η τιμή στην εξέγερση, αλλά και η υπενθύμιση ότι η ιστορία του Πολυτεχνείου καθορίζεται από την κομμουνιστική Αριστερά που δεν διαθέτει μόνο το όνομα, αλλά και την ουσία. Δηλαδή την επαναστατική Αριστερά. Την Αριστερά που στις επόμενες δεκαετίες υποχώρησε και σήμερα απουσιάζει.

Μια επέτειος που δεινοπαθεί

Η εξέγερση του Πολυτεχνείου ταλαιπωρήθηκε ως ιστορική και πολιτική αναφορά ακριβώς όπως ταλαιπωρήθηκε και η έννοια της Μεταπολίτευσης. Κατά τις πρώτες δεκαετίες που ακολούθησαν την εξέγερση, το Πολυτεχνείο ήταν ιερό και απαραβίαστο. Πολιτικοί, ιστορικοί και δημοσιογράφοι περιποιούσαν τιμή στον Νοέμβρη, καθώς ακόμα τροφοδοτούσε με καύσιμα το απαραίτητο πολιτικό και κοινωνικό συμβόλαιο της Μεταπολίτευσης. Αποκρύφτηκαν οι αντιθέσεις που υπήρξαν μέσα στην εξέγερση και στην πορεία προς αυτήν, αλλά και όσες ακολούθησαν κατά τα πρώτα κρίσιμα χρόνια της νεαρής δημοκρατίας. Ήταν χρήσιμη για την αστική εξουσία μια ενιαία και αδιάσπαστη συναίνεση προς τη «δημοκρατία», τη μακροβιότερη, σταθερότερη και ευρωπαϊκότερη φυσικά δημοκρατία που γνώρισε το νεοελληνικό κράτος από την ίδρυσή του. Επομένως το Πολυτεχνείο ως εναρκτήρια σπίθα της Μεταπολίτευσης κοβόταν και ραβόταν στα μέτρα της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας, αλλά περιβαλλόταν ταυτόχρονα με αίγλη και τιμή. Το Πολυτεχνείο και η Μεταπολίτευση ήταν θετικά ορόσημα που «επιβεβαίωναν» ότι οι Έλληνες αντιστάθηκαν στη Χούντα, ότι εκτιμούσαν τη Δημοκρατία και ότι όλοι μαζί συναινούσαν στην ομαλή ευρωπαϊκή πορεία της χώρας έκτοτε. Ήταν τα χρόνια της σταθεροποίησης. Η εξουσία της αστικής τάξης δεν αμφισβητήθηκε ποτέ στα σοβαρά, αλλά ο πολιτικός και κοινωνικός συσχετισμός ενίοτε έφερνε παραστρατήματα και ανορθογραφίες. Το λαϊκό κίνημα κατά την πρώτη περίοδο έχει ρόλο, και επομένως το κοινωνικό συμβόλαιο είναι απαραίτητο.

Τα τελευταία ωστόσο χρόνια, και κυρίως η τελευταία δεκαετία των 50 χρόνων που πέρασαν από την εξέγερση του Νοέμβρη, αλλάξαν τα πρόσημα της αναφοράς. Η Μεταπολίτευση έγινε κάτι αναχρονιστικό, το Πολυτεχνείο έγινε αν όχι επιζήμιο, ίσως παλαιολιθικό και πάντως σίγουρα μια μυθολογική κατασκευή. Από εκεί που η Μεταπολίτευση και το Πολυτεχνείο συνιστούσαν αντικείμενο τιμής και μνήμης, έστω μουσειακής και αποστεωμένης, κρατικής και γραφειοκρατικής, η Μεταπολίτευση άρχισε να ενοχοποιείται, καθώς κατά τον κυρίαρχο λόγο συμπυκνώνει όλα τα δεινά της σύγχρονης Ελλάδας, δηλαδή την ισχυρή παρουσία του λαϊκού κινήματος, την ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς, το ηθικό της πλεονέκτημα, τις εργατικές διεκδικήσεις, τον αντιμπεριαλισμό και τον αντιαμερικανισμό. Πράγματα που σήμερα οφείλουν να θεωρούνται ξεπερασμένα και θλιβερά κατάλοιπα μιας άλλης εποχής. Η Μεταπολίτευση στα νάματα της οποία ορκίζονταν σύσσωμο το πολιτικό σύστημα, μέχρι και τη δεκαετία του ‘90, έγινε στη μνημονιακή και μεταμνημονιακή Ελλάδα συνώνυμο της ελληνικής καθυστέρησης, της οπισθοδρόμησης, της πολιτικής και ιδεολογικής γραφικότητας. Αυτή η αλλαγή ήταν έκφραση του συσχετισμού που αλλάζει. Σήμαινε ότι το κοινωνικό συμβόλαιο πλέον δεν είναι απαραίτητο γιατί η αστική τάξη δεν έχει αντίπαλο. Αν το κοινωνικό συμβόλαιο δεν είναι πλέον απαραίτητο, δεν είναι απαραίτητη ούτε η θετική αναφορά στη Μεταπολίτευση, ούτε η διθυραμβική τιμή στο Πολυτεχνείο.

Μέσα σε μισό αιώνα, το Πολυτεχνείο και η Μεταπολίτευση πέρασαν από τη «σωστή» πλευρά της ιστορίας, στη «λάθος». Και αν το Πολυτεχνείο είναι πιο δύσκολο να καταγγελθεί, λόγω της βαρύτητας της εξέγερσης, της βίας της χούντας, του ηρωισμού των εξεγερμένων και του αίματος που χύθηκε, δεν συμβαίνει το ίδιο με τη Μεταπολίτευση. Η Μεταπολίτευση, ενοχοποιείται πιο εύκολα και ανέξοδα από το Πολυτεχνείο, καθώς σε αυτήν, εύκολα μπορούν να χρεωθούν όλα εκείνα που θυμίζουν ότι τον εικοστό αιώνα ο καπιταλισμός δεν ήταν ασύδοτος, δεν ήταν ανεξέλεγκτος, είχε αντίπαλο. Στη Μεταπολίτευση οι εργάτες έκαναν απεργίες, οι εργαζόμενοι είχαν δικαιώματα, οι δεξιές κυβερνήσεις κρατικοποιούσαν επιχειρήσεις, το κράτος πρόνοιας δεν ήταν εξτρεμιστικό αίτημα, τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα δεν ήταν τρομοκρατία, οι Αμερικανοί ήταν φονιάδες των λαών, η κόκκινη σημαία ανέμιζε ακόμα (όπως κι αν ανέμιζε) στο Κρεμλίνο, το πολιτικό σύστημα δεν χειροκροτούσε τα εγκλήματα του σιωνισμού και η παλαιστινιακή σημαία δεν ήταν παράνομη. Αυτή η Μεταπολίτευση, έχει πλέον αρνητικό φορτίο για την αστική εξουσία και τους ιστορικούς και διανοούμενούς της.

Τα σκάγια όμως παίρνουν και το Πολυτεχνείο, στο οποίο οι πιο τοξικές φωνές της αστικής διανόησης ανακάλυψαν (καθυστερημένα είναι αλήθεια) ότι η εξέγερση έφερε τη χούντα του Ιωαννίδη και επομένως και την τραγωδία της Κύπρου, ενώ, οι πιο σοβαροί εκπρόσωποι της άρχουσας τάξης προτιμούν να αποκαθηλώνουν λίγο λίγο το Πολυτεχνείο, υπερτονίζοντας τη σημασία του ως «καταστατικού μύθου» για την πτώση της Χούντας και τη μεταπολιτευτική δημοκρατία. Η φετινή σημαδιακή επέτειος του μισού αιώνα προσφέρεται ιδιαίτερα για μια τέτοια αναθεώρηση, για μια απομυθοποίηση και αποκαθήλωση της ιστορίας πάνω στην οποία συγκροτήθηκε η Αριστερά και γενιές παλιών και νέων αγωνιστών.

Να υπερασπίσουμε το Πολυτεχνείο, να το ξεχωρίσουμε από τη Μεταπολίτευση, να υπερασπίσουμε (κριτικά) τη Μεταπολίτευση

Η σύγχρονη κυρίαρχη αφήγηση για το Πολυτεχνείο, είτε θέλει να το αμαυρώσει ως απερισκεψία που επέφερε δεινά (εννοώντας τη Χούντα Ιωαννίδη και τον Αττίλα), είτε θέλει να το αποκαθηλώσει σταδιακά, κατατάσσει το Πολυτεχνείο στην εννοιολογική κατηγορία του μύθου. Μιλά δηλαδή για τις μυθολογίες, τις ψεύτικες ιστορίες αγώνων και ηρωισμού που έστησε η Αριστερά (ως δύναμη που «καπηλεύτηκε» ή ιδιοποιήθηκε την εξέγερση). Αν τελειώσουν λοιπόν αυτές οι μυθολογίες θα δούμε όλοι από κοινού ότι τα πολιτικά διλήμματα κακώς οξύνθηκαν, ότι η Δεξιά αδίκως ενοχοποιήθηκε, ότι η ασυλία που απολάμβαναν μεταπολιτευτικά οι φοιτητές και οι συνδικαλιστές, ή η ασυδοσία των αιτημάτων των εργαζομένων, καθυστέρησαν την ανάπτυξη της χώρας και την πορεία της στο σύγχρονο μετακομμουνιστικό κόσμο. Η αποκαθήλωση του Πολυτεχνείου ως κάτι πολιτικά περιορισμένου («πόσοι ήταν; Λίγες χιλιάδες φοιτητές»), και χρονικά πεπερασμένου («έπεσε η Χούντα. Τι θέλετε τώρα;»), σημαίνει ότι κακώς ταλαιπώρησε την ελληνική κοινωνία ο μεταπολιτευτικός ριζοσπαστισμός. Αυτή η αφήγηση καταλήγει στη λύτρωση ότι επιτέλους σήμερα είναι κοινός τόπος ότι αυτά είναι τρέλες και παραδοξότητες, ότι δεν γίνεται να αμφισβητούνται οι βασικές συντεταγμένες της πορείας της χώρας και το κοινωνικό, οικονομικό και γεωπολιτικό πλαίσιο που έχει οριστεί από το 1945.

Η Μεταπολίτευση θεωρείται συνέχεια του Πολυτεχνείου, αλλά συνιστά ταυτόχρονα και άρνησή του. Αυτό γίνεται πιο εμφανές στην πρώτη επέτειο του Πολυτεχνείου που συμπίπτει με τις πρώτες ελεύθερες εκλογές μετά την πτώση της Χούντας. Ο Καραμανλής ορίζει την ημερομηνία των εκλογών στις 17/11, ακριβώς ένα χρόνο μετά την εξέγερση, θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να επισκιάσει την αίγλη του Πολυτεχνείου, αλλά και να επανανοηματοδοτήσει το Πολυτεχνείο ως απλή επιζήτηση μιας κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Η ΚΝΕ ζητά να μεταφερθεί ο εορτασμός λίγες μέρες μετά. Η επαναστατική Αριστερά και μεγάλο τμήμα του φοιτητικού κινήματος, αντιδρά, θεωρώντας ότι το Πολυτεχνείο δεν είναι κινητή εορτή και τιμά την εξέγερση με πορεία δεκάδων χιλιάδων, (από την οποία απουσιάζει η επίσημη Αριστερά), προς την Καισαριανή, με κεντρικό σύνθημα ΕΑΜ – ΕΛΑΣ – Πολυτεχνείο. Για πρώτη φορά επιχειρείται η ένταξη της εξέγερσης στην ιστορική συνέχεια των μεγάλων στιγμών της κομμουνιστικής Αριστεράς του εικοστού αιώνα. Η ομαλή πορεία προς τον αστικό κοινοβουλευτισμό και την περίοδο της Μεταπολίτευσης δεν είναι συνέχεια ή μετεξέλιξη της εξέγερσης. Είναι περισσότερο αναίρεση και άρνηση, πολιτική μετάλλαξη από το νόημα που κληροδότησε ο Νοέμβρης.

Κατά τη Μεταπολίτευση συγκρούονται δύο ανταγωνιστικά συνθήματα κατά τον εορτασμό του Πολυτεχνείου: «Ο αγώνας τώρα δικαιώνεται» από τη μια, «ο αγώνας τώρα συνεχίζεται» από την άλλη. Οι πρώτοι εννοούν ένα πλήθος από αντιφατικά, αλληλοσυγκρουόμενα, αλλά σε τελικά ανάλυση ενιαία στη βασική τους λογική πράγματα: Αποκατάσταση της δημοκρατίας, νομιμοποίηση του ΚΚΕ, ελεύθερες εκλογές, ελεύθερο συνδικαλισμό, φοιτητικό ριζοσπαστισμό, άνοδος του ΠΑΣΟΚ, συγκυβέρνηση με την Αριστερά σε Δήμους, συνδικάτα, συλλόγους. Οι δεύτεροι, με όλες τις τυχόν μεγαλοστομίες τους, εννοούν ότι το Πολυτεχνείο παραμένει αδικαίωτο. Και ότι όλες οι κατακτήσεις της Μεταπολίτευσης που χαιρετίζονται πανηγυρικά, περισσότερο λειτουργούν ως καταλύτης ενσωμάτωσης, παρά ως νέα πεδία πάλης των λαϊκών μαζών. Το να θεωρείται η Μεταπολίτευση ότι είναι η «δικαίωση» του Πολυτεχνείου, συντελεί στην απαξίωση της εξέγερσης. Η «γενιά του Πολυτεχνείου» αρχίζει και ταυτίζεται με την εξαργύρωση των αγωνιστικών ενσήμων ορισμένων την προς ακαδημαϊκή, πολιτική, κοινωνική και οικονομική αναρρίχηση. Στην πορεία, αυτή η «γενιά» φορτώνεται όλα τα κακώς κείμενα της πολιτικής και κοινωνικής ζωής. Από τα σκάνδαλα και τη μεγάλη διαπλοκή, μέχρι τη μικρή διαφθορά και το αργόσχολο δημόσιο. Το ΠΑΣΟΚ συντελεί στο μέγιστο βαθμό στην «κρατικοποίηση» του Πολυτεχνείου στρατολογώντας στελέχη της εξέγερσης που μέχρι τη δεκαετία του 80 ανήκαν στην Αριστερά. Το ενδιαφέρον βέβαια είναι ότι στην πορεία ορισμένες από τις μεταλλάξεις γίνονται ακόμα πιο κακοήθεις. Άνθρωποι που πέρασαν από την αντιδικτατορική πάλη και συμμετείχαν στην εξέγερση, μετασχηματίζονται σε συνήγορους της εξουσίας (της οποιασδήποτε εξουσίας, από το εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ μέχρι τη Δεξιά και το μνημονιακό ακραίο κέντρο), ενώ οι τοξικότερες περιπτώσεις αυτών, στρατεύονται επιθετικά εναντίον της Αριστεράς. Δεν έχουμε στην περίπτωση αυτή μια «γενιά του Πολυτεχνείου» που εξαργύρωσε τη συμμετοχή της στην εξέγερση, αλλά μια «γενιά του Πολυτεχνείου» που είδε το φως το αληθινό, ανένηψε και τώρα τάσσεται μαχητικά υπέρ της Δεξιάς.

Το να ξεχωρίσουμε, να διακρίνουμε ή ακόμα και να φέρουμε σε αντιπαράθεση το Πολυτεχνείο με τη Μεταπολίτευση, το κοινωνικοπολιτικό συμβόλαιο και το διαδοχικό ξεδόντιασμα του λαϊκού ριζοσπαστισμού, δεν πρέπει να σημαίνει και αδιαφορία μπροστά στην επιθετική παλινόρθωση της άρχουσας τάξης που βυσσοδομεί εναντίον της Μεταπολίτευσης και των κοινωνικών κεκτημένων που συμπυκνώνονται σε αυτήν. Η Μεταπολίτευση υμνήθηκε για τους λάθος λόγους και κατηγορείται για εξίσου λάθος λόγους. Υμνήθηκε για το κοινωνικό και πολιτικό συμβόλαιο που λειτούργησε -θωρακίζοντας έτσι την αστική πολιτική- και κατηγορήθηκε για τον πολιτικό και κοινωνικό συσχετισμό που έφερε και τις κατακτήσεις που αυτός ο συσχετισμός κατοχύρωσε μέχρι ένα τουλάχιστον σημείο. Ισχύει ωστόσο το ανάποδο. Η Μεταπολίτευση ως συσχετισμός δύναμης που αποτελεί ανάχωμα στην κοινωνική βαρβαρότητα αξίζει της υπεράσπισής μας, ενώ ως λύση που διασφάλιζε την ομαλή αλλαγή φρουράς (κατά τη διατύπωση του Α.Παπανδρέου) και την θωράκιση του αστικού πλαισίου εξουσίας, απαιτεί την κριτική μας.

Το Πολυτεχνείο ως όξυνση των αντιθέσεων

Η εξέγερση του Πολυτεχνείου είναι μια διαδικασία που τροφοδοτείται από δύο πλευρές: Από τη μια, η στρατιωτική δικτατορία επιχειρεί το πείραμα της φιλελευθεροποίησης με την κυβέρνηση Μαρκεζίνη και την απόπειρα ομαλής μετάβασης σε ένα ελεγχόμενο, σκληρά αντικομμουνιστικό αλλά αποδεκτό από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη, δηλαδή τυπικά δημοκρατικό, καθεστώς. Από την άλλη οι πολιτικές δυνάμεις που βλέπουν στη φιλελευθεροποίηση μια ευκαιρία συμμετοχής μετά από έξι χρόνια πολιτικής εξορίας. Η Δεξιά και το Κέντρο βλέπουν θετικά το εγχείρημα Παπαδόπουλου από τον Ιούλιο του 1973, υπό όρους και προϋποθέσεις. Αν και η Χούντα δεν είχε πολλούς άμεσους υποστηρικτές από τον προδικτατορικό αστικό πολιτικό κόσμο, δεν λείπουν οι «γεφυροποιοί» που βλέπουν στη φιλελευθεροποίηση μια μοναδική ευκαιρία ομαλής μετάβασης από την εξημερωμένη Χούντα στην αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία, μετάβαση που έγινε άλλωστε επιτυχημένα λίγο αργότερα στην Ισπανία, όταν μετά τον θάνατο του δικτάτορα Φράνκο, η εξουσία πέρασε στον βασιλιά που προκήρυξε εκλογές και την επάνοδο στην κοινοβουλευτική δημοκρατία. Η στήριξη της φιλελευθεροποίησης είναι κοινός τόπος στον παλιό αστικό κόσμο, στον τύπο, στην επιχειρηματική τάξη, αλλά και στις ξένες δυνάμεις. Δεν προκύπτει από κάποια εμπιστοσύνη στη στρατιωτική χούντα, αλλά από την μοιρολατρική εκτίμηση ότι η δικτατορία έχει πλέον ριζώσει και δεν μπορεί να αμφισβητηθεί, παρά μόνο αν μεταλλαχθεί από τα μέσα. Η υπερτίμηση της Χούντας δεν γίνεται όμως μόνο από την αστική πλευρά.

Η Αριστερά παλινωδεί και ταλαντεύεται ανάμεσα σε δύο γραμμές. Η επίσημη εκδοχή της βλέπει τη φιλελευθεροποίηση ως ευκαιρία να κερδηθούν θέσεις μάχης σε μια συνθήκη χαλάρωσης της ασφυκτικής καταστολής, ενώ τα νέα ρεύματα της Αριστεράς που συγκροτούνται τη δεκαετία του 60 εντός, εκτός, και ενάντια στην υπαρκτή Αριστερά, επιζητούν το τορπίλισμα της φιλελευθεροποίησης και μια πιο ριζοσπαστική διέξοδο. Η αντίθεση ανάμεσα σε αυτές τις γραμμές, χωρίς να μπορεί να μορφοποιηθεί σχηματικά και απόλυτα κάθε ώρα και στιγμή της εξέγερσης του Πολυτεχνείου και της πορείας προς την εξέγερση, καθορίζει τις αντιθέσεις μέσα στην εξέγερση. Μια ορισμένη λογική της Αριστεράς, μέσα σε όλη τη σύγχυση της παρανομίας που κρατά ήδη από τον Εμφύλιο, επιζητά βήμα το βήμα μικρά κέρδη και σταδιακό ανέβασμα της συνείδησης και της πάλης των μαζών. Αυτή η λογική είναι κυρίαρχη στις ηγεσίες και τα καθοδηγητικά κέντρα. Μια άλλη εκδοχή της, όχι απαραίτητα συγκροτημένη σε μηχανισμούς και οργανώσεις, θεωρεί ότι «η εξέγερση είναι δίκαιη», χωρίς να λογαριάζει μικροκέρδη και μικροζημιές. Η υπέρβαση των ορίων που έθεταν στις εξελίξεις τόσο η Δεξιά με το Κέντρο, όσο και η Αριστερά στις δύο επίσημες εκδοχές της (ΚΚΕ και ΚΚΕ εσ.), ήταν αυτή που έδωσε σχήμα στην εξέγερση, εξηγώντας και πολλές από τις παλινωδίες και τις αντιφάσεις των πολιτικών δυνάμεων απέναντι στην εξέγερση. Τα όρια αυτά συνέχισαν να υπάρχουν καθόλη τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης, αμφισβητήθηκαν σε διάφορες στιγμές από τον λαϊκό παράγοντα, αλλά και δοκιμάστηκαν σκληρά όταν η πολιτική και οικονομική κρίση οδήγησε στα μνημόνια και στις τεκτονικές αλλαγές στο πολιτικό και κοινωνικό σκηνικό. Η αποδοχή των ορίων που θέτει η άρχουσα τάξη για τη χώρα, αποδείχθηκε κοινός τόπος για την Αριστερά το 2015, είτε δια της πλάγιας αποχής, είτε δια της ευθείας συμμόρφωσης.

Η ταλάντευση ανάμεσα στην εκμετάλλευση των περιθωρίων που θα αφήσει στη δημοκρατική πάλη η φιλελευθεροποίηση της Χούντας, και στην έκφραση των πιο ριζοσπαστικών διαθέσεων του λαού και ειδικά της φοιτητικής νεολαίας, είναι η βασική αιτία που θα γεννήσει παλινωδίες, πισωγυρίσματα, ελιγμούς και συχνά αντιφατικές κινήσεις, μέσα στην εξέγερση. Τόσο οι κομματικές ηγεσίες της Αριστεράς με τα παράνομα κλιμάκιά τους, όσο και οι καθοδηγήσεις των αντίστοιχων νεολαιίστικων οργανώσεων παλαντζάρουν διαρκώς ανάμεσα στην υποστήριξη της πιο ριζοσπαστικής εκδοχής (κατάληψη και αναπόφευκτη εξέλιξη σε αντιχουντική – αντιφασιστική εξέγερση) και στη διολίσθηση προς μια πιο ήπια εκδοχή. Η ήπια εκδοχή εκκινούσε από την εκτίμηση ότι τα πράγματα δεν είναι ώριμα για μια κατά μέτωπο σύγκρουση με τη Χούντα, ότι τα αιτήματα πρέπει να περιοριστούν σε πιο στενό φοιτητικό πλαίσιο και ότι βαθμιαία και σταδιακά πρέπει το κίνημα να εκμεταλλευτεί τον χώρο που θα δώσει μελλοντικά η φιλελευθεροποίηση της Χούντας για να αναπτύξει τα δημοκρατικά κεντρικά-πολιτικά αιτήματά του. Αυτήν την ταλάντευση, το προβληματισμό, το διαρκές μπρος – πίσω, το παλατζάρισμα ανάμεσα στην ενεργητική συμμετοχή και στην απόσυρση, λύνεται στην πράξη με την ενθουσιώδη συμμετοχή των φοιτητών στην κατάληψη. Την απάντηση δεν την δίνουν τα στελέχη που έχουν μελετήσει τις εκτιμήσεις των κομματικών επιτελείων, αλλά το παλιρροϊκό κύμα που μπήκε στο Πολυτεχνείο το μεσημέρι της Τετάρτης και δεν ξαναβγήκε.

Η ταλάντευση φυσικά δεν σημαίνει ότι τα στελέχη της ΑντιΕΦΕΕ ή του Ρήγα που ήταν μέσα στο Πολυτεχνείο και προσπάθησαν να εφαρμόσουν την πιο «ήπια» ή «προσεκτική» γραμμή ήταν λιγόψυχοι ή ανεπαρκείς. Σημαίνει απλώς ότι κινήθηκαν βάσει άλλων εκτιμήσεων που εκ των πραγμάτων όμως αποδείχθηκαν αναντίστοιχες με τις εξελίξεις και την πραγματική βούληση των φοιτητών και της νεολαίας. Τα γεγονότα εδώ είναι πεισματάρικα: Το ΚΚΕ (αντι-ΕΦΕΕ) και το ΚΚΕ εσ. (Ρήγας Φεραίος) αποχωρούν από την κατάληψη το απόγευμα της Τετάρτης 14/11/73, για να ξαναμπούν αμέσως μετά, και αφού γίνεται σαφές ότι οι φοιτητές δεν πρόκειται να αποχωρήσουν. Στη μικροφωνική και στις ανακοινώσεις των πρώτων ωρών, γίνεται «μάχη» για το αν θα μπουν κεντρικά πολιτικά αντιχουντικά αιτήματα που παραπέμπουν σε μαζική εξέγερση ή αν θα περιοριστεί η κινητοποίηση σε φοιτητικά πλαίσια. Λίγο πριν την εισβολή των τανκς στελέχη της μετέπειτα «επίσημης Αριστεράς», καθόλα έντιμα και αγωνιστικά, ομολογούν παρόλα αυτά ότι οι άλλοι «πήραν τον κόσμο στο λαιμό τους». Φυσικά, δεν παύουν να είναι παρόντες και παρούσες, όρθιοι και όρθιες στις επάλξεις. Όμως, ακόμα και μήνες μετά την εξέγερση δίνουν και παίρνουν οι θεωρίες συνωμοσίας για τους «προβοκάτορες» που ξεκίνησαν την κατάληψη (Πανσπουδαστική Νο 8 κλπ).

Αν όμως οι δύο βασικές δυνάμεις της Αριστεράς, δεν επεδίωξαν την κατάληψη, τότε ποιος τη θέλησε; Οι πρωταγωνιστές της εξέγερσης, ανακαλώντας στη μνήμη τους τις στιγμές, μιλούν για τις συνθήκες χάους, αυθορμητισμού, πρωτόγνωρου ενθουσιασμού που κυριάρχησαν. Και είναι προφανές ότι μια εξέγερση που γίνεται σε συνθήκες παρανομίας δεν μοιάζει σε τίποτα με μια συνέλευση όπου οι ομιλητές καθαρά και παστρικά μεταφέρουν την κομματική γραμμή και ξεδιπλώνουν τα επιχειρήματά τους. Ωστόσο, και οι προφορικές μαρτυρίες, και τα γραπτά ντοκουμέντα, συντείνουν στο ότι φοιτητές από τον χώρο της επαναστατικής Αριστεράς ήταν αυτοί που, είτε δρώντας με «ανυπομονησία», είτε δρώντας με «ενθουσιασμό», είτε παρακινούμενοι από τις πιο μαχητικές εκτιμήσεις των οργανώσεων στις οποίες ανήκαν, έθεσαν τον στόχο της κατάληψης, παρέμειναν στο Πολυτεχνείο όταν αποχώρησαν προσωρινά η ΑντιΕΦΕΕ και ο Ρήγας Φεραίος, και επέμειναν σε ένα πολιτικό αντιφασιστικό – αντιμπεριαλιστικό πλαίσιο αιτημάτων. Αυτό το πλαίσιο αιτημάτων είναι που οδηγεί αναπόφευκτα στην περίφημη διατύπωση της Ανακοίνωσης της Επιτροπής Κατάληψης του Πολυτεχνείου του 1973:

Αρχίζοντας έτσι πολιτικό αγώνα οι φοιτητές και οι Έλληνες εργαζόμενοι, που κλείστηκαν στο Πολυτεχνείο ξεκαθαρίζουν τις θέσεις τους και καλούν τον ελληνικό λαό να συσπειρωθεί γύρω τους και ν’ αγωνιστεί μαζί τους ως την τελική νίκη. Πρωταρχική προϋπόθεση για την επίλυση όλων των λαϊκών προβλημάτων θεωρούμε την άμεση παύση του τυραννικού καθεστώτος της χούντας και την παράλληλη εγκαθίδρυση της λαϊκής κυριαρχίας.

Η «άλλη Αριστερά»

Ήδη από το 1972, την εποχή δηλαδή που ξεσπούν οι πρώτες μαζικές αμφισβητήσεις της Χούντας στο χώρο των εργαζομένων, των αγροτών, της νεολαίας, ομάδες και κινήσεις που αναφέρονται στο χώρο της επαναστατικής Αριστεράς (ΟΜΛΕ, ΑΑΣΠΕ, ΟΣΕ κλπ) συγκροτούνται έχοντας ως πεδίο αναφοράς τον αντιφασιστικό και αντιμπεριαλιστικό χαρακτήρα του κινήματος, ενώ στέκονται κριτικά απέναντι στην απόπειρα φιλελευθεροποίησης της Χούντας την οποία θεωρούν ελιγμό που επιζητά να ενσωματώσει τις αστικές δυνάμεις, και που δεν τροποποιεί το κεντρικό καθήκον για ανατροπή της δικτατορίας. Οι δυνάμεις αυτές αποτελούν μειοψηφία συγκρινόμενες με τις δυνάμεις του ΚΚΕ και του ΚΚΕεσ, αλλά κατορθώνουν και δίνουν τον τόνο στις περισσότερες κινητοποιήσεις καθώς συναντιούνται πιο αποτελεσματικά με μια νέα πρωτοπορία αγωνιστών που χωρίς εμπειρία και πολιτική ή οργανωτική «σύνδεση» με παράνομα καθοδηγητικά κέντρα κάνουν τα πρώτα τους πολιτικά βήματα.

Σε αντίθεση με τις εκτιμήσεις των επιτελείων ΚΚΕ και ΚΚΕεσ, αυτό το ρεύμα, με ανομοιομορφίες και αντιφάσεις, συναντιέται πάνω στη γραμμή της απόρριψης της χουντικής φιλελευθεροποίησης και συγκρούεται με τη γραμμή της προσαρμογής σε αυτή, της σταδιακής εκμετάλλευσης των «κενών» που θα άφηνε η ομαλοποίηση, και της «αντιδικτατορικής ενότητας». Το ρεύμα αυτό προπαγανδίζει ότι δεν είναι δυνατή μια ριζική αλλαγή σε όφελος του λαού αν δεν υπάρξει ανατροπή του καθεστώτος, αλλά και συνολικά, γκρέμισμα της υποτέλειας και της αμερικανοκρατίας. Έρχεται εκ των πραγμάτων σε αντιπαράθεση με εκτιμήσεις που προέρχονται από τον χώρο της προδικτατορικής ΕΔΑ και βλέπουν με ηττοπάθεια την κατάσταση, εκτιμούν ότι οι συνθήκες δεν έχουν ωριμάσει και ότι κάθε «παραχώρηση» της δικτατορίας πρέπει να γίνεται αποδεκτή ως περαιτέρω κατάκτηση για το δημοκρατικό αντιδικτατορικό κίνημα.

Μια εύκολη διαφυγή από την αναζήτηση ευθυνών για τη συγκεκριμένη στάση των δυνάμεων της επίσημης Αριστεράς είναι η υπερβολική επίκληση στο «αυθόρμητο». Σύμφωνα με αυτή την αφήγηση, όλες λίγο ή πολύ οι δυνάμεις, «αφέθηκαν» να παρασυρθούν από τον ριζοσπαστικό ενθουσιασμό. Είναι σωστό, ότι μια εξέγερση που δεν είναι σχεδιασμένη από ένα κομματικό επιτελείο αλλά αποτέλεσμα της δυναμικής των πραγμάτων, παρασύρει τις οργανωμένες δυνάμεις και τις εντάσσει, οργανικά ή όχι, εντός της. Άλλο τόσο όμως είναι σωστό, ότι υπήρξαν αντιπαραθέσεις για το αν η κινητοποίηση θα περιοριστεί στο αίτημα των ελεύθερων ή όχι φοιτητικών εκλογών, ή αν θα πάρει ευρύτερο χαρακτήρα. Όταν αυτή η μάχη κερδήθηκε, υπήρξε και πάλι αντιπαράθεση για το αν η κινητοποίηση θα καλέσει σε «αντιδικτατορική ενότητα» και «πολιτική λύση» καλώντας τις προδικτατορικές πολιτικές δυνάμεις να αναλάβουν τις ευθύνες τους, ή θα μετασχηματιστεί σε εξέγερση. Αυτές οι αντιπαραθέσεις κρύβονται επιδέξια πίσω από το «αυθόρμητο», το «ηρωικό», το «μεγαλειώδες» στοιχείο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, αλλά και πίσω από το ότι τα στελέχη των αντιδικτατορικών οργανώσεων της Αριστεράς, ανεξαρτήτως επιδιώξεων και εκτιμήσεων, σε τελική ανάλυση, ήταν εκεί. Το ερώτημα ωστόσο δεν είναι μόνο το ποιος ήταν εκεί, αλλά και τι ήθελε να κάνει. Όχι για να κατηγορηθεί επί του προσωπικού αλλά για να υπογραμμιστεί ο ρόλος και ο προσανατολισμός του κάθε φορέα, κόμματος, ρεύματος.

Η Δεξιά σήμερα κατηγορεί την Αριστερά για την καπηλεία του Πολυτεχνείου. Προφανώς έχει άδικο. Η Δεξιά, πολιτικά, ήταν απούσα από τους αγώνες για τη Δημοκρατία, όχι γιατί δεν ήθελε την πτώση της Χούντας, αλλά γιατί δεν πιστεύει στους αγώνες. Ωστόσο η καπηλεία είναι ένα πικρό αίσθημα που αφήνει ο μεταπολιτευτικός εορτασμός, και ειδικά ο εορτασμός των τελευταίων ετών, με την καταθλιπτική οργανωτική κυριαρχία της ΚΝΕ. Το ΚΚΕ εμφανίζεται όχι απλά ως «κληρονόμος» αλλά και ως το βασικό υποκείμενο της εξέγερσης, εικόνα που είναι πέρα για πέρα απατηλή. Από τον Οκτώβρη του ‘73 όπου η ΚΝΕ με απόφασή της απορρίπτει κατηγορηματικά ανοικτές μορφές αντιπαράθεσης με τη Χούντα, όπως οι καταλήψεις, μέχρι την αποχώρηση από την κατάληψη την πρώτη μέρα, από την προσπάθεια να περιοριστεί η κινητοποίηση στα φοιτητικά αιτήματα, μέχρι την «αναζήτηση πολιτικής λύσης με οικουμενική κυβέρνηση όλων των δημοκρατικών δυνάμεων» στην πρώτη συντονιστική, και από τις προσπάθειες «απαγκίστρωσης» από το Πολυτεχνείο, μέχρι την καταγγελία της «εισβολής των προβοκατόρων» στην Πανσπουδαστική Νο8, είναι σαφές ότι οι εκτιμήσεις αλλά και οι προσπάθειες του κόμματος ήταν, στην καλύτερη περίπτωση βαθιά λαθεμένες, στη χειρότερη εντελώς επιζήμιες. Και φυσικά, δεν μπόρεσαν να γίνουν πράξη. Ακόμα πιο συντηρητικές, φοβικές, ρεφορμιστικές είναι οι πολιτικές που επιχειρεί να εφαρμόσει το ΚΚΕεσ.

Αναιρούν όλα τα παραπάνω την αγνότητα, την αγωνιστικότητα, τον ενθουσιασμό, και τον ηρωισμό που έδειξαν οι αγωνιστές του Πολυτεχνείου; Είναι προσβολή των αγωνιστικών τους περγαμηνών; Είναι αναίρεση ή ακύρωση της προσφοράς τους; Σε καμιά περίπτωση. Ας μην ξεχνάμε ότι αυτές οι ρεφορμιστικές και συμβιβαστικές εκτιμήσεις – γραμμές ξεπεράστηκαν από τα ίδια τα μέλη των αντίστοιχων οργανώσεων, είτε επειδή η σύγχυση και η ασάφεια για το ποιος είναι τι, ήταν μεγάλες, είτε επειδή η ίδια η ζωή της εξέγερσης επέβαλε άλλη κατεύθυνση.

Δεν μπορούμε όμως να αναβαπτίζουμε στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ, όχι απλώς ένα κόμμα, αλλά μια ολόκληρη λογική που έκανε ουκ ολίγες φορές την εμφάνισή της κατά τη διάρκεια όχι μόνο της εξέγερσης αλλά και όλης της μεταπολιτευτικής περιόδου, επικαλούμενοι την εντιμότητα, την αγωνιστικότητα, αλλά ακόμα και τη μετέπειτα αγωνιστική πορεία των τότε μελών του. Και αυτό, γιατί οι συγκεκριμένες συμβιβαστικές, ρεφορμιστικές πολιτικές, χαρακτήρισαν σε βάθος χρόνου τα κόμματα της επίσημης Αριστεράς και φτάνουν μέχρι σήμερα. Από την πλήρη προσχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ στην αστική πολιτική με τα μνημόνια μέχρι το πείραμα τραμπισμού με τον Κασσελάκη, αλλά και με τις από καθέδρας διακηρύξεις του ΚΚΕ για τη λαϊκή εξουσία …όταν οι συνθήκες ωριμάσουν, ενώ σε κάθε κρίσιμη στιγμή που θα μπορούσε να αποδειχθεί επικίνδυνη για την αστική τάξη, επιλέγεται η αποχή.

Η επέτειος των 50 χρόνων από την εξέγερση βρίσκει την Αριστερά σε μια από τις χειρότερες στιγμές της. Οι επιπτώσεις από τα μνημόνια βαραίνουν κοινωνικά και πολιτικά, τμήμα της Αριστεράς μεταλλάχθηκε ανοικτά, το ΚΚΕ ψαρεύει εκλογικά ποσοστά χωρίς να συμβάλει στην αλλαγή του συσχετισμού δύναμης, η εξωκοινοβουλευτική Αριστερά πέρα από την τεράστια ανομοιογένεια που τη χαρακτηρίζει, στερείται της παραμικρής αξιοπιστίας. Η άλλη όψη του νομίσματος βέβαια είναι ότι παραμένει υπαρκτό ένα μεγάλο δυναμικό κόσμου, αγωνιστών, στελεχών, με αγωνία και προβληματισμό για την Αριστερά, το κίνημα και την κομμουνιστική υπόθεση. Παραμένει επίσης ενεργό, ένα ακόμα μεγαλύτερο δυναμικό ανθρώπων που σε χώρους δουλειάς, σπουδών και κατοικίας επιχειρούν να κρατήσουν ψηλά τις αντιστάσεις και το αγωνιστικό φρόνημα του λαού, παρά και ενάντια στις κατευθύνσεις και στον προσανατολισμό της υπαρκτής Αριστεράς.

Μισό αιώνα μετά, αναζητούνται όχι μόνο οι «προβοκάτορες», αλλά και το κόμμα τους.

Ανακοίνωση της Συντονιστικής Επιτροπής Κατάληψης του Πολυτεχνείου

«Οι φοιτητές απ’ όλες τις σχολές στη διάρκεια του φοιτητικού κινήματος συνειδητοποιήσαμε, πως τα προβλήματα μας, σχετικά με τον εκδημοκρατισμό της Παιδείας και τη λειτουργία του εκπαιδευτικού συστήματος, δεν λύνονται, χωρίς την αλλαγή της συγκεκριμένης πολιτικής καταστάσεως.

Αρχίζοντας έτσι πολιτικό αγώνα οι φοιτητές και οι Έλληνες εργαζόμενοι, που κλείστηκαν στο Πολυτεχνείο ξεκαθαρίζουν τις θέσεις τους και καλούν τον ελληνικό λαό να συσπειρωθεί γύρω τους και ν’ αγωνιστεί μαζί τους ως την τελική νίκη.

Πρωταρχική προϋπόθεση για την επίλυση όλων των λαϊκών προβλημάτων θεωρούμε την άμεση παύση του τυραννικού καθεστώτος της χούντας και την παράλληλη εγκαθίδρυση της λαϊκής κυριαρχίας. Η εγκαθίδρυση της λαϊκής κυριαρχίας συνδέεται αναπόσπαστα με την εθνική ανεξαρτησία από τα ξένα συμφέροντα, που χρόνια στήριζαν την τυραννία στη χώρα μας. Η πλατιά κινητοποίηση του ελληνικού λαού κι η εκδήλωση συμπαράστασης, απ’ όλες τις γωνιές της Ελλάδας είναι η καλύτερη απάντηση σε όσους επιχείρησαν να μας δυσφημήσουν.

Ελληνικέ λαέ, ο αγώνας γύρω από τη λαϊκή κυριαρχία και την εθνική ανεξαρτησία σήμερα συνίστανται στις άμεσες μαζικές διεκδικήσεις, στα οικονομικά, επαγγελματικά και κοινωνικά σου προβλήματα με απεργιακούς αγώνες, με μαζικές κινητοποιήσεις, με συλλαλητήρια, με προοπτική τη γενική απεργία για την ανατροπή της δικτατορίας. Η παρουσία μας εδώ αποτελεί κέντρο συσπείρωσης, κινητοποίησης και μαζικοποίησης του λαϊκού αγώνα.

Όλοι ενωμένοι στον αγώνα για τη δημοκρατία και την εθνική ανεξαρτησία».

Ο πόλεμος στη Γάζα υπό γεωπολιτική προοπτική

Το γεωπολιτικό τοπίο στη Δυτική Ασία υφίσταται επί του παρόντος σημαντικές αλλαγές και εξελίξεις που εκτείνονται πέρα από τα όρια συγκεκριμένων περιφερειακών συγκρούσεων. Σε αυτό το κείμενο, θα διερευνήσω τους διάφορους παράγοντες και τις δυναμικές που διαδραματίζονται, ρίχνοντας φως στις ευρύτερες επιπτώσεις και τις πιθανές συνέπειες αυτών των γεγονότων.

Η παρουσία αμερικανικών αεροπλανοφόρων στην περιοχή δεν μπορεί να αποδοθεί αποκλειστικά στην κατάσταση στη Γάζα. Ενώ η συνεχιζόμενη αντιπαράθεση στη Γάζα συγκεντρώνει τη διεθνή προσοχή, υπάρχουν και άλλα κίνητρα που προκαλούν την αμερικανική παρουσία. Ομοίως, οι Ρώσοι βλέπουν με ικανοποίηση τον πόλεμο στη Γάζα, καθώς αποσπά την προσοχή από την Ουκρανία. Ωστόσο, είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι τόσο οι Αμερικανοί όσο και οι Ρώσοι είναι τελικά αναγκασμένοι να επέμβουν λόγω των στρατηγικών τους συμφερόντων στην περιοχή.

Η Κίνα, ένας σημαντικός παίκτης στην παγκόσμια σκηνή, βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στη Δυτική Ασία για τον εφοδιασμό της με πετρέλαιο. Αντιλαμβάνεται ένα αίσθημα απειλής στην περιοχή, αλλά επωφελείται επίσης από την εκτροπή της αμερικανικής προσοχής από την Ανατολική Ασία. Αυτή η εκτροπή επιτρέπει στην Κίνα να συνεχίσει την ανοδική της πορεία, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι απασχολημένες στη Μέση Ανατολή. Μπορεί ακόμη και να ενθαρρύνει την Κίνα να αναλάβει δράση εναντίον της Ταϊβάν, ένα πολυαναμενόμενο βήμα στις γεωπολιτικές της φιλοδοξίες.

Οι αραβικές χώρες, από την άλλη πλευρά, δεν βλέπουν με τόση εμπιστοσύνη τη δύναμη του Ισραήλ. Ωστόσο, ο μεγαλύτερος φόβος τους έγκειται στην άνοδο των ισλαμιστικών δυνάμεων στην περιοχή. Αυτή η σύνθετη δυναμική δημιουργεί μια λεπτή πράξη εξισορρόπησης για τα αραβικά έθνη, καθώς πασχίζουν να βρουν το δρόμο τους μέσα σε αυτές τις ανησυχητικές καταστάσεις.

Το αραβικό κοινό, βαθιά εξοργισμένο από τις συνεχιζόμενες συγκρούσεις και τις εύκολα αντιληπτές αδικίες, αποτελεί σημαντικό κίνδυνο για περαιτέρω αστάθεια. Το ενδεχόμενο ενός νέου κύματος μιας πιο βίαιης Αραβικής Άνοιξης δεν μπορεί να αγνοηθεί, καθώς η δημόσια απογοήτευση φτάνει σε σημείο βρασμού.

Το Ιράν, μια βασική περιφερειακή δύναμη, αντιμετωπίζει μια κρίσιμη συγκυρία. Το αφήγημα που το νομιμοποιεί συγκροτείται πάνω στην αντιπαράθεση του με τις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ. Η αποτυχία παρέμβασης σε περιφερειακές συγκρούσεις, όπως αυτές στη Συρία, το Ιράκ, τον Λίβανο και την Υεμένη, ενέχει τον κίνδυνο να υπονομεύσει τη βασική αφήγηση του Ιράν και ενδεχομένως να διαβρώσει την επιρροή του.

Η Παλαιστινιακή Αρχή βρίσκεται να χάνει την τοπική υποστήριξη και νομιμοποίηση, κυρίως λόγω της αποτυχίας της ειρηνευτικής διαδικασίας και της επακόλουθης απώλειας της Δυτικής Όχθης, της Ιερουσαλήμ και της κατάρρευσης της λύσης των δύο κρατών. Η απογοήτευση των Παλαιστινίων έχει οδηγήσει σε αυξημένο σκεπτικισμό όσον αφορά την ικανότητα της Αρχής να εκπροσωπεί αποτελεσματικά τα συμφέροντά τους.

Επιπλέον, υπάρχει αυξανόμενη ανησυχία ότι οι Εβραίοι μπορεί να μην αντιλαμβάνονται πλέον το Ισραήλ ως ασφαλές καταφύγιο. Αυτή η ανησυχία θα μπορούσε να οδηγήσει σε έξοδο των εβραϊκών πληθυσμών, περιπλέκοντας περαιτέρω την ήδη τεταμένη κατάσταση στην περιοχή.

Από οικονομικής άποψης, η χώρα αντιμετωπίζει σημαντικό κίνδυνο κατάρρευσης, καθιστώντας την μη ασφαλές περιβάλλον για επενδύσεις. Ο αγώνας του Ισραήλ να προστατεύσει τον εαυτό του και να δημιουργήσει συνεργασίες με άλλα έθνη επιδεινώνει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει στο γεωπολιτικό τοπίο.

Εσωτερικά, το Ισραήλ παλεύει με διαιρέσεις και απώλεια της πίστης στην ταυτότητά του ως “σύγχρονο δημοκρατικό κράτος”. Αυτά τα εσωτερικά ρήγματα αποδυναμώνουν την ικανότητα της χώρας να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις εξωτερικές προκλήσεις και να διατηρήσει τη σταθερότητα.

Το σημερινό πλήγμα, παρά τις σημαντικές απώλειες που παρατηρήθηκαν στη Γάζα, έχει βαθιές επιπτώσεις. Αποτελεί μια έντονη υπενθύμιση της ευθραυστότητας της περιοχής και της ανάγκης για συνολική επαναξιολόγηση των υφιστάμενων προσεγγίσεων και στρατηγικών.

Βρισκόμαστε σε μια ιστορική συγκυρία, μάρτυρες της δημιουργίας μιας νέας παγκόσμιας τάξης πραγμάτων. Το αποτέλεσμα αυτών των γεωπολιτικών εξελίξεων στη Δυτική Ασία θα έχει εκτεταμένες συνέπειες, όχι μόνο για την περιοχή αλλά και για την παγκόσμια ισορροπία δυνάμεων.

Το Παλαιστινιακό Κίνημα Αντίστασης, στον απόηχο των σημερινών συγκρούσεων, είναι έτοιμο να αναδειχθεί ισχυρότερο. Αυτή η ανάκαμψη έχει τη δυνατότητα να αναδιαμορφώσει ολόκληρη την περιοχή και να λειτουργήσει ως καταλύτης για την ελευθερία και την αυτοδιάθεση.

Ενώ η παρακμή της Δυτικής Ευρώπης εκτυλίσσεται σταδιακά, οικονομικοί παράγοντες συμβάλλουν σημαντικά στην αποδυνάμωσή της. Η παρακμή αυτή δημιουργεί κενό ισχύος, αφήνοντας περισσότερο χώρο για την κινεζική επιρροή, καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες χάνουν την εστίασή τους και ανακατευθύνουν την προσοχή τους αλλού.

Για πολλούς, τα γεγονότα αυτά μπορεί να σηματοδοτήσουν τη δεύτερη φάση της διαφυγής από τη μέγγενη της αποικιοκρατίας. Η επιδίωξη γνήσιας ανεξαρτησίας, απαλλαγμένης από την αμερικανική και ευρωπαϊκή κυριαρχία, αποκτά δυναμική, καθώς οι περιφερειακοί παράγοντες προσπαθούν να επαναπροσδιορίσουν τις σχέσεις τους και να διεκδικήσουν την κυριαρχία τους.

Η τρέχουσα κατάσταση στη Δυτική Ασία θα μπορούσε να αποτελέσει τον καταλύτη για την άνοδο του μουσουλμανικού κόσμου και την επίτευξη της θέσης που του αξίζει στον κόσμο. Καθώς τα γεγονότα προχωρούν και η γεωπολιτική δυναμική συνεχίζει να εξελίσσεται, είναι σημαντικό να παρακολουθούμε και να αναλύουμε στενά αυτές τις εξελίξεις, κατανοώντας τις επιπτώσεις τους στην περιφερειακή σταθερότητα και την παγκόσμια τάξη.

Πηγή: Middle East Monitor

Μετάφραση: antapocrisis

Ποιος φταίει για τον πληθωρισμό που καλπάζει στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή αλλιώς, από ποιο ‘λεφτόδενδρο’ βγαίνουν τα λεφτά που στέλνει ο Μπορέλ και η Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν στο Κίεβο

 

Τις τελευταίες μέρες πληθαίνουν οι φωνές των χωρών της ΕΕ που φτάνουν στα όρια των αντοχών τους λόγω της αποστολής πόρων στην Ουκρανία. Το νέο σχέδιο του σπινθηροβόλου (Borrell) για δημιουργία ενός χωριστού ταμείου που θα εφοδιάζεται με 5 δις ευρώ τον χρόνο για τα επόμενα 4 έτη προκειμένου να αγοράζεται ‘θανατηφόρα’ βοήθεια για αποστολή στο Κίεβο συναντά σοβαρές αντιστάσεις από πολλά μέλη της Ένωσης, ανάμεσα σε αυτά και από την Γερμανία, αναφέρει ρεπορτάζ του Reuters. Το σχέδιο Μπορέλ είναι απίθανο να επιβιώσει με την παρούσα μορφή του, δήλωσαν αρκετοί διπλωμάτες στο Reuters. Σημειώνεται ότι μέχρι στιγμής η ΕΕ έχει διαθέσει ήδη, εν μέσω καλπάζοντος πληθωρισμού και εξαπλωνόμενης κρίσης, 83 δις ευρώ για ‘βοήθεια’ στο Κίεβο.

Ενώ ο επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, Josep Borrell, ξεκίνησε τις πιέσεις για την τετραετή πρωτοβουλία δαπανών από τον Ιούλιο, αρκετά κράτη μέλη δεν έχουν ακόμη ενστερνιστεί την ιδέα, διστάζοντας να δεσμεύσουν τόσο σημαντική χρηματοδότηση εκ των προτέρων και για τέτοιο βάθος χρόνου, είπαν οι διπλωμάτες.

«Η Γερμανία είχε πολλές ερωτήσεις… και δικαίως. Μιλάμε για πολλά χρήματα», δήλωσε ανώτερος Ευρωπαίος διπλωμάτης στο πρακτορείο την Παρασκευή. «Δεν πρόκειται να το χαρακτηρίσω νεκρό σε αυτό το σημείο ακόμα [ΣΗΜ το σχέδιο Μπορέλ]. Αλλά φυσικά, πάντα μπορούν να γίνουν βελτιώσεις».

Επιπλέον, σύμφωνα με άλλο ρεπορτάζ του Reuters, ένα διαφορετικό πακέτο ‘βοήθειας’ 50 δις ευρώ προς το Κίεβο κινδυνεύει λόγω Ουγγρικού-Σλοβακικού βέτο. Συγκεκριμένα, ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Ορμπάν καταψήφισε το πακέτο σε ψηφοφορία τον περασμένο μήνα. Η πρόταση «δεν είχε επεξεργαστεί σωστά και δεν ήταν κατάλληλη για να αποτελέσει βάση σοβαρών διαπραγματεύσεων, γι’ αυτό και την απορρίψαμε», δήλωσε ο Ούγγρος πρωθυπουργός.

Η Σλοβακία, επίσης, αμφισβητεί τη σοφία της συνέχισης της βοήθειας προς το Κίεβο μετά από σχεδόν δύο χρόνια συγκρούσεων. Μιλώντας σε δημοσιογράφους τον Οκτώβριο, ο νεοεκλεγμένος πρωθυπουργός Ρόμπερτ Φίκο αναρωτήθηκε: «Η χρηματοδότηση της Ουκρανίας άλλαξε την έκβαση αυτού του πολέμου;» και πρόσθεσε: «Επομένως, ας επενδύσουμε άλλα 50 δισεκατομμύρια και ό,τι θέλει ας γίνει; Είναι άραγε η στρατηγική μας  να συνεχίσουμε να ρίχνουμε χρήματα εκεί, 1,5 δισεκατομμύριο ευρώ το μήνα χωρίς κανένα αποτέλεσμα, και εμείς να πρέπει να περικόψουμε τους δικούς μας πόρους; Στο κάτω κάτω, κι εμείς έχουμε τεράστια προβλήματα και το δημόσιο ταμείο βρίσκεται σε δύσκολη κατάσταση» συμπλήρωσε.

Αλλά το σημαντικότερο (ίσως) νέο είναι η πληροφορία στο ρεπορτάζ του Reuters, το οποίο μάλιστα τιτλοφορείται: «Η ΕΕ έχει “σχέδιο Β” αν η Ουγγαρία ασκήσει βέτο σε βοήθεια ύψους 50 δισ. ευρώ για την Ουκρανία», ότι η Κομισιόν θα εξευτελίσει τις καταστατικές προβλέψεις των συνθηκών ίδρυσης και λειτουργίας της ΕΕ καθώς προετοιμάζει καινοφανείς διαδικασίες προκειμένου να παρακάμψει το Ούγγρο-Σλοβακικό βέτο δίνοντας εντολή στα κράτη μέλη να στείλουν ατομικά το κάθε ένα το ποσό που προβλέπει το πακέτο προς το Κίεβο.

Είναι ασφαλές να προβλέψουμε ότι νέο-εφευρεθείς τρόπος παράκαμψης του βέτο, που από τις ιδρυτικές συμφωνίες της ΕΕ προβλέπεται ως νόμιμο μέσο άμυνας μίας χώρας, στο εξής θα χρησιμοποιείται προκειμένου να μεταλλαχθεί το σύστημα λήψης αποφάσεων σε πλειοψηφικό, κάτι που ορισμένες χώρες ζητούν εδώ και καιρό.

Έτσι η ΕΕ τελικά θα είναι σε θέση να χορηγήσει στην Ουκρανία ‘βοήθεια’ ύψους 50 δισεκατομμυρίων ευρώ (53,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων), ακόμη και αν η Ουγγαρία και η Σλοβακία ασκήσουν βέτο, ανέφερε την Παρασκευή το Reuters, επικαλούμενο ανώνυμους αξιωματούχους του μπλοκ. Τέλος καλό, όλα καλά, που λέει και η παροιμία. Όμως, μόνο αίσιο που δεν θα είναι το τέλος σε όλη αυτή την ιστορία εκτύπωσης πληθωριστικού χρήματος από την ΕΚΤ που ακολουθεί εδώ τα αχνάρια του ‘μεγάλου διδασκάλου’, δηλαδή του Federal Reserve των ΗΠΑ.

Ας δούμε όμως πιο συγκεκριμένα το ρεπορτάζ του Reuters. Σύμφωνα με αυτό η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει προτείνει να δοθούν στην Ουκρανία περαιτέρω επιχορηγήσεις και δάνεια για να βοηθήσει στη σύγκρουση με τη Ρωσία, αν και η Ουγγαρία και η Σλοβακία άσκησαν βέτο τον περασμένο μήνα. Τα 27 μέλη της ΕΕ θα ψηφίσουν την επόμενη φορά για το πακέτο βοήθειας ύψους 50 δισεκατομμυρίων ευρώ σε σύνοδο κορυφής στις Βρυξέλλες τον Δεκέμβριο. Εάν ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Ορμπάν, ο οποίος έχει επανειλημμένα ζητήσει κατάπαυση του πυρός και ειρηνευτικές συνομιλίες στην Ουκρανία, ασκήσει και πάλι βέτο, το μπλοκ θα μπορούσε να το παρακάμψει ζητώντας από καθεμία από τις άλλες κυβερνήσεις της ΕΕ να καταρτίσουν τα δικά τους πακέτα βοήθειας για το Κίεβο, δήλωσαν δύο αξιωματούχοι της ΕΕ στο Reuters.

H επιμονή της Κομισιόν, ‘παράδοξη’ λόγω της εκ πρώτης όψεως παράλογης εμμονής σε ένα δρόμο με προδιαγεγραμμένα δυσμενή αποτελέσματα—ηλιθιότητα, έλεγε ένας σοφός, είναι να επιμένεις και να επαναλαμβάνεις τα ίδια λάθη πιστεύοντας ότι αυτή τη φορά τα πράγματα θα είναι διαφορετικά—οδηγεί σε επέκταση της δυστυχίας στην ΕΕ καθώς η τελευταία, ακολουθώντας όπως είπαμε το αμερικανικό υπόδειγμα, προχωρά πλέον στην εκτύπωση χρήματος για να το ρίχνει στον πίθο των Δαναΐδων.

Οι άρχουσες τάξεις της Ευρώπης βρίσκονται σε παράκρουση προσπαθώντας να υλοποιήσουν την επιθυμία τους να διαλύσουν τη Ρωσική Ομοσπονδία και διπλασιάζουν συνεχώς το στοίχημα ποντάροντας ακόμη και χρήματα που δεν έχουν στην αιμορραγία της Ρωσίας στα μέτωπα της Ουκρανίας. Αλλά τα χρήματα που αυτές οι ελίτ τζογάρουν οδηγούν σε ανείπωτη δυστυχία τους λαούς της Ευρώπης των οποίων οι μισθοί παραμένουν καθηλωμένοι ενώ τα έξοδα συντήρησής τους καλπάζουν.

Την παράκρουση αυτή εκφράζει καλύτερα μεταξύ όλων των γραφειοκρατών της ‘αριστοκρατίας’ των μη εκλεγμένων κυβερνώντων της ΕΕ, που έχουν καθίσει στους σβέρκους μας ελέω μαζικής ύπνωσης των πάλαι ποτέ κραταιών εργατικών κινημάτων, ο σπινθηροβόλος Μπορέλ, ο οποίος κατά καιρούς πετάει δεξιά και αριστερά ‘κοτσάνες’, όπως η μεγαλειώδης εκείνη όπου καλούσε τους Ευρωπαίους να διδαχθούν από την αδυναμία του Ναπολέοντα και του Χίτλερ να καταλάβει την Ρωσία και εξηγούσε ότι η καταστροφή της αχανούς και πλούσιας χώρας απαιτεί μεγαλύτερη ευελιξία. Ή όπως η άλλη, σύμφωνα με την οποία η ΕΕ είναι ένας παραδείσιος κήπος ενώ έξω από αυτόν οι δυνάμεις της ζούγκλας λυσσομανούν.

Έτσι, αξίζει να θυμηθούμε κάποιες παλιότερες δηλώσεις του ανδρός περί την 1η Οκτωβρίου φέτος. Τότε δήλωνε ότι ακόμη και αν οι ΗΠΑ σταματήσουν την χρηματοδότηση του Κιέβου, η ΕΕ θα αναλάβει αυτοτελώς τη συνέχισή της προκειμένου να μπορέσει ο Ζελένσκι να συνεχίσει απτόητος τη σφαγή του λαού του.

Ο Μπορέλ χτυπά το καμπανάκι αλλά το εργατικό κίνημα δεν ακούει…

Με αφορμή της άρνηση του αμερικανικού κογκρέσου να συμπεριλάβει τη ‘βοήθεια’ προς την Ουκρανία στο πακέτο για την συνέχιση της λειτουργίας του αμερικανικού δημοσίου, που υποτίθεται ότι θα σταματούσε να λειτουργεί λόγω στερέματος των χρημάτων, ο σπινθηροβόλος είχε δηλώσει ότι η στρατιωτική βοήθεια της ΕΕ προς την Ουκρανία δεν θα εξαρτηθεί από τις αποφάσεις των ΗΠΑ μιλώντας σε δημοσιογράφους κατά την επίσκεψή του στο Κίεβο την Κυριακή 1 Οκτωβρίου. Οι Βρυξέλλες σχεδιάζουν να συνεχίσουν και να αυξήσουν περαιτέρω τη στρατιωτική τους βοήθεια προς τις ουκρανικές δυνάμεις, είχε προσθέσει.

«Εμείς δεν περιμέναμε να ληφθεί η απόφαση [των ΗΠΑ] για να αυξήσουμε τις προτάσεις μας για τη στήριξη της Ουκρανίας», δήλωσε ο σπινθηροβόλος όταν ρωτήθηκε σχετικά με την αντίδραση της ΕΕ στην αφαίρεση της στρατιωτικής βοήθειας προς το Κίεβο από το αμερικανικό Κογκρέσο από το νομοσχέδιο για τις βραχυπρόθεσμες δαπάνες, που ψηφίστηκε εκείνο το Σαββατοκύριακο (30 Σεπτεμβρίου).

Οι Βρυξέλλες, εκμυστηρεύτηκε ο Μπορέλ, εξακολουθούν να λυπούνται για την απόφαση των Αμερικανών νομοθετών «βαθύτατα και εκτεταμένα» ενώ εξέφρασε την ελπίδα ότι «αυτή δεν θα είναι μια οριστική απόφαση και η Ουκρανία θα συνεχίσει να έχει την υποστήριξη των ΗΠΑ».

Μπορέλ: Εμείς θα ταΐζουμε το Κίεβο ανεξάρτητα από το τι θα κάνουν οι ΗΠΑ
και ανεξάρτητα από την έκβαση του πολέμου,
διότι η Ευρώπη αντιμετωπίζει ‘υπαρξιακή απειλή’!

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε προτείνει νωρίτερα τη δημιουργία ενός ταμείου για την Ουκρανία ύψους 50 δισεκατομμυρίων ευρώ (52,8 δισεκατομμυρίων δολαρίων), σημείωσε ο κορυφαίος κηπουρός διπλωμάτης του μπλοκ, προσθέτοντας ότι ο ίδιος πρότεινε επίσης τη δημιουργία ενός παρόμοιου ταμείου ύψους 20 δισεκατομμυρίων ευρώ (21,13 δισεκατομμυρίων δολαρίων) στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Ειρήνης σε σύνοδο των υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ τον Αύγουστο [ΣΗΜ. Είναι τα 20 δις για τα οποία γράψαμε στην αρχή, που πλέον συναντάνε την βαρυγκώμια ακόμη και της Γερμανίας].

«Ας δούμε τι θα συμβεί στις ΗΠΑ, αλλά από την πλευρά μας θα συνεχίσουμε να στηρίζουμε και να αυξάνουμε τη στήριξή μας», δεσμεύτηκε ο αξιωματούχος. Ο κορυφαίος κηπουρός διπλωμάτης της ΕΕ υποστήριξε επίσης ότι η στρατιωτική βοήθεια του μπλοκ προς το Κίεβο είναι «μόνιμα δομημένη» και δεν εξαρτάται από τις αποφάσεις άλλων εθνών ή τα αποτελέσματα των στρατιωτικών προσπαθειών της Ουκρανίας.

Το τελευταίο απόφθεγμα προφανώς αποτελεί ακόμη μία λογική υπέρβαση του σπινθηροβόλου, καθώς η ενδεχόμενη κατάρρευση των στρατευμάτων του Κιέβου προφανώς θα επηρεάσει, και μάλιστα τελεσίδικα, όχι μόνο την παραπέρα αποστολή στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία, αλλά και την υποτιθέμενη είσπραξη από τις Βρυξέλλες στο μέλλον των χρεών του Κιέβου.

«Αντιμετωπίζουμε μια υπαρξιακή απειλή για την Ευρώπη» [έτσι ακριβώς!], υποστήριξε ο Μπορέλ, προσθέτοντας ότι αν οι Βρυξέλλες θέλουν τα ουκρανικά στρατεύματα να είναι «πιο επιτυχημένα, πρέπει να τους παρέχουμε καλύτερα όπλα και πιο γρήγορα». Βέβαια, οι μη εκλεγμένοι γραφειοκράτες που αποτελούν τη σύγχρονη αριστοκρατία της Ευρώπης καθόλου δεν νοιάζονται αν η δυστυχία εξαπλώνεται στην ήπειρο και οι λαοί πραγματικά βρίσκονται στα πρόθυρα υπαρξιακής απειλής. Όπως θάλεγε και η Μαρία Αντουανέτα, «αν δεν έχουν ψωμί, γιατί δεν τρώνε παντεσπάνι».

Κατά την ίδια συζήτηση με τους δημοσιογράφους στο Κίεβο, ο σπινθηροβόλος άφησε επίσης να εννοηθεί ότι το Κίεβο θα πρέπει να είναι πιο ευγνώμων για τις προσπάθειες του μπλοκ. Σε ορισμένες περιπτώσεις, «η υποστήριξή μας δεν γίνεται αντιληπτή ως τόσο σημαντική όσο είναι», υποστήριξε ο κορυφαίος κηπουρός διπλωμάτης της ΕΕ. Σημείωσε ότι η συνολική στρατιωτική βοήθεια των Βρυξελλών και των κρατών μελών της ΕΕ προς την Ουκρανία ανήλθε σε 25 δισεκατομμύρια ευρώ (26,4 δισεκατομμύρια δολάρια), ενώ η σωρευτική στρατιωτική, οικονομική και ανθρωπιστική στήριξη έφθασε τα 85 δισεκατομμύρια ευρώ (89,8 δισεκατομμύρια δολάρια).

*          *          *

Υστερόγραφο

Το άρθρο αυτό είχε ήδη γραφτεί όταν ο σπινθηροβόλος …ξαναχτύπησε.  Εκφωνώντας βιντεοσκοπημένη ομιλία στο Συνέδριο του Κόμματος των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών (PES–ο θεός να τους κάνει ‘σοσιαλιστές’) στη Μάλαγα της Ισπανίας το Σάββατο 11 Νοεμβρίου, ο Μπορέλ δήλωσε ότι η σύγκρουση στην Ουκρανία «διαρκεί πάρα πολύ», ενώ παραδέχθηκε ότι το Κίεβο δεν θα ήταν σε θέση να αντιμετωπίσει τον ρωσικό στρατό χωρίς τη δυτική υποστήριξη.

Οι χώρες της ΕΕ που διαθέτουν «τα απαραίτητα μέσα για να βοηθήσουν» θα πρέπει επίσης να έχουν την πολιτική βούληση να συνεχίσουν να υποστηρίζουν την πολιτική βοήθειας του μπλοκ προς την Ουκρανία, και ενδεχομένως ακόμη και να την επεκτείνουν, δήλωσε ο Borrell. Ο διπλωμάτης προειδοποίησε επίσης ότι η ΕΕ μπορεί ακόμη και να χρειαστεί να παρέμβει για να αντικαταστήσει τη βοήθεια των ΗΠΑ, σε περίπτωση που αυτή μειωθεί. Προέβλεψε ότι η μείωση αυτή πιθανότατα θα συμβεί και εκτίμησε ότι η αποφασιστικότητα της ΕΕ να υποκαταστήσει τις ΗΠΑ θα αποτελέσει ένα τεστ για την ΕΕ .

Η συνολική βοήθεια από διάφορες πηγές προς την Ουκρανία κατά το διάστημα 24/1/2022-31/7/2023 (τα πλέον πρόσφατα δημοσιευμένα δεδομένα) όπως τα παρουσιάζει η εγκυρότερη σχετική πηγή, το γερμανικό Ινστιτούτο για την Παγκόσμια Οικονομία του Κιέλου. Με πορτοκαλί είναι η στρατιωτική βοήθεια, με θαλασσί η ανθρωπιστική και με σκούρο μπλε η χρηματο-οικονομική. Οι ‘θεσμοί’ της ΕΕ αποτελούν τον μεγαλύτερο χορηγό με συνολική βοήθεια 84,82 δισεκατομμύρια ευρώ (εκ των οποίων 5,6 δις στρατιωτική, 2,14 ανθρωπιστική και 77,08 χρηματο-οικονομική). Ακολουθούν οι ΗΠΑ με 69,44 δις (αντίστοιχος καταμερισμός 42,1-3,54-23,8) και η Γερμανία με 20,88 δις (αντίστοιχος καταμερισμός 17,1-2,48-1,3). Σημειώνεται ότι η βοήθεια που έχει παράσχει η κάθε χώρα της ΕΕ δεν συμψηφίζεται με τη βοήθεια των θεσμών της ΕΕ (λέγε με Μπορέλ και Ούρσουλα), δηλαδή είναι επιπλέον.

Παρόλο που η ΕΕ και τα μέλη της έχουν δαπανήσει σχεδόν διπλάσια ποσά από τις ΗΠΑ για τη συνολική στρατιωτική, οικονομική και ανθρωπιστική βοήθεια προς την Ουκρανία, η Ουάσινγκτον παραμένει ο μεγαλύτερος στρατιωτικός χορηγός του Κιέβου με μεγάλη διαφορά, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Παγκόσμιας Οικονομίας του Κιέλου της Γερμανίας.

Μόνο οι ΗΠΑ έχουν δαπανήσει περίπου 45 δισεκατομμύρια δολάρια για στρατιωτική βοήθεια προς την Ουκρανία, ακολουθούμενες από τη Γερμανία με 18,2 δισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με τα στοιχεία. Ωστόσο, το Πεντάγωνο προειδοποίησε νωρίτερα αυτή την εβδομάδα ότι δυνητικά του απέμενε μόνο 1 δισεκατομμύριο δολάρια για στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία και ότι θα πρέπει από εδώ και στο εξής να στέλνει τα πακέτα όπλων ‘με το δελτίο’.

Στην ομιλία του το Σάββατο, ο Μπορέλ επέμεινε ότι «πρέπει να παραμείνουμε ενωμένοι και να ετοιμαστούμε για μια μεγαλύτερης διάρκειας σύγκρουση».

Δηλαδή, το καινούργιο στοιχείο από τα λεγόμενα του σπινθηροβόλου είναι ότι ‘δεν καταλαβαίνει Χριστό’ και ετοιμάζεται να καταστήσει τους θεσμούς της ΕΕ όχι μόνο τον μεγαλύτερο χορηγό, όπως συμβαίνει σήμερα, αλλά και φιλοδοξεί να ‘δώσει τα ρέστα του’ υποκαθιστώντας το σύνολο της αμερικανικής βοήθειας προς το Κίεβο «αν χρειαστεί».

 

Ο Νόρμαν Φινκελστάιν απαντά στον Μπέρνι Σάντερς

Ο γερουσιαστής Bernie Sanders απορρίπτει κατηγορηματικά την κατάπαυση του πυρός προκειμένου να «καταστραφεί η Χαμάς»

Αφού είδε την εμφάνιση του γερουσιαστή Σάντερς στο CNN το πρωί της 5ης Νοεμβρίου, ο Νόρμαν Φινκελστάιν αποφάσισε ότι ήταν απαραίτητο να δημοσιεύσει μια ανοιχτή βιντεοσκοπημένη απάντηση στον γερουσιαστή. Το εν λόγω απόσπασμα [της εμφάνισης του Μπέρνι Σάντερς στο CNN] παρουσιάζεται στο βίντεο, ακολουθούμενο από την απάντηση του Norman, η οποία καταγράφηκε το βράδυ της 5ης Νοεμβρίου 2023.

Το αναφερόμενο tweet του Σάντερς στο 36:27.

(Υπάρχει μια σύντομη ηχώ κατά τα πρώτα δέκα δευτερόλεπτα του τμήματος του Norman, την οποία ελπίζουμε ότι οι θεατές θα αγνοήσουν).

[ΣΗΜ. Η μετάφραση έγινε από την πρόχειρη απομαγνητοφώνηση του μηνύματος του Φινκελστάιν που έχει αναρτηθεί από τον ίδιο στο substack. Φυσικά χαρακτηρίζεται από τα χάσματα και υπονοούμενα του προφορικού λόγου, επομένως αν υπάρχει η δυνατότητα συνίσταται η παρακολούθηση του πρωτότυπου βίντεο που έχει αναρτηθεί στην παραπάνω διεύθυνση]

*          *          *

Παγωμένη εικόνα από το μήνυμα του γνωστού διανοούμενου και ακτιβιστή Norman Finkelstein,
όπου απαντά στις πολεμοκαπηλείες του φερόμενου ως ‘προοδευτικού’ γερουσιαστή από το Vermont.

Το όνομά μου είναι Norm Finkelstein. Άκουσα τη δήλωση του Μπέρνι Σάντερς σήμερα το βράδυ όπου τάχθηκε κατά της κατάπαυσης του πυρός. Είχα προγραμματίσει να περάσω αυτό το βράδυ διαβάζοντας, καθώς έχω μείνει τρομερά πίσω στο διάβασμά μου και αν δεν συνεχίσω να διαβάζω, δεν μπορώ να φέρω κάτι φρέσκο και σημαντικό σε αυτό που συμβαίνει τώρα. Ήμουν τόσο έξαλλος με εκείνη την παρατήρηση του Μπέρνι, όταν είπε ότι αντιτίθεται στην κατάπαυση του πυρός και τα σωθικά μου άρχισαν να σπαρταράνε και αποφάσισα ότι έπρεπε να απαντήσω. Τώρα αυτό είναι εντελώς απροετοίμαστο. Δεν υπάρχουν ειδικά εφέ, που να κάνουν τις παρατηρήσεις μου πιο αποτελεσματικές. Απλώς τα λέω, καθώς οι λέξεις μου βγαίνουν από το μυαλό μου κατευθείαν στον κυβερνοχώρο. Τώρα, ο Μπέρνι είπε σε αυτή τη συνέντευξη ότι αντιτίθεται στην κατάπαυση του πυρός. Και οι λόγοι για τους οποίους ήταν αντίθετος στην κατάπαυση του πυρός ήταν ότι η Χαμάς ήθελε να καταστρέψει το Ισραήλ, και ως εκ τούτου η Χαμάς πρέπει να καταστραφεί. Ας δούμε λοιπόν τα γεγονότα. Δεν πρόκειται να πάω εντελώς στην Ιστορία. Θα ξεκινήσω από το 2006.

Το 2006 διεξήχθησαν βουλευτικές εκλογές στη Δυτική Όχθη και στη Γάζα. Αυτές οι εκλογές προτάθηκαν στον παλαιστινιακό λαό από την αμερικανική κυβέρνηση, ήταν εκείνη η ξεχασμένη πλέον στιγμή της κυβέρνησης Μπους που ονομάστηκε “προώθηση της δημοκρατίας”. Και μέρος αυτού του πακέτου που ονομάστηκε “προώθηση της δημοκρατίας” ήταν ότι οι Παλαιστίνιοι υποτίθεται ότι θα συμμετείχαν σε αυτές τις υπέροχες δημοκρατικές εμπειρίες. Και η Χαμάς παροτρύνθηκε να συμμετάσχει σε αυτές τις εκλογές και άλλαξε πορεία. Μέχρι τώρα ήταν αντίθετη με τη συμμετοχή σε οποιεσδήποτε εκλογές στα κατεχόμενα εδάφη, επειδή αυτές οι εκλογές ήταν συνέπεια της Συμφωνίας του Όσλο. Και αφού η Χαμάς αντιτάχθηκε στη Συμφωνία του Όσλο, αντιτάχθηκε στη συμμετοχή στις εκλογές. Αλλά άλλαξε στάση. Κατέβηκε με ένα πολιτικό κόμμα. Και, προς μεγάλη έκπληξη της Χαμάς και όλων των άλλων, κέρδισε τις εκλογές. Αυτές ήταν, σύμφωνα με τον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ Τζίμι Κάρτερ, “απολύτως δίκαιες και τίμιες εκλογές” και η Χαμάς κέρδισε. Τι έκαναν οι ΗΠΑ και το Ισραήλ; Επέβαλαν αμέσως έναν βάναυσο αποκλεισμό στη Γάζα, ο οποίος έφερε την οικονομική ζωή στη Γάζα σε αδιέξοδο. Τώρα, δεν είναι μόνο αυτό που έκαναν, αλλά θα επιστρέψουμε σε αυτό σε λίγο.

Πρώτα απ’ όλα, να υπενθυμίσω στους ακροατές, τι είναι η Γάζα; Έχει μήκος 25 μίλια, πλάτος πέντε μίλια, είναι ένα μικροσκοπικό κομμάτι γης. Είναι από τα πιο πυκνοκατοικημένα μέρη στη γη του Θεού. Ο μισός πληθυσμός της Γάζας αποτελείται από παιδιά, στο οποίο θα επιστρέψω. Το 70% της Γάζας αποτελείται από πρόσφυγες του πολέμου του 1948, δηλαδή Παλαιστίνιους που εκδιώχθηκαν από την περιοχή που έγινε Ισραήλ και κατέληξαν στη Γάζα και παρέμειναν πρόσφυγες για 75 χρόνια από τότε, ζώντας σε προσφυγικούς καταυλισμούς όπως ο καταυλισμός Τζαμπάλια, στον οποίο επίσης θα επιστρέψω σε λίγο. Για περίπου 20 χρόνια – δύο χρόνια λιγότερο από 20 χρόνια. Κανείς δεν μπορεί να μπει, κανείς δεν μπορεί να βγει. Η ανεργία στη Γάζα είναι περίπου 50% στον πληθυσμό γενικά, 60% στους νέους. Φέρεται να έχει το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας από οποιαδήποτε άλλη περιοχή στον κόσμο. Υποφέρει από αυτό που οι ανθρωπιστικές οργανώσεις αποκαλούν “ακραία επισιτιστική ανασφάλεια”. Κανείς δεν μπορεί να μπει, κανείς δεν μπορεί να βγει. Τι είναι η Γάζα; Λοιπόν, ένας από τους ανώτερους αξιωματούχους του Ισραήλ, ή για να το πούμε λαϊκά, ένας πιστοποιημένος παράφρων, ονόματι Giora Eiland, E-I-L-A-N-D για όσους θέλουν να το ψάξουν. Το 2006, ο Τζιόρα Έιλαντ, ο οποίος εξακολουθεί, παρεμπιπτόντως, να βρίσκεται στον στενό κύκλο του Μπέντζαμιν Νετανιάχου αυτή τη στιγμή που μιλάω περιέγραψε τη Γάζα ως, με εισαγωγικά, όχι δικά μου λόγια, ως “ένα τεράστιο στρατόπεδο συγκέντρωσης”. Αυτή είναι η Γάζα.

Ευφημιστικά, ακόμη και ο Μπέρνι που είναι πάντα τόσο πολιτικά ορθός, θα αναγνωρίσει ότι, λοιπόν ίσως, όπως λέει, μπορεί να περιγραφεί ως υπαίθρια φυλακή. Υπαίθρια φυλακή, αυτός είναι ο ευφημισμός ή αλλιώς κατά Giora Eiland “ένα τεράστιο στρατόπεδο συγκέντρωσης”. Ή ίσως κατά τον Baruch Kimmerling, τον πρώην κορυφαίο κοινωνιολόγο του Hebrew University of Jerusalem, εισαγωγικά, “το μεγαλύτερο στρατόπεδο συγκέντρωσης που υπήρξε ποτέ”.

Τώρα, όσον αφορά το νόμο. Ο Richard Goldstone, ο οποίος συνέταξε την περίφημη ή διαβόητη, όποια προτιμάτε, έκθεση Goldstone μετά την επιχείρηση ‘Χυτό Μολύβι’ το 2008-9, είπε ότι ο αποκλεισμός της Γάζας πιθανότατα πληροί τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί ή να φτάσει σε έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Αυτό είναι ένα έγκλημα κατά της ανθρωπότητας που διαρκεί εδώ και δύο δεκαετίες. Όχι ένα στιγμιαίο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, ας πούμε η ρίψη μιας βόμβας σε ένα νοσοκομείο ή η ρίψη μιας βόμβας 2.000 κιλών σε έναν πυκνοκατοικημένο προσφυγικό καταυλισμό. Όχι ένα στιγμιαίο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, αλλά ένα έγκλημα κατά της ανθρωπότητας που διαρκεί σχεδόν δύο δεκαετίες.

Αλλά να θυμάστε, η Χαμάς είναι αυτή που πρέπει να ηττηθεί επειδή θέλει να καταστρέψει το Ισραήλ, όχι το Ισραήλ που πρέπει να καταστραφεί, επειδή θέλει να φυλακίσει έναν ολόκληρο πληθυσμό, εκ των οποίων τα μισά είναι παιδιά, σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης, το οποίο συνιστά έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Όχι, το Ισραήλ δεν πρέπει να καταστραφεί – μόνο η Χαμάς πρέπει να καταστραφεί.

Λοιπόν, πρώτα απ’ όλα, είναι αυτά αλήθεια; Σε ρωτάω, Bernie, δεν ξέρω αν γνωρίζεις τα γεγονότα, και θα σου παραδεχτώ ότι, επικεντρωμένος όπως είσαι στα εσωτερικά θέματα, θα παραδεχτώ ότι πιθανόν δεν γνωρίζεις τα γεγονότα και δικαιούσαι να μην τα γνωρίζεις. Ξέρεις το “Build Back Better”, καλύτερα από μένα. Και αυτή ήταν η προτεραιότητά σου. Αυτή ήταν πάντα η προτεραιότητά σου. Και πρέπει να το σεβαστώ αυτό. Είδα την ομιλία σου με τους Εργαζόμενους στην Ενωμένη Αυτοκινητοβιομηχανία κατά τη διάρκεια της απεργίας, και όσο κι αν έχω απογοητευτεί μαζί σου, πρέπει να αναγνωρίσω ότι ήταν μια σπουδαία ομιλία. Μίλησα με τον Dr. Cornel West λίγο μετά την ομιλία αυτή και του είπα ότι ήταν πραγματικά μια λαμπρή ομιλία. Και μου είπε, ότι ο Μπέρνι ήταν στο στοιχείο του. Οι απεργίες των εργαζομένων, τα δικαιώματα των εργαζομένων, τα συνδικάτα, είναι το στοιχείο του Μπέρνι.

Ωραία, και θα παραδεχτώ ότι στο στοιχείο σου είσαι καλός – στην πραγματικότητα είσαι όσο καλύτερος γίνεται. Αλλά, και εδώ θα αναφέρω την Clare Daly από την Ευρωπαϊκή Ένωση, όταν η Ursula von der Leyen, όταν αποφάσισε, χωρίς καμία εντολή, να πάει και να αγκαλιάσει το Ισραήλ και να πει, “όλοι στεκόμαστε στο πλευρό του Ισραήλ”, η Clare Daly, η Ιρλανδή εκπρόσωπος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είπε, εισαγωγικά, — αναφερόμενη στην von der Leyen — είπε, εισαγωγικά, “αν δεν έχεις τίποτα εποικοδομητικό να πεις, βούλωσέ το”.

Ακολουθούν λοιπόν τα γεγονότα. Όταν η Χαμάς εξελέγη, έστειλε επανειλημμένα ειρηνευτικά μηνύματα για να προσπαθήσει να επιλύσει τη σύγκρουση με το Ισραήλ. Παρουσίασε από μόνη της, ή σαν να μιλούσε για τον εαυτό της, τους όρους της διεθνούς συναίνεσης για την επίλυση της σύγκρουσης, δηλαδή δύο κράτη στα σύνορα του Ιουνίου 1967. Αυτά είναι αληθινά, γιατί δεν έχω καμία διαφωνία με τα γεγονότα. Πάντα ήμουν της άποψης ότι δεν υπάρχει αντίφαση μεταξύ της αλήθειας και του αγώνα για δικαιοσύνη. Και αν υπήρχε αντίφαση μεταξύ των δύο, πιθανόν να μου προκαλούσε ηθική κρίση, αλλά στο τέλος της ημέρας, θα έβγαινα με την πλευρά της αλήθειας.

Mε την Χαμάς, ναι, είναι αλήθεια. Υπήρχαν τομείς όπως το αίτημά της για την πλήρη εφαρμογή του δικαιώματος επιστροφής των Παλαιστινίων προσφύγων στα σπίτια από τα οποία εκδιώχθηκαν το 1948. Λέω, παρόλο που αυτό είναι το δίκαιο, αυτό είναι το δίκαιο, αναγνωρίζω ότι στο πλαίσιο μιας διευθέτησης αυτή η συγκεκριμένη πτυχή του διεθνούς δικαίου θα πρέπει πιθανώς να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης. Κρίνω από απόσταση, όπως θα λέγαμε, από τρίτους. Αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Χαμάς προσπαθούσε να επιτύχει κάποιου είδους διευθέτηση με το Ισραήλ. Τα αρχεία είναι πλούσια από αυτή την άποψη. Η τεκμηρίωση είναι αδιάψευστη και αδιαμφισβήτητη.

Ποια ήταν η αντίδραση του Ισραήλ; Λοιπόν, ο χρόνος δεν μου επιτρέπει να ανατρέξω σε ολόκληρο το ιστορικό. Αλλά θα το αναφέρω εν συντομία. Πρέπει να το εξετάσω, γιατί τα σωθικά μου σπαράζουν με το κατάπτυστο πράγμα που είπες στη σημερινή συνέντευξη – ανεξάρτητα από το αν ήταν είτε ηθική ηλιθιότητα είτε αν ήταν χαρακτηριστικό παράδειγμα ηθικής τερατογένεσης είτε αν ήταν κυνικός καιροσκοπισμός επειδή είσαι πολύ δειλός για να έρθεις σε ρήξη με τον Πρόεδρο Μπάιντεν. Δεν ξέρω τι από αυτά είναι, αλλά εδώ είναι το ιστορικό. Το ιστορικό αυτό μπορεί να συνοψιστεί σε μια φράση που έγινε πολύ δημοφιλής στην ισραηλινή κυβέρνηση. Ονομάζεται “κούρεμα του γκαζόν”. Και τυχαίνει σε αυτό το “γκαζόν” που λέγεται Γάζα, 1.100.000 φυλλαράκια γρασιδιού σε αυτό το γκαζόν να είναι παιδιά.

Έτσι, κάθε φορά που αυτή η σατανική κυβέρνηση, και επιλέγω προσεκτικά τις λέξεις μου, και με προμελέτη, αναφέρεται στο κούρεμα του γκαζόν, θα πρέπει να έχουμε κατά νου ότι 1.100.000 φυλλαράκια γρασιδιού σε αυτό το γκαζόν είναι παιδιά. Όμως, ο Μπέρνι Σάντερς, ο γερουσιαστής από το Βερμόντ, λέει ότι το Ισραήλ πρέπει να καταστρέψει τη Χαμάς, επειδή η Χαμάς θέλει να καταστρέψει το Ισραήλ. Ναι, Μπέρνι, έχεις απόλυτο δίκιο. Έχεις τόσο δίκιο, Μπέρνι. Μέχρι τις 7 Οκτωβρίου, το Ισραήλ δεν ήθελε να καταστρέψει τη Γάζα. Ήθελε απλώς να κουρέψει το γκαζόν. Έχεις απόλυτο δίκιο, Μπέρνι. Εκτιμώ τόσο πολύ τις ηθικές σου λεπτότητες και αποχρώσεις. Η Χαμάς πρέπει να καταστραφεί επειδή θέλει να καταστρέψει το Ισραήλ. Αλλά το Ισραήλ, πρέπει να καταστραφεί; Όχι, γιατί το Ισραήλ δεν θέλει να καταστρέψει τη Γάζα, ή τουλάχιστον μέχρι τις 7 Οκτωβρίου. Θέλει απλώς να κουρέψει το γκαζόν. Αυτός είναι ο ηθικός σου συλλογισμός, Μπέρνι. Ο αρρωστημένος, άρρωστος, νοσηρός ηθικός σου συλλογισμός. Έτσι, η Χαμάς, αυτή η τρομερή, σατανική οργάνωση, θέλει να καταστρέψει το Ισραήλ, και γι’ αυτό πρέπει να καταστραφεί η Χαμάς.

Έτσι, τον Ιούνιο του 2008 συμφωνήθηκε κατάπαυση του πυρός μεταξύ του Ισραήλ και της Χαμάς. Αυτή η σατανική Χαμάς, ω Θεέ μου, όπως θα έλεγε ο Dr. Cornel West, Θεέ μου, αυτή η σατανική δόλια Χαμάς, διαπραγματεύτηκε μια κατάπαυση του πυρός. Και μετά τι συνέβη; Η κατάπαυση του πυρός κράτησε, κράτησε τον Ιούνιο, κράτησε τον Ιούλιο, κράτησε τον Αύγουστο, κράτησε τον Σεπτέμβριο, κράτησε τον Οκτώβριο και κράτησε τις πρώτες τέσσερις ημέρες του Νοεμβρίου. Και μετά ήρθε η 4η Νοεμβρίου. Όταν οι άνθρωποι που έχουν κοντή μνήμη, εκείνη ήταν η ημέρα των εκλογών [στις ΗΠΑ]. Όταν η προσοχή όλων ήταν στραμμένη στις προεδρικές εκλογές και στην εκλογή του πρώτου μαύρου προέδρου στην ιστορία της χώρας μας. Και το Ισραήλ χρησιμοποίησε εκείνη τη στιγμή – όταν όλες οι κάμερες είχαν εκτραπεί από αυτό – χρησιμοποίησε εκείνη τη στιγμή για να επιτεθεί στη Χαμάς στη Γάζα και να σπάσει την εκεχειρία. Όχι η σατανική, ύπουλη Χαμάς, αλλά το όμορφο, υπέροχο Ισραήλ.

Τώρα, αυτά δεν είναι δικά μου λόγια. Πηγαίνετε πίσω και διαβάστε τι είπε η Διεθνής Αμνηστία. Στην πραγματικότητα, ακόμη και οι επίσημες ισραηλινές εκδόσεις που αναφέρω στο βιβλίο μου, αναφέρουν ότι η κατάπαυση του πυρός κράτησε μέχρι που το Ισραήλ την έσπασε. Και τότε το Ισραήλ συνέχισε να κάνει αυτό που κάνει καλύτερα. Συνέχισε να διαπράττει μια υψηλής τεχνολογίας σφαγή στη Γάζα, σκοτώνοντας περίπου 1.400 ανθρώπους. Από αυτούς τους 1.400, οι 350 ήταν παιδιά. Κατέστρεψε συστηματικά τις υποδομές της Γάζας και ήταν ένοχο, σύμφωνα με την έκθεση Goldstone, για πολλαπλά εγκλήματα πολέμου και πιθανώς εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.

Τώρα, εδώ είναι ένα σημείο για σένα, Μπέρνι – μετά βίας μπορώ να πω αυτό το όνομα πια χωρίς να γεμίσω με περιφρόνηση και αηδία. Δούλεψα πολύ σκληρά σε εκείνη την εκστρατεία του 2016 και δούλεψα πολύ σκληρά σε εκείνη την εκστρατεία του 2020 και ήμουν με μεγάλη διαφορά μεταξύ των αρχαιότερων ανθρώπων που πήγαιναν εκ των προτέρων εκτός πολιτείας για να σε υποστηρίξουν. Και τώρα είναι μια πικρή ανάμνηση όταν ακούω τις δηλώσεις σου. Να λοιπόν ένα γεγονός για σένα Μπέρνι: Όπως σου ανέφερα, περίπου 1.400 άνθρωποι σκοτώθηκαν στη Γάζα. Οι εκτιμήσεις είναι ότι τα τέσσερα πέμπτα ήταν άμαχοι, το ένα πέμπτο ή 20% ήταν μαχητές. Αν δείτε τι συνέβη στις 7 Οκτωβρίου, οι αριθμοί είναι περίπου οι ίδιοι. Περίπου 1.400 άμαχοι σκοτώθηκαν μετά την απόδραση από τις φυλακές ή το στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Γάζα. Οι αριθμοί που έχω δει είναι ότι περίπου 400 ήταν στρατιώτες μεταξύ των Ισραηλινών που σκοτώθηκαν. Σκοτώθηκαν, αλλά κατά προσέγγιση, οι αριθμοί εξισορροπούνται.

Να λοιπόν η ερώτησή μου προς εσένα, Μπέρνι, και μιλάω απολύτως σοβαρά. Αυτό δεν είναι αστείο. Δεν μιλάω για να κερδίσω πόντους στην αντιπαράθεση. Πρόκειται για ανθρώπους, για να παραθέσω το τραγούδι της αντίστασης του γκέτο της Βαρσοβίας. Στην πραγματικότητα είναι παρτιζάνικο τραγούδι, αλλά το τραγούδι της αντίστασης του γκέτο της Βαρσοβίας. Και ένας στίχος λέει: “‘Ηταν ένας λαός μέσα στις καταιγιστικές φωτιές της κόλασης”. Αυτός είναι ο λαός της Γάζας τώρα, Μπέρνι. Ήταν ένας λαός, ή τώρα είναι ένας λαός, μέσα στις φωτιές της κόλασης. Και ο Μπέρνι Σάντερς έχει καταγράψει ότι αυτό πρέπει να συνεχιστεί.

Να λοιπόν η ερώτηση, Μπέρνι. Λες ότι εξαιτίας αυτού που έκανε η Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου, απέδειξε ότι δεν μπορεί να ζήσει κανείς μαζί της και ότι πρέπει να καταστραφεί. Τώρα, αν αυτό ισχύει, και αν έχω αποδώσει με ακρίβεια το ιστορικό αρχείο, όπως είμαι πολύ σίγουρος ότι έχω κάνει, τότε, αν οι αριθμοί είναι περίπου οι ίδιοι, και είναι αδιαμφισβήτητο ότι το Ισραήλ παραβίασε την κατάπαυση του πυρός, γιατί δεν συμπεραίνεις με βάση μόνο την Επιχείρηση ” Χυτό Μολύβι”, μόνο σε αυτή τη μία επιχείρηση, αυτό το “κούρεμα του γκαζόν”, γιατί δεν συμπεραίνεις ότι το Ισραήλ πρέπει να καταστραφεί; Μετά την 7η Οκτωβρίου συνειδητοποιήσατε ότι η Χαμάς έπρεπε να καταστραφεί. Έτσι, με τη λογική, αν σκοτώθηκε περίπου ο ίδιος αριθμός ανθρώπων, τότε το Ισραήλ πρέπει να καταστραφεί.

Αλλά εσύ θα πεις, όχι, όχι, όχι, όχι, όχι, θα κουνάς το κεφάλι σου. Ξέρω ήδη κάθε μία από τις χειρονομίες του προσώπου σου. Σε άκουγα το 2016 και το 2020 κάθε βράδυ, σε κάθε ντιμπέιτ σε άκουγα ξανά και ξανά. Θα πεις όχι, όχι, όχι, όχι, θα κουνήσεις το κεφάλι σου, είναι διαφορετικό Γιατί η Χαμάς θέλει να καταστρέψει το Ισραήλ, το Ισραήλ δεν θέλει να καταστρέψει, όχι μα τον Θεό, έχεις δίκιο Μπέρνι, μέχρι τις 7 Οκτωβρίου είχες δίκιο. Το Ισραήλ δεν ήθελε να καταστρέψει τη Γάζα, απλά ήθελε να αφήσει τα 2,3 εκατομμύρια ανθρώπους, που οι μισοί τους είναι παιδιά, να μείνουν καθηλωμένοι στο στρατόπεδο συγκέντρωσης για να μαραζώσουν και να πεθάνουν. Έχεις δίκιο Μπέρνι, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Η Χαμάς θέλει να καταστρέψει το Ισραήλ. Αλλά το μόνο πράγμα που θέλει να κάνει το Ισραήλ, εννοώ, δεν είναι και τίποτα σπουδαίο. Ας είμαστε ειλικρινείς. Το μόνο που ήθελε να κάνει το Ισραήλ ήταν να βάλει 2.300.000 ανθρώπους σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης και να τους αφήσει εκεί να πεθάνουν. Οπότε αυτό είναι, ξέρετε, εδώ βρίσκεται η ηθική λεπτότητα του Μπέρνι. Ξέρετε πόσο αγαπούν οι φιλόσοφοι τις αποχρώσεις. Αγαπούν την πολυπλοκότητα. Λατρεύουν την λεπτότητα. Η διαβολική Χαμάς θέλει να καταστρέψει το Ισραήλ, ενώ το Ισραήλ το μόνο που θέλει είναι να κλείσει 2,3 εκατομμύρια ανθρώπους σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης ισοβίως.

Αν ανατρέξετε στην Επιχείρηση “Πυλώνας Άμυνας”, συνέβη, και δεν έχω χρόνο να αναφερθώ στις λεπτομέρειες τώρα, συνέβη ότι μετά την Επιχείρηση ” Χυτό Μολύβι”, υπήρξε μια μικρή χαλάρωση του βάναυσου αποκλεισμού της Γάζας. Και αυτό επέτρεψε, ήταν πιθανώς μόνο μια προσωρινή αναλαμπή, αυτό έχει γράψει η Σάρα Ρόι, η οικονομολόγος του Χάρβαρντ. Και φυσικά υποκύπτω στην κρίση της. Είναι η κορυφαία αυθεντία στον κόσμο για την οικονομία της Γάζας. Είπε ότι ήταν πιθανώς μια προσωρινή αναλαμπή, αλλά το γεγονός είναι ότι η οικονομία της Γάζας παρουσίασε κάποια σημάδια ανάκαμψης. Και επίσης άρχισαν να εισρέουν χρήματα από το Κατάρ. Ο αρχηγός του κράτους της Τουρκίας, ο Ερντογάν, σχεδίαζε μια επίσκεψη στη Γάζα. Και αυτό ενόχλησε το Ισραήλ, διότι η Γάζα δεν έπρεπε να ευημερήσει, και πάλι, σχετικά μιλώντας, όταν μιλάω για ευημερία. Δεν έπρεπε να ευημερήσει.

Τι έκανε λοιπόν; Το ιστορικό είναι ξεκάθαρο. Δολοφόνησε έναν ανώτερο αξιωματούχο της Χαμάς. Έτυχε αυτός ο ανώτερος αξιωματούχος της Χαμάς, ο Τζαμπάρι, να είναι ο κύριος σύνδεσμος με την ισραηλινή κυβέρνηση. Ήταν ο υπεύθυνος για τις διαπραγματεύσεις για την κατάπαυση του πυρός με το Ισραήλ. Και τη στιγμή που δολοφονήθηκε, βρισκόταν στη μέση της διαπραγμάτευσης για μια μακροπρόθεσμη κατάπαυση του πυρός. Το άκουσες αυτό Μπέρνι; Αυτοί οι κακοί, δόλιοι, διαβολικοί ηγέτες της Χαμάς… Ήταν τόσο δόλιοι που σχεδίαζαν να διαπραγματευτούν μια μακροπρόθεσμη κατάπαυση του πυρός με το Ισραήλ. Και τι έκανε το Ισραήλ; Τον σκότωσαν και μετά ξεκίνησαν την επιχείρηση “Πυλώνας Άμυνας”.

Και μετά, το 2014, ήρθε η ώρα να “κουρευτεί το γκαζόν” ξανά. Χωρίς να υπεισέλθουμε σε λεπτομέρειες, μέχρι το τέλος, το Ισραήλ είχε σκοτώσει — όχι 1.400 Παλαιστίνιους, όπως σκοτώθηκαν οι Ισραηλινοί στις 7 Οκτωβρίου — είχε σκοτώσει 2.200 Παλαιστίνιους, εκ των οποίων τα 550 ήταν παιδιά. Κατέστρεψαν 18.000 σπίτια. Ο Peter Moore, πρόεδρος της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού, του οποίου η δουλειά είναι να περιοδεύει σε εμπόλεμες ζώνες–αυτό είναι το βιογραφικό του, να περιοδεύει σε εμπόλεμες ζώνες–αφού περιόδευσε στη Γάζα, είπε ότι ποτέ στην επαγγελματική του ζωή δεν είχε δει καταστροφή του μεγέθους που είδε στη Γάζα.

Αλλά η Χαμάς είναι αυτή που πρέπει να καταστραφεί γιατί δεν το θέλει [το Ισραήλ], θέλει να καταστρέψει το Ισραήλ. Δεν αναγνωρίζει το Ισραήλ. Η Χαμάς είναι το πρόβλημα. Η Χαμάς. Ας μη μιλάμε για την καταστροφή του κράτους του Ισραήλ. Αυτό είναι ιερό και απαραβίαστο. Αυτό δεν είναι καν μια ιδέα που μπορεί να γίνει αντιληπτή. Αλλά η καταστροφή της Χαμάς, επειδή είναι σατανική, είναι η ενσάρκωση του κακού, είναι τόσο σατανική που διαπραγματεύεται εκεχειρίες, τηρεί τις εκεχειρίες, προσπαθεί να αποκαταστήσει την κατεστραμμένη οικονομία της Γάζας, αυτή είναι η παρθένα, η αποσταγμένη, η απόλυτη ενσάρκωση του κακού.

Και μετά έρχεται η 7η Οκτωβρίου. Έχω μιλήσει γι’ αυτό εκτενώς σε σημείο που να κουράζω, οπότε δεν θα επαναλάβω τον εαυτό μου σε αυτή την απάντηση σε σένα, Μπέρνι. Αλλά πρέπει να πω, με όλο το σεβασμό, ότι αυτά που λες από τις 7 Οκτωβρίου και μετά, είσαι τελείως άρρωστος. Τώρα ξέρω τι σκέφτεσαι, λοιπόν, έχω ακούσει μερικά από τα πράγματα που είπες και νομίζω ότι είναι άρρωστα. Αρκετά δίκαιο [να το λέω].

Ωστόσο, μπορούμε να διαφωνήσουμε σε αυτό, και μπορούμε να διαφωνήσουμε έντονα σε αυτό, αλλά όταν λες ότι αντιτίθεσαι στην κατάπαυση του πυρός, έχεις περάσει μια κόκκινη γραμμή. Έχεις γίνει ένα ηθικό τέρας. Θα το ξαναπώ αυτό. Έγινες ένα ηθικό τέρας. Διάβασα χθες το tweet σου.

Τώρα θα με συγχωρήσεις αν δεν το πω κατά λέξη, αλλά εσύ είπες, όχι εγώ, είπες ότι το Ισραήλ βομβαρδίζει χωρίς διάκριση νοσοκομεία, βομβαρδίζει σχολεία, σκοτώνει αμάχους. Εσύ τα είπες αυτά, και θα ζητήσω από τους ανθρώπους που καταγράφουν αυτό το βίντεο να το αναρτήσουν, την ώρα που θα απαγγέλλω αυτές τις παρατηρήσεις, οι οποίες αναγνωρίζω ότι είναι παράφραση των όσων είπες χθες.

Ο γερουσιαστής Bernie Sanders απορρίπτει κατηγορηματικά την κατάπαυση του πυρός προκειμένου να «καταστραφεί η Χαμάς»

Τώρα, όταν αντιτίθεσαι σε μια κατάπαυση του πυρός σε αυτό το σημείο, στην ουσία, και στην πραγματικότητα – στην ουσία, και στην πραγματικότητα, δίνεις στο Ισραήλ το ελεύθερο να συνεχίσει να στοχεύει αδιακρίτως τις μη στρατιωτικές υποδομές και τον άμαχο πληθυσμό της Γάζας, 1 εκατομμύριο από τον οποίο, ή μάλλον 1.100.000 από αυτόν, είναι παιδιά. Έχεις γίνει ένα ηθικό τέρας. Και μην πεις: ‘φυσικά και είμαι αντίθετος σε αυτό’. Φυσικά και είσαι αντίθετος σε αυτό.

Και πιστεύεις ότι το Ισραήλ θα σταματήσει να τα κάνει αυτά επειδή του το λέει ο Μπέρνι Σάντερς; Νομίζεις ότι ξαφνικά τώρα θα σταματήσουν να στοχοποιούν, νοσοκομεία με τον πληθυντικό, νοσοκομεία, νομίζεις ότι θα σταματήσουν να στοχοποιούν ασθενοφόρα; Πιστεύεις πως θα σταματήσουν να χτυπούν τις κατοικίες των αμάχων; Τις κατοικίες, τα σπίτια αυτών των ανθρώπων, το 70% των οποίων και οι απόγονοί τους έχασαν ήδη τα σπίτια τους το 1948 και τώρα τα έχασαν ξανά. Το 50% που είναι παιδιά δεν έχουν πλέον στέγη πάνω από το κεφάλι τους. Τα μικρά παιχνίδια που είχαν, οι οικογενειακές φωτογραφίες που κρατούσαν, όλα τώρα είναι συντρίμμια. Και θαμμένα κάτω από τα χαλάσματα, υπάρχουν ακόμα χιλιάδες παιδιά, και εσύ μόλις έδωσες το πράσινο φως για να συνεχιστεί η καταστροφή της Γάζας. Ήταν ένας λαός εν μέσω των πυρκαγιών της κόλασης, και τώρα είναι ένας λαός εν μέσω των πυρκαγιών της κόλασης με τη σφραγίδα έγκρισης του Μπέρνι Σάντερς. Τι θλιβερή ντροπή.

Σας ευχαριστώ.

Πηγή: Norman Finkelstein Substack

Μετάφραση: Κωστής Μηλολιδάκης

Η εκκωφαντική σιωπή του Ερντογάν για την Παλαιστίνη

Το antapocrisis αναδημοσιεύει το άρθρο της Ceyda Karan για τη στάση που έχει κρατήσει ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν στο Παλαιστινιακό ζήτημα μετά την επιχείρηση Αλ Ακσά. Στην Ελλάδα, εμφανίζεται η εικόνα ενός Τούρκου προέδρου που μαινόμενος υποστηρίζει τη Χαμάς, και με παβλοφικά αντανακλαστικά νηπιακού επιπέδου, τα κυρίαρχα ΜΜΕ επιβραβεύουν την πλήρη στοίχιση των τελευταίων ελληνικών κυβερνήσεων με τα ισραηλινά συμφέροντα, αναπαράγοντας το βλακώδες αλλά και ανακριβές σύνθημα ότι ο “φίλος (σ.σ. Παλαιστίνη) του εχθρού (σ.σ. Τουρκία) είναι εχθρός μου”. Στην πραγματικότητα βέβαια, η στάση του Ερντογάν δεν είναι καθόλου έτσι. Η Τουρκία έχει υποχωρήσει πολύ στη φιλοπαλαιστινιακή ρητορεία, είναι πάντα έτοιμη για το συνηθισμένο ανατολίτικο παζάρι, αρκεί να είναι αυτή στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, και ανεξάρτητα από τις φραστικές οξύνσεις, η μετεκλογική πορεία Ερντογάν είναι μια υπενθύμιση στη Δύση ότι η Τουρκία δεν αποσκιρτά από το δυτικό στρατόπεδο, αρκεί να επιβραβεύεται με διάφορα ρεγάλα. Φυσικά ακόμα και αυτό, απέχει παρασάγγας από την πάντα πρόθυμη και πάντα δεδομένη στις ΗΠΑ ελληνική εξωτερική πολιτική που έχει χάσει κάθε ίχνος αξιοπρέπειας και αξιοπιστίας, όταν αντί να δεσμεύεται και να δεσμεύει τους πάντες στην τήρηση του διεθνούς δικαίου (σ.σ. και για “εθνικά ιδιοτελείς λόγους” – βλέπε Κύπρος, Αιγαίο κλπ), μετατρέπεται με υποτελή των ΗΠΑ και ακόλουθο του Ισραήλ, νομίζοντας ότι έτσι θα ευεργετηθεί.

Η Τουρκία έχει προ πολλού χάσει την πρωτοκαθεδρία στην υπεράσπιση της παλαιστινιακής υπόθεσης υπό την ηγεσία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Ενώ σε παγκόσμιο επίπεδο, και από την πρώτη στιγμή, υπήρξε ένα ξέσπασμα τεράστιας οργής για τους αδιάκριτους αεροπορικούς βομβαρδισμούς του Ισραήλ στη Γάζα, ο Τούρκος πρόεδρος χρειάστηκε 20 ημέρες για να “μαλώσει” το Τελ Αβίβ.

Παρά τις έντονες αντιδράσεις από το κοινό του, και ιδιαίτερα από την ισλαμιστική του βάση, ο Ερντογάν περίμενε ανεξήγητα πολύ καιρό, πριν εκφωνήσει ένα μήνυμα στη συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματός του αυτή την εβδομάδα:

“Η Χαμάς δεν είναι τρομοκρατική οργάνωση, αλλά μια ομάδα μουτζαχεντίν που μάχεται για την προστασία των πολιτών της”, είπε. Υπενθυμίζοντας όμως στο πλήθος τους “παλιούς καλούς” Οθωμανούς, πρόσθεσε: “Όταν οι δυνάμεις στις πλάτες των οποίων στηρίζεται σήμερα το Ισραήλ θα έχουν φύγει αύριο, το πρώτο μέρος από το οποίο θα αναζητήσει φροντίδα ο ισραηλινός λαός θα είναι η Τουρκία, όπως έγινε και πριν από 500 χρόνια”. Ο Ερντογάν είπε ότι σε αντίθεση με τη Δύση, η Τουρκική Δημοκρατία δεν χρωστάει τίποτα στο Ισραήλ.

Και στη συνέχεια εξισορρόπησε τη στάση του λέγοντας: “Δεν έχουμε κανένα πρόβλημα με το Ισραήλ, αλλά ποτέ δεν εγκρίναμε και ποτέ δεν θα εγκρίνουμε τον τρόπο με τον οποίο ενεργεί: ως οργάνωση αντί ως κράτος”.

Αν μη τι άλλο, το μήνυμά του μπορεί να ερμηνευτεί περισσότερο ως άμεσος εναγκαλισμός της Χαμάς, παρά ως κριτική των ενεργειών του Ισραήλ στη Γάζα. Είναι σημαντικό ότι, υπογραμμίζοντας το ρόλο “εγγυητή” που προσφέρει η Άγκυρα και στις δύο πλευρές για περισσότερες από δύο εβδομάδες, δήλωσε ότι η Τουρκία δεν επιδιώκει αυτό το ρόλο μόνη της, αλλά “με άλλους συμμετέχοντες”.

Αλλά ακόμη και αυτή η σχετικά ισορροπημένη τοποθέτηση προκάλεσε την αντίδραση των αγορών. Το τουρκικό χρηματιστήριο υποχώρησε κατά 5%, αναγκάζοντας σε διακοπή των συναλλαγών. Η ανακοίνωση αυτή είναι βέβαιο ότι θα περιπλέξει τη δουλειά του υπουργού Οικονομικών Μεχμέτ Σιμσέκ, ο οποίος είναι απασχολημένος με την προσπάθεια να προσελκύσει δυτικά κεφάλαια στην Τουρκική Δημοκρατία.

Από το Νταβός στο Μαβί Μαρμαρά

Η συμπεριφορά της Τουρκίας στην πρόσφατη κρίση της Γάζας μας επιτρέπει να δούμε την πολιτική της στη Δυτική Ασία, σε σχέση με τη μετεκλογική στροφή της προς τη Δύση.

Στις 29 Ιανουαρίου 2009, στη Σύνοδο Κορυφής του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ στο Νταβός, ο τότε Τούρκος πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν διέκοψε την ομιλία του Ισραηλινού πρωθυπουργού Σιμόν Πέρες με ένα αυστηρό: “Ένα λεπτό”, δηλώνοντας: “Ξέρετε πολύ καλά πώς να σκοτώνετε. Ξέρω πολύ καλά πώς σκοτώνετε παιδιά στις παραλίες”, πριν αποχωρήσει απότομα από τη σκηνή.

Αυτό το απροσδόκητο ξέσπασμα, που έρχεται σε αντίθεση με τη φιλική στάση της Άγκυρας εδώ και δεκαετίες απέναντι στο κράτος κατοχής, προκάλεσε σοκ στο ακροατήριο και όχι μόνο. Θεωρήθηκε ως μια στιγμή καμπής που ανέδειξε τον Ερντογάν στο παγκόσμιο προσκήνιο, καθιστώντας τον αμέσως φιλοπαλαιστινιακό είδωλο όχι μόνο στον αραβικό και ισλαμικό κόσμο αλλά και στην πατρίδα του, την Τουρκία, όπου έτυχε υποδοχής ήρωα.

Εκείνη την εποχή, ο Ερντογάν και το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP), θεωρούνταν ευρέως ως σύμβολο του “μετριοπαθούς Ισλάμ” και απολάμβαναν την υποστήριξη των ΗΠΑ και των δυτικών συμμάχων τους. Ως αποτέλεσμα, η κρίση του “ενός λεπτού” στο Νταβός εκτονώθηκε γρήγορα. Ωστόσο, οι εντάσεις έφτασαν σε σημείο βρασμού ένα χρόνο αργότερα, όταν το υπό τουρκική σημαία Mavi Marmara, μέρος ενός στολίσκου που είχε στόχο να παραδώσει βοήθεια στους πολιορκημένους Παλαιστίνιους, επιχείρησε να σπάσει τον αποκλεισμό της Γάζας από το Ισραήλ.

Στις 31 Μαΐου 2010 ισραηλινοί κομάντος πραγματοποίησαν μια θανατηφόρα επιδρομή στο Mavi Marmara, το ταξίδι του οποίου χρηματοδοτήθηκε από την τουρκική φιλανθρωπική οργάνωση IHH Relief Foundation και το Free Gaza Movement. Η διαβόητη αυτή επιχείρηση είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο 10 Τούρκων πολιτών, τον τραυματισμό άλλων 50 και την κράτηση των υπόλοιπων επιβατών.

Αυτή τη φορά, το χάσμα δεν μπόρεσε να επιλυθεί φιλικά. Οι διπλωματικές σχέσεις μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας υποβαθμίστηκαν, οι στρατιωτικές σχέσεις ανεστάλησαν και οι εμπορικές σχέσεις υπέστησαν προσωρινή διακοπή.

Οι νομικές υποθέσεις εναντίον τεσσάρων Ισραηλινών, συμπεριλαμβανομένου του τότε αρχηγού του ισραηλινού επιτελείου Γκαμπριέλ Ασκενάζι, κινήθηκαν στα τουρκικά δικαστήρια, αλλά εγκαταλείφθηκαν το 2016, όταν το Τελ Αβίβ συμφώνησε στην καταβολή αποζημίωσης 20 εκατομμυρίων δολαρίων στα θύματα, τρία χρόνια μετά την έκδοση επίσημης συγγνώμης.

Παρ’ όλα αυτά, ο Ερντογάν συνέχισε να αναδεικνύεται σε εξέχοντα υποστηρικτή της παλαιστινιακής υπόθεσης και σε μια ηχηρή προσωπικότητα στον αραβικό και ισλαμικό κόσμο, την ώρα που η Δυτική Ασία βίωνε μια σεισμική μεταμόρφωση. Η Τουρκία βρέθηκε να διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο κατά τη διάρκεια και μετά την Αραβική Άνοιξη, ρίχνοντας το βάρος της σε ισλαμιστικά κόμματα και παρατάξεις.

Αύξηση του τουρκο-ισραηλινού εμπορίου

Ωστόσο, καθώς οι αναταραχές διαχύθηκαν στη γειτονική Συρία -το ισχυρότερο αραβικό κράτος που υποστήριζε τον παλαιστινιακό αγώνα- πολλοί εξεπλάγησαν με τη στάση του Ερντογάν περί “αλλαγής καθεστώτος”, με δεδομένη την ισχύ των δεσμών της Δαμασκού με την Άγκυρα και της πολιτικής της τουρκικής κυβέρνησης περί “μηδενικού προβλήματος με τους γείτονες”.

Το αραβικό ρομάντζο του Ερντογάν σταμάτησε όταν προέβη σε μια εντυπωσιακή αιρετική κατηγορία, αποκαλώντας την εξουσία του Σύρου προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ “δικτατορία των Νουσαϊρί” (υποτιμητικός όρος για τους οπαδούς της αίρεσης των Αλαουί, στην οποία ανήκει η οικογένεια Άσαντ, μαζί με τις πολιτικές και στρατιωτικές ελίτ), και ισχυριζόμενος ότι το κράτος καταδιώκει τον σουνιτικό πληθυσμό της Συρίας που πλειοψηφεί.

Όταν η Συρία βυθίστηκε στον πόλεμο και το χάος, προέκυψαν έντονες διαιρέσεις μεταξύ των υποστηρικτών των ομάδων της ένοπλης αντιπολίτευσης, συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας, των κρατών του Περσικού Κόλπου, των ΗΠΑ και της Ευρώπης. Ο Ερντογάν σύντομα βρέθηκε όλο και περισσότερο απομονωμένος στην περιοχή – με την αξιοσημείωτη εξαίρεση του Κατάρ, ενός σταθερού αραβικού συμμάχου που συμπαθεί ομοίως τη Μουσουλμανική Αδελφότητα.

Σήμερα, το “ένα λεπτό” του Ερντογάν στο Νταβός και το περιστατικό του “Μαβί Μαρμαρά” αποτελούν κατάλοιπα του παρελθόντος. Παρά την προηγούμενη αντι-ισραηλινή ρητορική του Ερντογάν και τη διπλωματική του στάση, πολλά έχουν αλλάξει στην πράξη, κυρίως οι ακμάζουσες εμπορικές σχέσεις μεταξύ της Τουρκίας και του Ισραήλ.

Ο όγκος του τουρκο-ισραηλινού εμπορίου έχει σημειώσει εκπληκτική αύξηση 532% τις τελευταίες δύο δεκαετίες, φτάνοντας το 2022 το εντυπωσιακό ποσό των 8,91 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ιδιωτικού εμπορικού συστήματος του Τουρκικού Στατιστικού Ινστιτούτου (TurkStat), οι εξαγωγές της Τουρκίας προς το Ισραήλ το 2002 -το έτος που το AKP ανέβηκε στην εξουσία- ήταν 861,4 εκατομμύρια δολάρια, ενώ οι εισαγωγές από το Ισραήλ ήταν 544,5 εκατομμύρια δολάρια.

Συναντώντας στη Νέα Υόρκη κατά τη διάρκεια των συνόδων της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ για πρώτη φορά αυτοπροσώπως μετά την αναθέρμανση των δεσμών, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Βενιαμίν Νετανιάχου και ο πρόεδρος Ερντογάν, συζήτησαν τη δυνατότητα του Ισραήλ να χρησιμοποιήσει την Τουρκική Δημοκρατία ως κόμβο διαμετακόμισης ενέργειας προς την Ευρώπη.

Η μεταβαλλόμενη παλαιστινιακή υποστήριξη του Ερντογάν

Καθ’ όλη τη διάρκεια της καριέρας του, ο Ερντογάν διατήρησε την υποστήριξή του στην παλαιστινιακή υπόθεση, χρησιμοποιώντας ποικίλους τόνους για να εξισορροπήσει τις συμμαχίες του με τις δυτικές χώρες, ενισχύοντας παράλληλα τη φήμη του στη Δυτική Ασία και τον ευρύτερο μουσουλμανικό κόσμο.

Ο Ερντογάν αντιτάχθηκε σθεναρά στην ευρέως καταδικασθείσα μεταφορά της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Ιερουσαλήμ κατά την εποχή Τραμπ και υποστήριξε το καθεστώς της Παλαιστίνης ως “κράτος παρατηρητή μη μέλος” στον ΟΗΕ. Με την πάροδο των χρόνων, έχει επιδείξει μια αξιοσημείωτη ικανότητα να προσαρμόζει καιροσκοπικά τη ρητορική του ανάλογα με τα εξελισσόμενα συμφέροντα και τις συμμαχίες του.

Ενώ η υποστήριξη πολλών αραβικών χωρών στην υπόθεση της παλαιστινιακής κρατικής υπόστασης έχει μειωθεί λόγω των επανειλημμένων ηττών από το Ισραήλ και κυρίως της στοίχισής τους πίσω τα συμφέροντα των ΗΠΑ, ο Ερντογάν παρέμεινε, τουλάχιστον λεκτικά, σταθερός υποστηρικτής του παλαιστινιακού αγώνα.

Μετά την επιχείρηση της παλαιστινιακής αντίστασης της 7ης Οκτωβρίου, μέσα στις κατεχόμενες περιοχές, ελλείψει άμεσης ισραηλινής απάντησης, το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία προέτρεπε σε αυτοσυγκράτηση και καταδίκαζε έντονα την απώλεια ζωών αμάχων. Τόνισε ότι οι πράξεις βίας θα ήταν επιζήμιες και ζήτησε την αποφυγή παρορμητικών ενεργειών, ενώ τάχθηκε υπέρ του τερματισμού της χρήσης βίας και της λύσης των δύο κρατών.

Η Άγκυρα εξέφρασε γρήγορα την ετοιμότητά της να συμβάλει στις προσπάθειες διαμεσολάβησης. Αυτός ο μετρημένος τόνος ήταν ασυνήθιστος, λαμβάνοντας υπόψη την τυπικά πιο πομπώδη ρητορική του Ερντογάν. Την εποχή της επιχείρησης Αλ Άκσα, ωστόσο, ο Τούρκος πρόεδρος ετοιμαζόταν να φιλοξενήσει τον Νετανιάχου και σχεδίαζε μια δική του επίσκεψη για να προσευχηθεί στο τέμενος Αλ Άκσα στην Ιερουσαλήμ.

Αυτό δεν σημαίνει ότι η Άγκυρα δεν θέτει το παλαιστινιακό ζήτημα σε όλα τα φόρα που συμμετέχει. Ο Ερντογάν επιδίδεται σε διπλωματικές τηλεφωνικές συνομιλίες, ενώ ο υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν έχει προωθήσει μια πρόταση που κατά κάποιον τρόπο καθιστά την Τουρκία εγγυητή της Χαμάς.

Παρά τις χειρονομίες αυτές, ο τόνος της Άγκυρας παραμένει υποτονικός. Το μόνο που μπόρεσε να κάνει ήταν να κηρύξει τριήμερο πένθος για τους Παλαιστίνιους. Τα λόγια του Φιντάν συνοψίζουν την κατάσταση:

“Εύχομαι υπομονή στους κατοίκους της Γάζας. Θέλω να ξέρουν ότι κάνουμε ό,τι μπορούμε. Με τη θέληση του Θεού, αυτές οι μέρες θα περάσουν. Η Τουρκία θα συνεχίσει να τους συμπαραστέκεται. Βλέπουμε αυτόν τον πόνο και τη θλίψη ως δικό μας πόνο και θλίψη. Δεν είναι μόνοι τους”.

Αυτό που είναι ξεκάθαρο, ωστόσο, είναι ότι η Τουρκική Δημοκρατία και ο Εροτζάν δεν βρίσκονται σήμερα στην πρώτη γραμμή του διαλόγου. Η απουσία επίσκεψης του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίνκεν στην Άγκυρα κατά τη διάρκεια της πρόσφατης διπλωματίας του στην περιοχή συμβολίζει αυτή τη μετατόπιση.

Σε αυτή τη συγκυρία, η στάση της Τουρκίας στο Παλαιστινιακό ζήτημα υστερεί σε σχέση με αυτή πολλών αραβικών κρατών. Το Ισραήλ, με την υποστήριξη των ΗΠΑ, πιέζει για την “εκκένωση” του άμαχου πληθυσμού της Γάζας για να διευκολύνει την χερσαία στρατιωτική του επιχείρηση, αναγκάζοντας την Αίγυπτο και την Ιορδανία, βασικούς περιφερειακούς παράγοντες, να απορρίψουν τα σχέδια για αυτόν τον αναγκαστικό και φαινομενικά μόνιμο εκτοπισμό των Παλαιστινίων.

Ο βασιλιάς της Ιορδανίας Αμπντάλα ΙΙ και ο πρόεδρος της Αιγύπτου Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι έχουν απορρίψει ρητά το αίτημα αυτό, θεωρώντας το ως κόκκινη γραμμή.

Το Κατάρ, μια οικονομική δύναμη για τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, και η Τουρκία, που κάποτε θεωρούνταν πολιτικός εκπρόσωπός της, παίζουν τώρα πιο στατικούς ρόλους στις περιφερειακές υποθέσεις.

Η εμπλοκή του Ερντογάν στη Συρία, ενώ διαβρώνει την ιστορικά υποστηρικτική θέση της Τουρκίας τόσο για τη Φατάχ όσο και για τη Χαμάς στον παλαιστινιακό αγώνα, έχει συμβάλει σε μια περιφερειακή αναδιάταξη στην οποία το Ιράν έχει γίνει ισχυρότερο. Ο Ερντογάν, που κάποτε ήταν γνωστός για την έντονη αντίθεσή του στο Ισραήλ, τοποθετείται τώρα ως “μεσολαβητής της ειρήνης”.

Η μετατόπιση του Ερντογάν από τον ιδεαλισμό στα σκληρά συμφέροντα

Αρκετοί γεωπολιτικοί, πολιτικοί και οικονομικοί παράγοντες βρίσκονται πίσω από αυτή τη μεταμόρφωση.

Η επιρροή της Μουσουλμανικής Αδελφότητας έχει μειωθεί σημαντικά μετά από μια τραγική δεκαετία της “Αραβικής Άνοιξης” και ο Ερντογάν χρειάζεται τώρα την υποστήριξη και τη συνεργασία της Αιγύπτου και των κρατών του Περσικού Κόλπου, ιδίως της Σαουδικής Αραβίας. Στόχος του είναι επίσης να επιτύχει μια λεπτή ισορροπία με τις ΗΠΑ και την ΕΕ.

Το σύνθημα της εξωτερικής του πολιτικής περιστρέφεται πλέον γύρω από τη διαμεσολάβηση, η οποία ήταν εμφανής σε διάφορες συγκρούσεις, όπως η Λιβύη και η Ουκρανία -όπου η Τουρκία έπαιξε βασικό ρόλο στη διανομή σιτηρών.

Στο εσωτερικό, ο Ερντογάν αντιμετωπίζει επίσης προκλήσεις. Η δυσαρέσκεια της κοινής γνώμης αυξάνεται λόγω της εισροής προσφύγων, καθώς τα αντιαραβικά αισθήματα βαθαίνουν στην τουρκική κοινωνία.

Οι αποτυχημένες οθωμανικές φιλοδοξίες του Ερντογάν έχουν προκαλέσει την αναζωπύρωση του κοσμικού τουρκικού εθνικισμού μεταξύ της νεότερης γενιάς. Η τουρκική αριστερά, με την ιστορία της υποστήριξης του παλαιστινιακού αγώνα για ένα εθνικό κράτος, διαμαρτύρεται κατά των πολιτικών που βασίζονται στη θρησκεία, τοποθετούμενη τώρα απέναντι στις ισλαμιστικές προοπτικές.

Υπό αυτές τις συνθήκες, ο Αχμέτ Νταβούτογλου, ο πρώην αρχιτέκτονας της καταστροφικής εξωτερικής πολιτικής της Δυτικής Ασίας και τώρα ηγέτης του αντιπολιτευόμενου Κόμματος του Μέλλοντος, δήλωσε τα εξής

“Γνώρισα έναν ηγέτη, έναν ηγέτη με τον οποίο ήμουν περήφανος που ήμουν μαζί του, έναν ηγέτη που έκανε την καρδιά μου να φτερουγίζει όταν έλεγε “Ένα λεπτό” και όταν όλοι τον απειλούσαν, του έλεγα “Κύριε Πρωθυπουργέ, μην ανησυχείτε. Σήμερα γράψατε ιστορία. Θα κάνουμε ό,τι είναι απαραίτητο’ και τον έκανα να ζητήσει συγγνώμη από τον Σιμόν Πέρες. Σήμερα, η καρδιά μου δεν μπορεί να δεχτεί ότι αυτός ο ηγέτης σιώπησε για 10 ημέρες. Η καρδιά μου δεν δέχεται ότι δεν βγήκε και δεν φώναξε ‘Ω Ισραήλ'”.

Αυτό αντανακλά τα συναισθήματα πολλών υποστηρικτών του ΑΚΡ όταν ο Νταβούτογλου εξέφρασε την απογοήτευσή του για τη σχετικά υποτονική αντίδραση του Ερντογάν στον πόλεμο της Γάζας. Κατά ειρωνικό τρόπο, η πολιτική προσέγγιση του ισλαμιστή Τούρκου προέδρου σήμερα είναι περισσότερο ρεαλιστική από ό,τι ο ιδεαλισμός που ενέπνευσε η Μουσουλμανική Αδελφότητα.

Ενώ ορισμένοι από τους υποστηρικτές του στο εσωτερικό και στο εξωτερικό μπορεί να νοσταλγούν τη φλογερή ρητορική του παρελθόντος, η σημερινή προσέγγιση του Ερντογάν φαίνεται να δίνει προτεραιότητα στη σταθερότητα, τα οικονομικά συμφέροντα και μια ισορροπημένη εξωτερική πολιτική έναντι της Παλαιστίνης.

Πηγή: The Cradle

Εσείς, καταδικάζετε το Ισραήλ;

Έχει γίνει συνήθεια να ζητείται από τους Άραβες που καλούνται σε δυτικά τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων να καταδικάσουν αμέσως αυτή ή εκείνη την πράξη που το Ισραήλ χαρακτηρίζει τρομοκρατία.

Όταν ήρθα στις ΗΠΑ το 1983, αυτό ήταν ήδη συνήθης πρακτική. Αλλά τότε, οι Παλαιστίνιοι “τρομοκράτες” ήταν κοσμικοί: έτσι η προπαγάνδα των μέσων ενημέρωσης μιλούσε για τις επικίνδυνες κομμουνιστικές διασυνδέσεις της Παλαιστινιακής Απελευθερωτικής Οργάνωσης.

Οι ισλαμιστές αντιμετωπίζονταν τότε με τρυφερότητα, ακόμη και με θαυμασμό. Ήταν στο πλευρό των ΗΠΑ στον Ψυχρό Πόλεμο και οι ΗΠΑ και η Σαουδική Αραβία τους στρατολόγησαν για τον πόλεμο στο Αφγανιστάν.

Στη δεκαετία του 1980, η “τρομοκρατική” απειλή προερχόταν από τον Λίβανο. Όταν εμφανιζόμουν στα μεγάλα δίκτυα (λίγο μετά την άφιξή μου στην Ουάσιγκτον), μου ζητούσαν συνεχώς να καταδικάσω αυτή ή εκείνη την επίθεση στο Λίβανο ή στην Παλαιστίνη.

Στην αρχή, υπέκυπτα, αλλά στη συνέχεια άρχισα να σκέφτομαι τις συνέπειες μιας τέτοιας τελετουργικής δήλωσης. Δεν παίρνεις θέση (στην καλύτερη περίπτωση συμβολική) στο τραπέζι αν δεν καταδικάσεις, και μάλιστα σύμφωνα με τους ισραηλινούς ορισμούς της τρομοκρατίας και της ηθικής.

Στη δεκαετία του 1980, οι Άραβες ρωτήθηκαν επίσης αν αναγνώριζαν το κράτος του Ισραήλ. Τι σημαίνει αυτό; Ας πούμε ότι είστε Παλαιστίνιος που γεννήθηκε στη Χάιφα ή τη Γιάφα. Αν αναγνωρίζατε το κράτος του Ισραήλ, ουσιαστικά αναγνωρίζατε τη νομιμότητα της αρπαγής της γης του σπιτιού σας και της αναγκαστικής εκδίωξης των γονέων και των παππούδων σας από την Παλαιστίνη.

Αν ένας Άραβας αναγνώριζε το κράτος του Ισραήλ, θα αποδεχόταν τη θεμελιώδη ρατσιστική ανισότητα πάνω στην οποία ιδρύθηκε το κράτος του Ισραήλ.

Και τι γίνεται αν είστε κοσμικός άνθρωπος που δεν αποδέχεται ένα μουσουλμανικό κράτος ή ένα εβραϊκό κράτος ή ένα χριστιανικό κράτος; Στη Δύση, μπορείτε να είστε αντίθετος (ναι, αναμένεται να είστε αντίθετος) στο ισλαμικό καθεστώς στο Ιράν από κοσμική άποψη, αλλά θεωρείστε αντισημίτης αν αντιταχθείτε στη θρησκευτική ταυτότητα του κράτους του Ισραήλ.

Ακόμα και οι “υπερβολικές” επικρίσεις στο Ισραήλ αποκτούν τη ρετσέτα του αντισημιτισμού (αν ακολουθήσετε τον ορισμό του Στέιτ Ντιπάρτμεντ).

Εν τω μεταξύ, η “υπερβολική” κριτική του Ιράν ή της Σαουδικής Αραβίας δεν θεωρείται ισοδύναμη με ισλαμοφοβία. Είναι σαφές ότι εφαρμόζονται ειδικά πρότυπα στο Ισραήλ για να το προστατεύσουν από την κριτική, ενώ εφαρμόζονται ειδικά πρότυπα στον παλαιστινιακό λαό για να τον εμποδίσουν να αντιταχθεί στο Ισραήλ, στρατιωτικά ή ακόμη και ειρηνικά (το κίνημα BDS είναι πλέον παράνομο ή αποθαρρύνεται σοβαρά από περισσότερες από 35 πολιτείες των ΗΠΑ).

Για τη Δύση, οι Παλαιστίνιοι αναμένεται να ευχαριστιούνται την ισραηλινή κατοχή προκειμένου να αποδείξουν την ιδιότητά τους ως μέλη της ανθρώπινης φυλής.

Έχω παρακολουθήσει Άραβες καλεσμένους τις τελευταίες εβδομάδες να εμφανίζονται σε δυτικές τηλεοπτικές ειδησεογραφικές εκπομπές και πάντα τους έκαναν την ίδια ερώτηση. Καταδικάζετε τη Χαμάς; Καταδικάζετε την επίθεση; Πιστεύετε ότι η Χαμάς πρέπει να εξαλειφθεί, ναι ή όχι;

(Και θα ήταν δύσκολο να εξηγήσει κανείς σε αυτούς τους τηλεοπτικούς οικοδεσπότες ότι αυτό το κίνημα – είτε το συμπαθείτε είτε το μισείτε – έχει κατακτήσει την υποστήριξη τουλάχιστον του μισού παλαιστινιακού λαού). Φαντάστηκα τον εαυτό μου σε αυτή την καρέκλα και φαντάστηκα και τι απαντήσεις θα έδινα σε αυτές τις ανόητες ερωτήσεις.

Αναποδογυρίζοντας το ερώτημα

Θα απαντούσα ως εξής: Με ποια ιδιότητα μου κάνετε αυτή την ερώτηση; Πώς εσείς, ο δημοσιογράφος, γίνατε ο δικαστής μου ή ο ιερέας μου; Και γιατί με αντιμετωπίζετε σαν κατηγορούμενο σε δικαστήριο και όχι σαν καλεσμένο σε τηλεοπτικό στούντιο;

Επίσης, τι σας έκανε να αισθάνεστε ηθικά ανώτερος από εμένα για να καθορίσετε τον τρόπο με τον οποίο μπορώ να αποδείξω την αξία μου ως άνθρωπος; Γιατί, το να είμαι άνθρωπος, εξαρτάται από τη σωστή απάντηση στην ερώτηση, μόνο και μόνο λόγω της εθνοτικής μου καταγωγής ως Άραβα;

Γιατί, η ανθρωπιά κάποιου που έχει γεννηθεί στο Ισραήλ, δεν εξαρτάται από την καταδίκη όχι μιας μόνο επίθεσης, αλλά μιας σειράς εγκλημάτων πολέμου από την ημέρα που γεννήθηκε το Ισραήλ, εκτοπίζοντας ένα υπάρχον και ακμάζον παλαιστινιακό έθνος;


Παλαιστίνιοι πρόσφυγες κατά τη διάρκεια της Νάκμπα,
ή της μαζικής εκδίωξης από τη γη τους από το Ισραήλ, το 1948.
(hanini.org, Wikimedia Commons, CC BY-SA 3.0)

Στην πραγματικότητα, πρέπει να σας αντιστρέψω το ερώτημα. Σας ρωτώ, αφού το Ισραήλ σκότωνε Παλαιστίνιους με ρυθμό τουλάχιστον έναν την ημέρα, μόνο για παράδειγμα πέρυσι, καταδικάζατε καθημερινά αυτές τις δολοφονίες; Αν καταδικάζατε αυτές τις δολοφονίες, θα θεωρούσα ότι έχετε τα ηθικά προσόντα να απαιτήσετε και από εμένα να απαντήσω το καθοριστικό ερώτημα. Αν, από την άλλη πλευρά, δεν καταδικάζατε κάθε έναν από αυτούς τους φόνους που διέπραξε το Ισραήλ, τότε σας θεωρώ ηθικά αποτυχημένο και εντελώς ακατάλληλο να θέτετε ερωτήσεις, παριστάνοντας τον ηθικά ανώτερος άνθρωπος σε αυτή την εκπομπή.

Στην πραγματικότητα, είμαι πιο κατάλληλος να σας θέσω αυτή την ερώτηση. Εγώ είμαι ο δικαστής, όχι εσείς. Είμαι θύμα των ισραηλινών εγκλημάτων πολέμου γιατί μεγάλωσα υποκείμενος σε εβδομαδιαίους ισραηλινούς βομβαρδισμούς στο Λίβανο (εναντίον Παλαιστινίων και Λιβανέζων, αμάχων και μαχητών, με ελάχιστη σημασία για τις διακρίσεις, καθώς οι ισραηλινοί βομβαρδισμοί ήταν εντελώς αδιάκριτοι).

Θα έπρεπε να έρθω στις ΗΠΑ για να σας θέσω προ των ευθυνών σας για την επίσημη στρατιωτική και οικονομική σας χορηγία ή για τα ισραηλινά εγκλήματα πολέμου εναντίον μου. Εγώ, ένας άνθρωπος που μόλις και μετά βίας επέζησε από την ισραηλινή εισβολή του 1982 και την επακόλουθη άγρια πολιορκία της Βηρυτού, αρνούμαι να μου ζητηθεί να καταδικάσω οτιδήποτε από οποιονδήποτε, ειδικά από κάποιον στη Δύση που εργάζεται για ένα μέσο ενημέρωσης που ειδικεύεται στην επιδοκιμασία των ισραηλινών εγκλημάτων πολέμου.

Να λογοδοτήσει η Δύση

Εσείς στη Δύση είστε αυτοί που θα πρέπει να λογοδοτήσετε και να αναγκαστείτε να εκτελέσετε τις τελετουργίες καταδίκης που απαιτείτε από εμάς, καθώς τα ισραηλινά εγκλήματα πολέμου συνεχίζονται αμείωτα, υπό απεριόριστες δυτικές ευλογίες, από την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ.

Στην πραγματικότητα, η ισραηλινή μαζική βία κατά των Αράβων ξεκίνησε ήδη από τη δεκαετία του 1890, σύμφωνα με τον απολογισμό του ηγέτη του Πολιτιστικού Σιωνισμού, Ahad Ha’am, ο οποίος επέπληττε τους Σιωνιστές εποίκους στην Παλαιστίνη επειδή κακομεταχειρίζονταν και κακοποιούσαν τους Άραβες και τους θεωρούσαν σαν ζώα.

Πρέπει να σας ρωτήσω όλους εσάς στα δυτικά μέσα ενημέρωσης για την εγκληματική σας ευθύνη που καλύπτετε τις ειδήσεις από την περιοχή της Μέσης Ανατολής με άγνοια και ρατσισμό, και που αγνοείτε και διαστρεβλώνετε τις αραβικές απόψεις και αγνοείτε τα αραβικά δεινά. Το ότι τα δυτικά μέσα ενημέρωσης και οι κυβερνήσεις δεν εκτιμούν ισότιμα τις ανθρώπινες ζωές μεταξύ Αράβων και Ισραηλινών δεν είναι κάτι που χρειάζεται απόδειξη. Είναι πολύ προφανές για να χρειάζεται τεκμηρίωση.

Μας προσκαλείτε εμάς τους Άραβες στις εκπομπές σας και αρχίζετε να μας βομβαρδίζετε για λογαριασμό του κράτους του Ισραήλ το δευτερόλεπτο που θα καθίσουμε.

Η αντικειμενικότητά σας είναι κάτι που χλευάζουμε. Η αντικειμενικότητα είναι ένα τέχνασμα που εφαρμόζετε στα μέσα ενημέρωσης των αναπτυσσόμενων χωρών για να τα αναγκάσετε να συμμορφωθούν με τα δικά σας πολιτικά πρότυπα- επιτρέπει επίσης στις δυτικές δυνάμεις να επιβάλλουν την ηγεμονία των ιδεών τους ειδικά σε περιόδους πολέμου και κατοχής (τους δικούς τους πολέμους και τις δικές τους κατοχές).

Όσον αφορά την καταδίκη, σας καταδικάζω όλους για τον ρατσισμό σας, τα αντιεπαγγελματικά πρότυπα δημοσιογραφίας και την παραγωγή προπαγάνδας στο όνομα των σύγχρονων δυτικών μέσων ενημέρωσης.

Μεγάλο μέρος των δυτικών μέσων ενημέρωσης αυτές τις μέρες μεταφέρουν μακροσκελή άρθρα, όλα βασισμένα σε ανεπιβεβαίωτους ισχυρισμούς ισραηλινών στρατιωτικών πηγών- αυτό δεν διαφέρει από το πώς κάλυψαν την Ουκρανία, όλα βασισμένα σε ουκρανικές και δυτικές στρατιωτικές πηγές. Συχνά εισάγουν μια δήλωση αποποίησης ευθύνης ότι οι πληροφορίες που περιέχονται δεν έχουν επαληθευτεί.

Αλλά αυτές οι δυτικές χώρες δεν διδάσκουν στις σχολές δημοσιογραφίας τους ότι δεν μπορούν να δημοσιεύονται ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες; Οι αραβικοί στρατιωτικοί ή πολιτικοί ανεπιβεβαίωτοι ισχυρισμοί δεν δημοσιεύονται ποτέ, εκτός αν αναφέρονται από τους ισραηλινούς και νατοϊκούς στρατούς για επαλήθευση ή διάψευση.

Τι βλέπει ο κόσμος

Το ένα πράγμα που θα βγει από αυτό είναι ότι οι έγχρωμοι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο, μπορούν να δουν από μόνοι τους το βαθμό στον οποίο η φυλή και η εθνικότητα παίζουν μεγάλο ρόλο στη διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής των δυτικών χωρών. Οι διαφορετικές τιμές στις οποίες αποτιμώνται οι ανθρώπινες ζωές δεν ήταν ποτέ πιο εντυπωσιακά σαφείς.

Οι Άραβες και οι Μουσουλμάνοι έχουν δει ότι όχι μόνο οι ζωές τους δεν έχουν σημασία για τους Δυτικούς, αλλά ότι η θέση τους στις δυτικές χώρες είναι χαμηλότερη και θα γίνει ακόμη χαμηλότερη με την άνοδο των ακροδεξιών κομμάτων και με την υιοθέτηση μιας ακροδεξιάς μεταναστευτικής ατζέντας από τα κυρίαρχα κεντρώα και αριστερά κόμματα στην Ευρώπη.

Η Δύση δεν είχε την ευκαιρία να αξιολογήσει τις επιπτώσεις της σφαγής στη Γάζα σε ότι αφορά τις σχέσεις της με την Ανατολή ή με την Αφρική και την Ασία και τη Νότια Αμερική.

Η Δύση ενεργεί ως ένα μονολιθικό μπλοκ λευκών χριστιανικών εθνών που είναι αποφασισμένα να επιβάλουν τη θέλησή τους στο νότιο μισό του πλανήτη. Και όταν η Κίνα έρχεται στα έθνη του Νότου για βοήθεια χωρίς να αποσπά εξευτελιστικές πολιτικές παραχωρήσεις, η Δύση έχει το θράσος να προειδοποιεί τις χώρες αυτές για τα απώτερα κίνητρα του Πεκίνου.

Ο αραβικός και ο μουσουλμανικός κόσμος ριζοσπαστικοποιούνται όλο και περισσότερο και η Δύση με την αντίδρασή της στις ισραηλινές επιθέσεις στη Γάζα, έκανε τη Χαμάς πιο δημοφιλή από ποτέ. Ακόμη και εκείνοι που συνήθιζαν να ασκούν κριτική στη Χαμάς δυσκολεύονται πλέον να το κάνουν. Ο Ιορδανός δημοσιογράφος, Bassam Baddarin, παρατήρησε ότι ο Abu Ubayda (ο εκπρόσωπος της στρατιωτικής πτέρυγας της Χαμάς) θα μπορούσε να εκλεγεί σε οποιαδήποτε αραβική χώρα.

Αυτό είναι δικό σας έργο.

Πηγή: Consortium News

Μετάφραση: antapocrisis

Today, history is being written in Gaza

The more the mouthpieces of the US and Zionism – the Goebbelsian propaganda machines, the governments-puppets of imperialism, the pathetic “institutions” – slander, smear, provoke the Palestinian resistance and launder the crimes of the murderous and fascist state of Israel – even by using the victims of Nazism- the more our solidarity with Palestine will grow. The more they ban, target and criminalise our demonstrations of solidarity with Gaza, the louder we will raise our voice. The more they ban and criminalise the waving of the Palestinian flag, the higher we will raise it.

Because, in Gaza today two different worlds are colliding. On the one hand, the world of injustice, fascism of the powerful, barbarism, oppression, dehumanisation. On the other hand, the world of justice, liberation, resistance, pride, dignity, emancipation. The world of oppression and exploitation, imperialism and war against the oppressed and the peoples of the world. Them against us.

In Gaza, no matter what the outcome of this conflict might be, a series of mostly forgotten historical truths have been reaffirmed. It has been reaffirmed that there are no dead ends for the oppressed, that the “one and immutable order” does not exist. It has been reaffirmed that imperialism and all its reactionaries are just paper tigers in the face of a people determined to fight for its rights, when two months ago it unmasked the ironclad state of Israel. It has been reaffirmed that solidarity is indeed a weapon of the peoples. It is not just a slogan in demonstrations: when millions of demonstrators around the world fight against “burial” and obscurity of the committed genocide and force even the slightest whispering of the phrase “humanitarian crisis” in resolutions that will forever remain inapplicable and in diplomatic moves, solidarity becomes a material force ready to strike. It has been reaffirmed that it is only right to rebel, because in Gaza people have nothing to lose but their chains and they have lifted their heads up to break these chains, proving once again that this is our only way.

Gaza has forced the facades of the representatives of “civilization” and “democracy” to fall and to show their true faces in a blatant and cynical manner, when they feel that their interests are at stake – barbarity, brutality, war, brutal repression of freedom, crushing of every opposition and resistance.

Gaza has generated a reversal of the imperialist plans. It forced Blinken to run from capital to capital in the Middle East, from meeting to meeting and from phone call to phone call with the leaders of the rest of the Western “civilized and democratic” world, in order to preserve the imperialist order.

Today history is being written in Gaza. All of the above define the current historical events, modifying our perception of plausibility. These is the result of the resistance of a small people, living in a strip of land, fighting alone with nothing in their hands but their soul and their determination. In these times of general retreat of the popular movement, the Palestinian resistance gives hope, sets an example and offers lessons to the peoples of the world.

In this historical context, supporting Gaza and expressing solidarity with the Palestinian people in every way, is of particular importance. It is the duty and obligation of every free and progressive person, of every collective effort, of those who are not satisfied with the bare minimum and want to change the world.

  • Victory to the Palestinian resistance!
  • Solidarity is our weapon!
  • Peoples win with weapon in hand!
  • Death to fascism and imperialism!
  • It is right to revolt!