Άρθρα

Καταπίνοντας τα μνημόνια, διυλίζοντας τον Κασσελάκη

Επαληθεύοντας όλα τα προγνωστικά ο Στέφανος Κασσελάκης πέτυχε ευρεία νίκη στις εκλογές για την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ και πλέον είναι το αδιαφιλονίκητο φαβορί. Τα στελέχη και τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ που απορούν με την εκτόξευση προς την προεδρία ενός μέχρι πρόσφατα άσχετου με το κόμμα και την ιστορία του, κακώς απορούν. Το ένα και μοναδικό κριτήριο του κόσμου του ΣΥΡΙΖΑ είναι να μην εξαϋλωθεί η αξιωματική αντιπολίτευση, να μην επιστρέψει στο 3%, και -ίσως-  να μπορέσει να ξαναχτυπήσει την πόρτα της εξουσίας. Αυτή την προοπτική μπορεί να τη δώσει ένας νεότερος και ωραιότερος Μητσοτάκης, δεν μπορούν να τη δώσουν πρόσωπα και στελέχη που ταυτίστηκαν με τη χρεοκοπία του ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση – και ακόμα περισσότερο – με τη χρεοκοπία του ΣΥΡΙΖΑ ως αντιπολίτευση. 

Απορούν και εξίστανται σχολιαστές και δημοσιογράφοι για τη μετεωρική άνοδο του Στέφανου Κασσελάκη, για τη μεταπολιτική και τη μεταδημοκρατία, για την αμερικανική πρεσβεία και την πλήρη επικράτηση των ιδεολογημάτων της αριστείας και της προσωπικής επιτυχίας. 

Μα αν έχεις υιοθετήσει το σύνολο της πολιτικής και της ιδεολογίας, γιατί να μην υιοθετήσεις και τον τρόπο με τον οποίο αυτή η πολιτική και αυτή η ιδεολογία επιλέγει τους εκφραστές της;

Αυτοί που κατάπιναν αμάσητα τα μνημόνια, τις ιδιωτικοποίησεις, την υποθήκευση για δεκαετίες του δημόσιου πλούτου, την ολόψυχη προσχώρηση στον αμερικανονατοϊκό άξονα, την αποδοχή του μονόδρομου λιτότητας των Βρυξελλών, αυτοί που υπηρέτησαν (με πόνο καρδιάς αλλά και μέχρι κεραίας) ό,τι ζήτησε ο ευρωατλαντισμός και η εγχώρια άρχουσα τάξη, γιατί διαμαρτύρονται;

Αυτοί που μοναδικό τους κριτήριο έκαναν το να αποκτήσουν μια Αριστερά που να ξεφύγει από το “αριστεροχώρι” και να μπορέσει να κυβερνήσει, υιοθετώντας το σύνολο σχεδόν του πολιτικού και αξιακού πλαισίου του αντιπάλου, γιατί απορούν;

Ο Κασσελάκης τους φταίει;

Εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ είναι ο Κασσελάκης, και μάλιστα πολύ πιο αληθινή και πιστή από τις μαρξίζουσες αμπελοφιλοσοφίες του Τσακαλώτου και τα αλτουσεριανά φληναφήματα του Τζανακόπουλου. Γιατί δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ να πρέπει να έχει επικεφαλής κάποιον ή κάποια που να παριστάνει κάτι που δεν είναι;

Γιατί θα πρέπει ο επικεφαλής του να παριστάνει το στέλεχος της Αριστεράς ενώ ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι τίποτα διαφορετικό από Democrats και μάλιστα σε αποδρομή; Γιατί θα πρέπει να αντλείς το πολιτικό σου κεφάλαιο από τον Ηλιού, τον Πουλαντζά και τον Ελεφάντη, ενώ ασκείς την πολιτική του Μπάιντεν;

Ο Κασσελάκης ήταν και είναι η μόνη έντιμη επιλογή για όποιον έχει πραγματική και όχι φαντασιακή εικόνα για το τι είναι και τι εκφράζει ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα. Δεξιά, συστημική, αμερικανόπνευστη (και αμερικανοκίνητη) επιλογή, επιλογή της αγοράς και των χρηματαγορών, προερχόμενη κατευθείαν από τον κόσμο της αριστείας, της Εκάλης και του Κολλεγίου Αθηνών. Δεν “καταλαμβάνει” το κόμμα, απλώς το κόμμα βρήκε αυτόν που το εκφράζει καλύτερα.

Γιατί άλλωστε να μπλέκεις με νέους Τσίπρες που βαρύνονται και με το προπατορικό αμάρτημα του δημοψηφίσματος;

Αν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι κόμμα που κυβερνά χωρίς τις αρχές της Αριστεράς, γιατί ο επικεφαλής του πρέπει υποκριτικά να δηλώνει πίστη σε αυτές;

Αριστερός ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να υπάρξει, ας υπάρξει τουλάχιστον ειλικρίνεια. 

ΥΓ. Το πρόβλημα με τον Κασσελάκη δεν είναι ότι θα βγει πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ. Το πρόβλημα είναι ότι η νίκη του είναι μια ακόμα απόδειξη της κατάργησης της πολιτικής, με το περιτύλιγμα, την εικόνα, το πλασάρισμα και συνεπώς την κενολογία, τη μπουρδολογία και τη ρηχότητα να έχουν το πάνω χέρι. Η μετεωρική πορεία και η φαντασμαγορική επίδοση του Κασσελάκη, πιστοποιούν ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει προς το χειρότερο.

Μίμοι του Ανδρέα, κληρονόμοι της Αυριανής

“Καθε ψήφος που δεν πάει στον ΣΥΡΙΖΑ, ενισχύει το σχέδιο της ΝΔ”, ισχυριζόταν  ο Τσιπρας την προηγούμενη εβδομάδα. “Ο σχεδιασμός της ΝΔ είναι 7 κομματική ή 8 κομματική Βουλή, που θα απαξιωθεί πλήρως και η αντιπολίτευση θα κατακερματιστεί”, ισχυρίζεται ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ αυτές τις μέρες. Βγαλμένα από τις χειρότερες σελίδες του Αυριανισμού, τα επιχειρήματα Τσίπρα, πέραν του ότι δεν αντέχουν στην κοινή λογική (πχ όσο περισσότερα κόμματα μπουν στη Βουλή, τόσο λιγότερους βουλευτές θα έχει η ΝΔ), συνιστούν ύβρη για την Αριστερά και την ιστορία της. 

Η Αριστερά μεταπολιτευτικά εκβιάστηκε, λεηλατήθηκε, σύρθηκε, υποτάχθηκε και οδηγήθηκε υποτελής στο ΠΑΣΟΚ, όχι χωρίς δικιά της ευθύνη. Η θεωρία της χαμένης ψήφου, το εφεύρημα των δύο και μόνο αποκλειστικά στρατοπέδων (φως και σκότος, δημοκρατικές δυνάμεις και Δεξιά), ήταν τα βασικά επιχειρήματα με τα οποία το ΠΑΣΟΚ περιθωριοποιούσε, πίεζε, λεηλατούσε εκλογικά και πολιτικά την Αριστερά και την έκανε εκούσα άκουσα συμπλήρωμα στην πολιτική του. 

Ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ συνολικότερα προέρχονται από ένα ρεύμα το οποίο πλήρωσε τους αυριανιστικούς εκβιασμούς. Δεν έχουν ωστόσο κανέναν ηθικό ή πολιτικό φραγμό στο να τους επαναλάβουν, μόνο και μόνο επειδή η συγκυρία της πολιτικής ρευστοποίησης του 2012 – 2015 τους έφερε σε θέση ισχύος, στην αρχή ως κυβέρνηση και στην πορεία ως αξιωματική αντιπολίτευση.

Σήμερα, ο ΣΥΡΙΖΑ, αντιλαμβανόμενος τον κίνδυνο μιας ολοσχερούς απαξίωσης έως και κατάρρευσης, παπαγαλίζει όχι απλώς τα συνθήματα του Ανδρέα, αλλά το σύνολο των αυριανιστικών επιχειρημάτων και εκβιασμών. Ισχυρίζεται μάλιστα ότι δεν έχει σημασία αν ένα κόμμα από το 2,5% πάει στο 3,5% (εννοώντας προφανώς το ΜΕΡΑ25), διαστρεβλώνοντας μάλιστα ότι κάτι τέτοιο θα σήμαινε μικρότερη κοινοβουλευτική δύναμη του Μητσοτάκη αλλά και μια επιπλέον φωνή αντιπολίτευσης σε μια καταθλιπτική επόμενη Βουλή. Αλήθεια θα είναι πιο χρήσιμο αν ο ΣΥΡΙΖΑ πάρει 20% και όχι 19%, από το αν ένα μπει ένα κόμμα με αναφορά στην Αριστερά και στα κινήματα στην επόμενη Βουλή; Πραγματικά, ποια θα ήταν μια “πιο χρήσιμη” ψήφος;

Το πρόβλημα όμως δεν είναι κυρίως αυτό. Το πρόβλημα είναι ότι για πρώτη φορά στην μεταπολιτευτική ιστορία υπάρχει η σχεδόν βεβαιότητα του να βγούμε από τις κάλπες της Κυριακής, όχι μόνο με μια ισχυρή, δεξιά, νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση, αλλά έχοντας αέρα παντοδυναμίας και αίσθημα ασυδοσίας, καταγράφοντας μια τεράστια – τρομακτική διαφορά από το δεύτερο κόμμα και την αξιωματική αντιπολίτευση. 

Και αυτό, είτε αρέσει, είτε δεν αρέσει, είναι έργο με φαρδιά πλατιά την υπογραφή του Τσίπρα.

Και τον Σκαλούμπακα να βάλει επικεφαλής της εκστρατείας του ο ΣΥΡΙΖΑ, συγχωροχάρτι από την αστική τάξη δεν παίρνει

Η δημόσια συζήτηση για την τοποθέτηση Μαραντζίδη στη θέση του επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας του ΣΥΡΙΖΑ γίνεται σε εντελώς λάθος βάση. Το ζήτημα δεν είναι ότι ο Μαραντζίδης είναι αντικομμουνιστής, ταγός του ιστορικού αναθεωρητισμού, φανατικός ακροκεντρώος κοκ. Αυτό θα ήταν πρόβλημα αν ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να είναι αντισυστημικό κόμμα. Δεν θέλει. Ούτε θέλει άλλωστε να περιορίσει τις απώλειες από τα αριστερά. Οι απώλειες, ή μάλλον η αναξιοπιστία προς το κέντρο και τα δεξιά, είναι που τον ενδιαφέρουν.

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ζήλεψε τα ιστορικά δοκίμια του Μαραντζίδη, ούτε στέρεψε από επικοινωνιολόγους και πολιτικούς επιστήμονες. Με την επιλογή αυτή, ο ΣΥΡΙΖΑ, για μία ακομα φορά στρέφεται προς την άρχουσα τάξη ικετεύοντάς την να τον συγχωρέσει.

Ο Μαραντζίδης, περισσότερο από ένα πρόσωπο, είναι μια δήλωση. Μαζί με τον Καλύβα μπήκαν στην προμετωπίδα του αγώνα του ιστορικού αναθεωρητισμού, της αθώωσης του δωσιλογισμού και της ενοχοποίησης της Εθνικής Αντίστασης. Με οξύτατο τρόπο στάθηκε ενάντια στο δημοψήφισμα του 2015 και στην έμμεση διακινδύνευση της ευρωατλαντικής πορείας της χώρας. Χαιρέτισε τη “σοσιαλδημοκρατικοποίηση” του ΣΥΡΙΖΑ μετά το 2015 και το γεγονός ότι, όντας κυβέρνηση, μπόρεσε να ενσωματώσει τον ριζοσπαστισμό του πεζοδρομίου και των αγανακτισμένων της πλατείας σε θεσμικά, ευρωπαϊκά μονοπάτια. 

Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ψήφισε την αμερικανόπνευστη Συμφωνία των Πρεσπών, αναμενόμενα, ο Μαραντζίδης εκφράστηκε ανοιχτά υπέρ του. Δεν έπαψε ποτέ να ανήκει στο ακραίο, αντικομμουνιστικό κέντρο, υπερασπιστής του ευρωατλαντικού προσανατολισμού και της με κάθε θυσία (σ.σ. εργαζομένων) παραμονή της χώρας στην Ε.Ε. Αρθρογράφησε υπέρ της μετάλλαξης του ΣΥΡΙΖΑ, ερχόμενος σε διάσταση με άλλες εμβληματικές μορφές του στρατοπέδου των “μένουμε Ευρώπη”, επιχειρηματολογώντας ότι αυτήν τη μετάλλαξη, οι συστημικές δυνάμεις πρέπει να τη χαιρετίσουν. 

Η τοποθέτησή του στη θέση του επικεφαλής, σημαίνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πασχίζει απλώς να πείσει το σύστημα και την άρχουσα τάξη ότι δεν έχει τίποτα να φοβηθεί, αλλά ότι είναι πρόθυμος για τις πιο εμφατικές δηλώσεις μετανοίας. 

Αυτό είναι ο Μαραντζίδης σε ό,τι αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ σήμερα: Δήλωση μετανοίας. 

Ανεξάρτητα από την επικοινωνιακή καταιγίδα του συστήματος που εμφανίζει τον ΣΥΡΙΖΑ “ανεύθυνο”, “επικίνδυνο” και “αμετανόητο” που βρίθει κομμουνιστών οι οποίοι θα φορολογήσουν τη μεσαία τάξη και τα κέρδη των επιχειρήσεων, είναι δεδομένο ότι η άρχουσα τάξη δεν έχει να φοβηθεί τίποτα από τον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ. 

Γιατί λοιπόν τον έχει στην απ’ έξω;

Αυτή είναι η απορία της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ μέχρι και σήμερα. 

Αυτή είναι και η απορία (και ταυτόχρονα μομφή) του Μαραντζίδη προς τις συστημικές δυνάμεις από το 2017 και μετά. 

Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι στην απ’ έξω όχι για αυτά που έγιναν από το 2015 και μετά, αλλά για αυτά που υπονόησε ότι μπορούν να γίνουν πριν το 2015. Αυτό είναι θανάσιμο, ασυγχώρητο και απαράγραπτο αμάρτημα. Δεν είναι δυνατόν να αμφισβητείται ο μονόδρομος της λιτότητας και του ευρωπαϊσμού, δεν είναι δυνατόν ο λαός τον Ιούλιο του 2015 να ψηφίζει κόντρα στη βούληση της ολιγαρχίας, δεν είναι δυνατόν να τίθεται ενδεχόμενο αποχώρησης της Ελλάδας από το ευρώ και την Ε.Ε. 

Ο ΣΥΡΙΖΑ πριν το 2015 αμφισβήτησε, άθελά του αλλά εκ των πραγμάτων, τα “ιερά και τα όσια” του ελληνικού αστισμού. Η πολεμική που δέχεται μέχρι και σήμερα, οκτώ ολόκληρα χρόνια μετά την πλήρη και δίχως όρους συμμόρφωσή του, είναι προς γνώση και παραδειγματισμό: Ουδείς επιτρέπεται όχι να αμφισβητήσει, αλλά έστω να υπονοήσει την αμφισβήτηση του γύψου που έχουν διαμορφώσει ΗΠΑ, ΕΕ και ελληνική άρχουσα τάξη για τη χώρα. Ακόμα και αν αυτό το πλαίσιο σημαίνει γεωπολιτική, κοινωνική και οικονομική υποβάθμιση. 

Ο ΣΥΡΙΖΑ θα κάνει τη μία δήλωση μετανοίας μετά την άλλη, αλλά η στάση των εγχώριων δυναμικών κέντρων απέναντί του δεν θα αλλάξει. Θα τιμωρείται εσαεί για το ότι κάποτε φλέρταρε με την ανυπακοή και έκανε το δημοψήφισμα. Θα είναι πάντα κατηγορούμενος γιατί επί των ημερών του η αστική τάξη τρόμαξε, για πρώτη φορά μετά τη μεταπολίτευση. Έγκλημα που δεν παραγράφεται, όσο κι αν ο κατηγορούμενος έχει να επιδείξει απεριόριστο σωφρονισμό και πλήρη συμμόρφωση.

ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ: όχι ίδιοι, αλλά όμοιοι (η περίπτωση των συντάξεων)

Με αφορμή τον ξεσηκωμό των Γάλλων εργαζομένων ενάντια στην ασφαλιστική μεταρρύθμιση Μακρόν που αυξάνει τα όρια της συνταξιοδότησης από τα 62 στα 64, πικρή συζήτηση γίνεται στην Ελλάδα για τα δικά μας όρια συνταξιοδότησης που ανέβηκαν εδώ και μια δεκαετία στα 67 χρόνια, και σήμερα όχι μόνο δεν κουνιέται φύλλο για το συνταξιοδοτικό, αλλά ορισμένοι κύκλοι προετοιμάζουν περαιτέρω αύξηση του ορίου ηλικίας επισείοντας το δημογραφικό πρόβλημα. 

Ο ΣΥΡΙΖΑ, υποκριτικά, στηρίζει εκ του ασφαλούς τις κινητοποιήσεις στη Γαλλία, την ώρα που επί κυβέρνησής του, με τον νόμο Κατρούγκαλου, οι συντάξεις μειώθηκαν δραματικά. Η λαθροχειρία που γίνεται εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ είναι ο ισχυρισμός ότι ο νόμος Κατρούγκαλου δεν αύξησε τα όρια συνταξιοδότησης. Πράγματι, ο νόμος 4387/2016, δεν αύξησε τα όρια συνταξιοδότησης. Δεν χρειάστηκε, καθώς αυτά είχαν ήδη αυξηθεί με τους νόμους 3863/2010 και 3865/2010 της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, και εφαρμόστηκαν με τον νόμο 4093/2012 της κυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου.

Πέραν όμως του ότι η ασφαλιστική μεταρρύθμιση ΣΥΡΙΖΑ δεν ακύρωσε τις προηγούμενες αυξήσεις των ορίων συνταξιοδότησης, ο νόμος Κατρούγκαλου ήταν κυριολεκτικά λαιμητόμος για τις συντάξεις και τους συνταξιούχους. 

Πιο συγκεκριμένα, παραθέτουμε σχετική ανάρτηση του Γιάννη Καραχάλιου στο facebook: 

  1. Θεσπίστηκε η βάρβαρη «προσωπική διαφορά» στερώντας από 1.000.000 συνταξιούχους τις αυξήσεις με βάση τις πρόσφατες αποφάσεις του ΣτΕ που κατά ένα τμήμα τούς δικαίωσαν. Οι ίδιοι συνταξιούχοι ή οι κληρονόμοι τους θα εισπράξουν αυξήσεις ΜΟΝΟ εφόσον μηδενίσουν την προσωπική διαφορά!
  2. Μειώθηκαν τα ποσοστά αναπλήρωσης, με συνέπεια όλες οι συντάξεις μετά τον Μάιο του 2016 να είναι κατά 20% χαμηλότερες από εκείνες πριν τη δημοσίευση του νόμου Κατρούγκαλου 4387/2016 (13-5-2016).
  3. Νομιμοποιήθηκαν όλες οι προηγούμενες μνημονιακές περικοπές των συντάξεων με τους εφαρμοστικούς νόμους του α’ και β’ Μνημονίου (άρθρο 14 ν. 4387/2016).
  4. Νομιμοποιήθηκε η οριστική κατάργηση των τριών Δώρων-Επιδομάτων (Χριστουγέννων, Πάσχα, Αδείας).
  5. Επιβλήθηκε ο επανυπολογισμός όλων των «παλαιών» συντάξεων με βάση τα νέα μικρότερα ποσοστά αναπλήρωσης, με αποτέλεσμα τη δημιουργία τής «προσωπικής διαφοράς» που ουσιαστικά είναι μηχανισμός μείωσης των συντάξεων.
  6. Αυξήθηκε ο «θεμελιωτικός» χρόνος για πλήρη εθνική σύνταξη από 15 (4.500 ΗΑ) σε 20 έτη (6.000 ΗΑ).
  7. Νομοθετήθηκε η χορήγηση της πλήρους εθνικής σύνταξης των 384 € ΜΟΝΟ με 40 χρόνια εργασίας (12.000 ΗΑ) στο 62ο έτος ηλικίας ή με 20 χρόνια (6.000 ΗΑ) στο 67ο.
  8. Καθιερώθηκε «εθνική σύνταξη πολλών ταχυτήτων» με πρώτα θύματα: τις χήρες/χήρους (μείωση της σύνταξης χηρείας από 70% στο 50% για όλους, ηλικιακός «κόφτης», «κόφτης» εθνικής σύνταξης όταν υπάρχουν περισσότερες συντάξεις) και τους ανασφάλιστους υπερήλικες (χορήγηση του επιδόματος με βάση το τεκμαρτό και όχι το πραγματικό εισόδημα) .
  9. Επιβλήθηκε και για την εθνική σύνταξη η εξοντωτική ισόβια ποινή («πέναλτι») ύψους 30% για όσους εξέλθουν με μειωμένη σύνταξη στο 62ο έτος ηλικίας (6% μείωση για κάθε έτος πρόωρης φυγής και μέχρι πέντε έτη).
  10. Καταργήθηκαν τα κατώτατα όρια των κύριων και επικουρικών συντάξεων.
  11. Αυστηροποιήθηκαν απάνθρωπα οι συντάξεις χηρείας και διαζευγμένων καθώς και οι προϋποθέσεις της σύνταξης από διαδοχική ασφάλιση.
  12. Θεσπίστηκαν αναπηρικές συντάξεις σε τέσσερις (4) κλίμακες (384, 288, 192 και 153€) ανάλογα με το ποσοστό αναπηρίας (80% και άνω, 67%-79,99%, 50%-66,99%, μέχρι 49,99%, αντιστοίχως)!
  13. Τιμωρήθηκε εξοντωτικά η εργασία των συνταξιούχων με την πρωτοφανή παρακράτηση του 60% της σύνταξης! (Τώρα παρακρατείται το 30%).
  14. Απαγορεύθηκε για επτά χρόνια (2015-2022) κάθε αύξηση στις συντάξεις.
  15. Μειώθηκε σταδιακά (από το 2016) και τελικά καταργήθηκε τον Δεκέμβριο του 2019 το ΕΚΑΣ, ο κοινωνικότερος θεσμός τού Ελληνικού Συνταξιοδοτικού Συστήματος!
  16. Θεσπίστηκε η χορήγηση του επιδόματος των ανασφάλιστων υπερηλίκων με βάση το τεκμαρτό και όχι το πραγματικό εισόδημα, με συνέπεια οι μισοί και πλέον δικαιούχοι να χάσουν το επίδομα.
  17. Θεσπίστηκε η ακραία νεοφιλελεύθερη αρχή για τον υπολογισμό τής σύνταξης με βάση τον μισθό ΟΛΟΚΛΗΡΟΥ του εργασιακού βίου, γεγονός που θα οδηγήσει, κυρίως μετά το 2028, σε συντάξεις ύψους 400-500 ευρώ.
  18. Καταργήθηκαν τα οικογενειακά επιδόματα γάμου και τέκνου στις συντάξεις.
  19. Μειώθηκε το εφάπαξ από το 2014 και μετά, αφού από 1-1-2014 και εφεξής το εφάπαξ στερείται της ανταποδοτικότητας και στον δικαιούχο καταβάλλονται ΜΟΝΟ οι άτοκες εισφορές!!
  20. Θεσπίστηκε «κόφτης» στις δαπάνες για τις συντάξεις μέχρι το 2060, απαγορεύοντας αυτές να υπερβαίνουν το 2,5% του ΑΕΠ, με έτος αναφοράς το 2009!
  21. Αυξήθηκε από 4% σε 6% η εισφορά υπέρ ΕΟΠΥΥ για παροχές ασθενείας σε όλες τις κύριες συντάξεις και επιβλήθηκε νέα εισφορά 6% υπέρ ΕΟΠΥΥ σε κάθε επικουρική σύνταξη!

Και επιπλέον: Δεν κατάργησε καμία από τις προηγούμενες ρυθμίσεις – το αντίθετο – νομιμοποίησε τις αυξήσεις των ορίων συνταξιοδότησης. 

Η ίδια η κυβέρνηση Μητσοτάκη δια του νόμου Βρούτση, αποδέχτηκε, θωράκισε και εδραίωσε τον νόμο Κατρούγκαλου, κλείνοντας τα όποια νομικά κενά που αυτός είχε, αποδεικνύοντας ότι η ασφαλιστική μεταρρύθμιση επί μνημονίων ήταν μια κοινή και ενιαία πολιτική.

Κατόπιν αυτών, μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι υπάρχει ανταγωνιστική πολιτική ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ στο ασφαλιστικό, στα όρια συνταξιοδότησης, αλλά και στο ύψος των συντάξεων;

Μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι δεν εφαρμόστηκαν παραπλήσιες, όμοιες, και συμπληρωματικές πολιτικές από ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ;

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, πηγαίνοντας ένα ακόμα βήμα παραπέρα, ιδιωτικοποιεί την επικουρική ασφάλιση στο δρόμο της πλήρους ιδιωτικοποίησης του ασφαλιστικού συστήματος. 

Αρκεί αυτό για να επιλέξουν οι εργαζόμενοι να στηρίξουν τον ΣΥΡΙΖΑ;

Ή μήπως διαχρονικά και αποδεδειγμένα, η επιλογή του “μικρότερου κακού” οδηγεί πάντα, μα πάντα, στο “μεγαλύτερο κακό”;

Το γεγονός ότι ο νόμος Κατρούγκαλου “πονούσε” τον ΣΥΡΙΖΑ κατά την εφαρμογή του, ενώ ο νόμος Βρούτση “ευχαριστεί” τη ΝΔ, δεν είναι τίποτα διαφορετικά από μια φαιδρή απόπειρα να εφευρεθούν διαφορές ανάμεσα σε όχι ίδιες, αλλά πάντως όμοιες πολιτικές.

Τι περιμένει ο ΣΥΡΙΖΑ;

Αρκετοί είναι αυτοί που προβληματίζονται σχετικά με την πρακτική του ΣΥΡΙΖΑ. Kατά τη διάρκεια των 3μισι χρόνων διακυβέρνησης της ΝΔ, χρονικό διάστημα στο οποίο έχουν συμβεί αρκετά (δύο χρόνια καραντίνα χωρίς κανέναν σχεδιασμό, δρομολόγηση διάλυσης του ΕΣΥ, εκτίναξη του πληθωρισμού, ενεργειακή φτώχεια, υποκλοπές, ιδιωτικοποιήσεις – ετοιμάζονται για το νερό τώρα, εμπλοκή σε πολεμικές περιπέτειες για χάρη του ΝΑΤΟ, ακραία νεοφιλελεύθερη ατζέντα γενικά, έγκλημα στα Τέμπη), ο Τσίπρας επέλεξε τους χαμηλούς τόνους, τη χλιαρή αντιπολίτευση, τον σεβασμό του αστικού πολιτικού παιχνιδιού και των κανόνων του, την “υπευθυνότητα”.

Δεν είναι λίγοι αυτοί που έχοντας αηδιάσει από τη σκληρή δεξιά πολιτική του Μητσοτάκη αναρωτιούνται αν θα κυβερνάει για πάντα. Αν θα μπορούσε, υπό προϋποθέσεις, η κυβέρνηση να πέσει ή έστω να υπάρξει κάποια κυβερνητική εναλλαγή μέσω των εκλογών που πλησιάζουν. Διαπιστώνουν ότι το δεύτερο δημοσκοπικά κόμμα δεν προσπαθεί να στριμώξει την κυβέρνηση και να διεκδικήσει χώρο για τον εαυτό του. Πως δε μπορεί να “αναπτύξει δυναμική”. Και με τρόμο καταλήγουν πως “θα έχουμε για άλλη μια 4ετία Μητσοτάκη”, καθώς δεν υπάρχει στον πολιτικό χάρτη κάποιος που θα ήθελε και θα μπορούσε να τον εκτοπίσει.

Ο παραπάνω συλλογισμός μπορεί να μην είναι ολόσωστος. Ούτε για πάντα θα κυβερνάει ο Μητσοτάκης, ούτε ο Τσίπρας θα μένει αδρανής ες αεί. Οι εκλογές πλησιάζουν και η προεκλογική μάχη θα ορίσει μια διαφορετική περίοδο. Ούτε μια 4ετία Τσίπρα θα δώσει λύση στα προβλήματα του λαού.

Η αλήθεια είναι πως ο Τσίπρας δεν περιφρονεί την κυβερνητική εξουσία, το έχει αποδείξει εξάλλου. Η πρώτη κυβερνητική θητεία δε φαίνεται να έχει κορέσει τις πολιτικές φιλοδοξίες του. Δεν είναι αυτό το “πρόβλημα”. Ένας “σεμνός” δηλαδή αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Φυσικά και θέλει να ξαναγίνει πρωθυπουργός. Και θα το επιδιώξει με κάθε μέσο, το οποίο θα είναι όμως σύμφωνο με τον ιδεολογικό και πολιτικό του προσανατολισμό. Όσο πλησιάζουμε προς τις εκλογές, οι τόνοι θα ανεβαίνουν.

Το σωστό στοιχείο του παραπάνω συλλογισμού είναι αυτό: ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ενόχλησε την κυβέρνηση της ΝΔ στο ελάχιστο για 3.5 χρόνια. Την άφησε να “κάνει τη δουλειά της”. Η όποια αντιπαράθεση ανοίξει την επόμενη περίοδο θα αφορά μονάχα αυτό: τις ψήφους. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ ενδιαφερόταν για την αποδυνάμωση της νεοφιλελεύθερης πολιτικής των ιδιωτικοποιήσεων, των μνημονιακών δεσμεύσεων, της λιτότητας, θα είχε πολιτευτεί αλλιώς μέσα στην τετραετία. Μετά το έγκλημα στα Τέμπη θα είχε “πυροβολήσει” την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Θα καλούσε τον λαό στους δρόμους για να ρίξει την κυβέρνηση τώρα. Θα καλούσε σε “ανένδοτο”. Δε θα απαιτούνταν καν να είναι αριστερό κόμμα για να το κάνει. Αστικά κόμματα (Γεώργιος Παπανδρέου) το έχουν κάνει στο παρελθόν.

Φυσικά, το παρελθόν είναι παρελθόν. Δε ζούμε στη δεκαετία του ΄60 (όπου το ειδικό βάρος της – ακόμα και ηττημένης – αριστεράς χρωμάτιζε το πολιτικό τοπίο). Σήμερα τα δικομματικά συστήματα εξουσίας είθισται να αποτελούνται από δύο όμοια κόμματα με αμοιβαίο σεβασμό και στήριξη, ορισμένες φορές δημόσια, άλλες φορές ανομολόγητα, μα εξίσου φανερά. Δεν είναι προς όφελος του συστήματος να “πέφτουν κυβερνήσεις”, ο αστάθμητος παράγοντας που λέγεται λαός να έρχεται στο προσκήνιο και το κοινά παραδεκτό πλαίσιο άσκησης πολιτικής – όπως καθορίζεται από την ένταξη της χώρας στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ– να αμφισβητείται.

Ο ΣΥΡΙΖΑ στην περίοδο της διακυβέρνησής του βαφτίστηκε ως ένα καθαρά αστικό κόμμα. Οι πολιτικές του επιλογές, με κορυφαία την αντιστροφή/το κουρέλιασμα του δημοψηφίσματος το έδειξαν με τρόπο αδιαμφισβήτητο. Ας θυμηθούμε την περίοδο που η διάκρισή του από τη ΝΔ ήταν ότι “εσείς ψηφίζετε με ευχαρίστηση τα μνημόνια, εμείς όμως με πόνο ψυχής”. Ένα αστικό κόμμα στην εποχή της κρίσης και των μνημονίων (τις δεσμεύσεις από τα οποία βιώνουμε με οδυνηρό τρόπο και σήμερα) δε σηκώνει τους τόνους, δεν κάνει σκληρή αντιπολίτευση, δεν καλεί τον λαό στους δρόμους, δε ρίχνει κυβερνήσεις. Ούτε τις πιο δεξιές και ακραία νεοφιλελεύθερες. Ούτε εν μέσω ξεσηκωμού για το έγκλημα στα Τέμπη.

Δεν παραβαίνει τους κανόνες, δεν ξεχνάει την “πολιτική ευγένεια”. Συμπονά τον πολιτικό του αντίπαλο (;) και τον βοηθάει κάπως να βγει από τη δύσκολη θέση στην οποία έχει περιέλθει. Νιώθει μάλλον μια συγγένεια μαζί του. Πως περισσότερα τον ενώνουν παρά τον χωρίζουν.

Έχει και ο ΣΥΡΙΖΑ ευθύνη για το έγκλημα στα Τέμπη, εξάλλου. Η τετραετία 2015-2019 υπήρξε καθοριστική για την τύχη των ελληνικών σιδηροδρόμων. Πόσο τυχαίο είναι που ο Σπίρτζης, πρώην υπουργός υποδομών δεν έχει μιλήσει καθόλου. Πρόσωπο που σίγουρα γνώριζε την κατάσταση, είχε μάλιστα επισκεφτεί το εργοτάξιο τον Νοέμβρη του 2017. Υπάρχει συνυπευθυνότητα ευρύτερη, πολιτική. Ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν μέσα στο μνημονιακό πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων.

Εντούτοις, η στάση αυτή του ΣΥΡΙΖΑ δεν αφορά κυρίως το παρελθόν, μα κυρίως το μέλλον. Ο ΣΥΡΙΖΑ δίνει και πάλι εξετάσεις. (Ειδικά η προεκλογική περίοδος έχει κάτι από… εξεταστική για τα κόμματα εξουσίας. Μοιάζουν με πρωτοετείς φοιτητές μπροστά στην οικονιμοκή ελίτ της χώρας και στους “δυτικούς συμμάχους μας”). Και αυτή είναι η βασική εξήγηση για την πολιτική του αφωνία. Θέλει να δηλώσει σε όλους τους τόνους ότι σέβεται τα μνημόνια, τη λιτότητα, τις ιδιωτικοποιήσεις. Πως το “κράτος έχει συνέχεια” και αυτή θα διασφαλιστεί από “πολιτικούς εταίρους” που μπορεί να μην είναι ίδιοι, είναι όμως όμοιοι (δε βγαίνει να πει για παράδειγμα “τώρα που βγήκαμε από τα μνημόνια, θα κρατικοποιήσω και πάλι τα τρένα, θα αναιρέσω τις εξής ιδιωτικοποιήσεις”κλπ). Πως οι “δυναμικοί παράγοντες” της χώρας δεν έχουν κάτι να φοβηθούν από μια ενδεχόμενη “δεύτερη φορά αριστερά”, όπως εν τέλει δεν είχαν και από την πρώτη. Πως τώρα αυτό είναι ακόμα πιο προφανές και καθαρό από τότε (για αυτό και ρητορικές τύπου Πολάκη, χωρίς να εκφράζουν κάποιον αντισυστημισμό, είναι κομμένες πλέον). Πως η αστικοποίηση του κόμματος του ΣΥΡΙΖΑ είναι πλήρης. Η συζήτηση για το αν θα πάρει Αντώναρο και Σπηλιωτόπουλο ενδεικτική (δεν αρκεί που έχει βάλει μέσα το μισό ΠΑΣΟΚ…). Πως τη στιγμή που ο μέχρι χτες κραταιός αστικός διαχειριστής (Μητσοτάκης) έχει αρχίσει να κονταίνει, χωρίς να αποκλείεται και η περίπτωση να καεί εντελώς, υπάρχει σε πλήρη ετοιμότητα το άλλο μεγάλο, υπέυθυνο, σοβαρό και αξιόπιστο αστικό κόμμα με όλη τη διάθεση να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά. Να αποδείξει ότι “στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα”, για την αστική πολιτική.

Την ίδια στιγμή, οι λαϊκές μάζες που κατεβαίνουν κατά χιλιάδες στους δρόμους αποδεικνύουν ότι ούτε και για τον λαό και την αριστερά της κοινωνίας υπάρχουν αδιέξοδα. Κάνουν και πάλι την εμφάνισή τους μετά το επεισόδιο “ΣΥΡΙΖΑ” (ανάθεση – ελπίδα, διάψευση προσδοκιών – απογοήτευση). Επουλώνουν τις πληγές τους και αναζητούν πολιτική έκφραση.

“Θα ‘μαι καλό παιδί, άριστος μαθητής, και τον Πολάκη διαγράφω άμα μου το πεις”

Η διαφαινόμενη ρήξη Πολάκη -Τσίπρα είναι μια ακόμα διαβεβαίωση από τη μεριά του ΣΥΡΙΖΑ προς το σύστημα εξουσίας ότι έχει πάρει το μάθημά του, ότι είναι πλέον καλό παιδί και άριστος μαθητής, και δεν επιτρέπει ούτε καν τις φραστικές μπαλαφάρες που συνήθιζε να εκτοξεύει ο Πολάκης για να διατηρεί σε ένα ακροατήριο την αίσθηση ότι ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ είναι θανάσιμοι αντίπαλοι. 

Η ανάρτηση Πολάκη για το “βαθύ κράτος” έκανε την ουρά του γαϊδάρου να στάξει με την εισαγγελία να διατάζει κατεπείγουσα εξέταση για “διέγερση σε βία” και “βία κατά δικαστών”. Πρόκειται για τους δικαστές που στο σκάνδαλο της κατασκοπείας σε βάρος των αρχηγών του στρατεύματος, αντί να κινήσουν διαδικασίες διερεύνησης ποινικών ευθυνών του πρωθυπουργικού περιβάλλοντος, απειλούσαν την ΑΑΔΕ με φυλάκιση. Και όταν η κυβέρνηση και η Τράπεζα της Ελλάδας θέλησε απόφαση ευνοϊκή για τα funds στο θέμα των κόκκινων δανείων, οι ανώτατοι δικαστές γνωμοδότησαν σε χρόνο ρεκόρ. 

Η εισαγγελική παρέμβαση για τον Πολάκη είναι ένα ακόμα ξεσάλωμα της δικαστικής εξουσίας, η οποία έχει πάρει αμετάκλητο διαζύγιο με το κράτος δικαίου και αποτελεί εκτελεστικό όργανο ενός συστήματος εξουσίας που ορίζεται από το πολιτικό προσωπικό της άρχουσας τάξης, την ολιγαρχία και τα ΜΜΕ. 

Τα διαπιστευτήρια ΣΥΡΙΖΑ δεν σταμάτησαν από το καλοκαίρι του 2015 και μετά, αλλά δεν αρκούν. Δεν φτάνει ο ΣΥΡΙΖΑ να μην αμφισβητήσει ούτε σπιθαμή το αστικό πλαίσιο αλλά πρέπει και να αποδεχτεί τους υπάρχοντες ολιγάρχες, το υπάρχον μοίρασμα της πίτας, τις υπάρχουσες συμφωνίες, και να μην παριστάνει τον τροχονόμο της διαπλοκής. Η καταδίκη Παππά ήταν ξεκάθαρο μήνυμα. 

Ο Πολάκης που παρίστανε μέχρι πρότινος τον Βεληγκέκα του ΣΥΡΙΖΑ, είτε δεν έπιασε τον σφυγμό της εποχής, είτε παρεξήγησε τον βαθμό ελευθερίας που απολάμβανε από την ηγεσία. Οι τόνοι ωστόσο έπρεπε να πέσουν και ο ΣΥΡΙΖΑ να δηλώσει, μετά την δίκη Παππά, για μια ακόμα φορά την πλήρη νομιμοφροσύνη του. 

Το να απαγγέλει ο Πολάκης ηρωϊκές μαντινάδες δεν ενοχλεί, αλλά δεν επιτρέπεται να βγάζει φιλιππικούς ενάντια στη δικαιοσύνη και τα ΜΜΕ την ώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ ανεμίζει λευκή πετσέτα.

Πλήγμα στη δημοκρατία δεν είναι ο Πολάκης. Ο Πολάκης είναι πλήγμα στην Αριστερά, όπως άλλωστε και ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ. Πλήγμα στη δημοκρατία είναι η αδιανόητη προπαγάνδα και η συστηματική πλύση εγκεφάλου υπέρ του συστήματος εξουσίας που έχει βρει στο πρόσωπο του Μητσοτάκη τον ιδανικό εκφραστή της αστικής τάξης: Αντεργατικός ρεβανσισμός, αντιδημοκρατική παλινόρθωση, αντιλαϊκό μίσος.

Ούτε είναι φασισμός οι δηλώσεις Πολάκη για τους δικαστές. Φασισμός είναι το να έχει οργανώσει το πρωθυπουργικό παρακράτος μαζικές υποκλοπές σε όποιον μιλά ελληνικά, και η δικαστική εξουσία να απειλεί όσους τις αποκαλύπτουν. 

Αν τελικά επιβεβαιωθεί η φήμη για διαγραφή από τα ψηφοδέλτια του Πολάκη, ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει κάνει ένα ακόμα βήμα προς τον κεντρώο χώρο, και στα μετεκλογικά σενάρια της επόμενης μέρας, όχι μόνο με το ΠΑΣΟΚ αλλά -ίσως- και με την ίδια τη ΝΔ. Υπάρχει φυσικά και το ενδεχόμενο ο Πολάκης να βάλει την ουρά στα σκέλια, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ να κάνει τον Κινέζο και η ρήξη να γεφυρωθεί. Δεν είναι η πρώτη φορά που ο αητός γίνεται κότα, ούτε και η τελευταία. 

ΣΥΡΙΖΑ: Η Αμερικάνικη όψη της λεγόμενης Αριστεράς

Ανακοίνωση της ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ

1. Δεν ήταν δυνατόν να προκαλέσει καμιά έκπληξη η στάση του συνόλου του ΣΥΡΙΖΑ (όλες οι τάσεις είναι σύμφωνες χωρίς την ελάχιστη διαφοροποίηση) σε σχέση με τον πόλεμο στην Ουκρανία και τη ρωσική στρατιωτική εισβολή του Πούτιν. Δεν προκαλεί παρά πικρά χαμόγελα για την διαμαρτυρία των μελών του ΣΥΡΙΖΑ μόνο στην Ρωσική πρεσβεία γιατί σε αυτά τα κόμματα εξουσίας δεν επιτρέπονται (και δεν επιτρέπουν τα ίδια, γιατί αλλιώς δεν θα είναι κόμματα εξουσίας, αλλά κόμματα ανατροπής) οι ίσες αποστάσεις, αλλά οι καθαρές επιλογές.
Η επιλογή έγινε εδώ και αρκετά χρόνια και αφορούσε την πρόσδεσή του στον  αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, με τον φερετζέ του ΝΑΤΟ.  Πρόσδεση που έγινε ποικιλοτρόπως, που πέρασε από εξετάσεις, που την ζήλεψε ακόμα και η κατεξοχήν ευρωατλαντική ΝΔ. Στον καιρό των μνημονίων πρόβαλε τον μύθο του καλού και πιο ανεκτικού (αμερικάνικου) ΔΝΤ, σε αντίθεση με  τη σκληρή ΕΚΤ και το ευρωεπιτελείο. Όταν ήταν  κυβέρνηση, και λίγες μέρες μετά την επίσκεψη Τσίπρα στην πρωτεύουσα των ΗΠΑ το 2017, αφού πρώτα ανακοινώθηκε από τον Τράμπ η συμφωνία ανακατασκευής των F-16, ανακοινώθηκε η δημιουργία της  δεύτερης μετά τη Σούδα στρατιωτικής βάσης των Αμερικανών στην Αλεξανδρούπολη. Η «Σούδα του Βορρά» δημιουργήθηκε για να είναι σε θέση οι Αμερικάνοι να ελέγχουν-αστυνομεύουν Ρωσία, Βαλκάνια, Αιγαίο κ.α. Μάλιστα τότε ο Πρέσβης των ΗΠΑ Τ. Πάιατ  είχε δηλώσει  χαρούμενος ότι «οι σχέσεις Ελλάδος – ΗΠΑ δεν ήταν ποτέ πιο ισχυρές. Θα συνεχίσουν να ενδυναμώνονται. Πρόκειται για σχέσεις δυνατές και με βάθος χρόνου».
Γρήγορα ακολούθησε η απέλαση των Ρώσων διπλωματών με την κατηγορία δραστηριοποίησης τους στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης.

2. Η αμερικάνικη πρεσβεία η «γιάφκα των τρομοκρατών» είχε ήδη από το 2014 επιβάλλει και οι Τσίπρας – Δραγασάκης είχαν αποδεχθεί, το σεβασμό στον αμερικανοδυτικό προσανατολισμό της χώρας, λίγες μέρες πριν από τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 όπου ο ΣΥΡΙΖΑ αναδείχθηκε νικητής.
Αυτός ο προσανατολισμός του ΣΥΡΙΖΑ, σε συνδυασμό με το αριστερό του προσωπείο είχαν σαν αποτέλεσμα να αμβλυνθεί το αντιαμερικάνικο μαζικό λαϊκό αίσθημα και συνείδηση του ελληνικού λαού, που είχε οικοδομηθεί από το τέλος του Β Παγκοσμίου Πολέμου. Όχι αδίκως, μιας και ο ελληνικός λαός πίστωνε στους «φονιάδες των λαών», τα Μακρονήσια, την δολοφονία Μπελογιάννη και χιλιάδων κομμουνιστών, το Κυπριακό και την  τούρκικη εισβολή και κατοχή, τη χούντα, την διάλυση της γειτονικής Γιουγκοσλαβίας και την  επικίνδυνη έξαρση των εθνικισμών στην Βαλκανική…

3. Και επί ΣΥΡΙΖΑ, η χώρα μας έπαιζε το ρόλο του εκτελεστικού οργάνου και του πρόθυμου σε όλες τις επιταγές και στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων ΗΠΑ – Γερμανών – Γάλλων, γιατί επί χρόνια έχει προσανατολιστεί σε αυτούς τους «προστάτες». Το είδος της «προστασίας» που παρείχαν, έχει αποδειχθεί στο παρελθόν κατά επανάληψη (Κυπριακό, ελληνοτουρκικές σχέσεις κλπ). Την πολιτική «του ανήκομεν στη δύση» την έχουν βαφτίσει «πολιτική συμμαχιών», μολονότι έχει διαψευστεί πολλές φορές (γιατί πολύ απλά δεν υπάρχουν φιλελληνικές πολιτικές παρά μόνο συμφέροντα και πολιτικές εξυπηρέτησης τους). Αυτήν την πολιτική της υποτέλειας και της εξάρτησης, η «για πρώτη φορά Αριστερά», τη συνέχισε και την βάθυνε περισσότερο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ επιβεβαίωσε και θεσμοποίησε τον ευρωατλαντικό προσανατολισμό χωρίς αντίκρισμα για τη χώρα, καθώς ο φιλοαμερικανισμός γιγαντώθηκε, μαζί με τις αυταπάτες για την αμερικανική τάχα δυσαρέσκεια προς την Τουρκία, για την Ελλάδα – ενεργειακό κόμβο, ή για την αναβάθμιση επειδή παριστάνουμε το καλό παιδί των ΗΠΑ. Αυτή δεν ήταν μια αναγκαστική επιλογή λόγω δυσμενών συσχετισμών, αλλά για μια συνειδητή κατεύθυνση και πολιτική επιλογή, την ώρα που οι αντιθέσεις και οι ανακατατάξεις στην περιοχή δίνουν δυνατότητες για πολυδιάστατη και πιο ανεξάρτητη πολιτική.

4. Φυσικό αποτέλεσμα των ανωτέρω έρχονται οι τοποθετήσεις του Τσίπρα, οι κορώνες του Ν. Ηλιόπουλου ως εκπροσώπου τύπου, οι δηλώσεις πίστης του Δ. Παπαδημούλη, η συμπεριφορά του συνόλου ΣΥΡΙΖΑ. Αφού σπεύσει να καταδικάσει τον Πούτιν και τους Ρώσους, όχι απλά δεν προτεραιοποιεί, αλλά ούτε καν αναφέρεται στον βασικό αναμοχλευτή, στον εμπρηστή του πολέμου, στον επιτιθέμενο αμερικάνικο ιμπεριαλισμό. Μάλιστα, βασιλικότερος του βασιλέα, ζητά σκληρές κυρώσεις για τους Ρώσους ολιγάρχες, ταυτιζόμενος με την πολιτική των κυρώσεων και της τιμωρίας των Ρώσων και του αντιρωσικού μακαρθισμού. Η επέκταση του ΝΑΤΟ ανατολικά, η στρατιωτική περικύκλωση της Ρωσίας, το πραξικόπημα του Μεϊντάν, θεωρούνται καλώς καμωμένα.
Δεν ορθώνεται η παραμικρή κριτική στη χρόνια επιχείρηση των ΗΠΑ να δημιουργήσουν κλοιό γύρω από τον βασικό στρατιωτικό ανταγωνιστή και αντίπαλο του ΝΑΤΟ, επιχείρηση που προκάλεσε τον πόλεμο, και απειλεί σήμερα με δραματικότερη κλιμάκωση τους λαούς και τις χώρες.

5. Ένα πλήθος πολιτικών, διπλωματών, ακαδημαϊκών, εκπροσώπων της ρεάλ πολιτίκ και των διπλωματικών λύσεων, στις ίδιες τις ΗΠΑ, αναγνωρίζουν ότι οι Αμερικάνοι ήταν που άναψαν το φυτίλι του πολέμου, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει ότι δεν βλέπει και δεν ακούει. Δεν είδε και δεν άκουσε την αθέτηση της συμφωνίας του Μινσκ εκ μέρους της Ουκρανίας και της Δύσης, δεν είδε και δεν άκουσε τους διωγμούς και την τρομοκράτηση των Ρωσικών και ρωσόφωνων πληθυσμών της Ουκρανίας, δεν είδε και δεν άκουσε τη μετατροπή της Ουκρανίας σε προκεχωρημένο φυλάκιο του ΝΑΤΟ και προβοκάτορα έναντι της Ρωσίας, δεν είδε και δεν άκουσε τη δικαίωση των Ναζί από το καθεστώς του Κιέβου και την έκρηξη της φασιστικής βίας και τρομοκρατίας.
Στα καθ’ ημάς, προβάλλεται ως επιτυχία «ειρήνης» η Νατοϊκής έμπνευσης συμφωνία των Πρεσπών, που επέβαλε λύση στο ονοματολογικό, με στόχο να ισχυροποιηθεί άμεσα η Νατοϊκή παρουσία στα Βαλκάνια. Λύση που συνέχισε το δρόμο για τη μαζική ένταξη κρατών της Νότιας Βαλκανικής στον ευρωατλαντικό άξονα, την ασφυκτική πίεση στη Σερβία, την περαιτέρω περικύκλωση της Ρωσίας. Αυτά δεν συνιστούν ειρήνη, αλλά περαιτέρω κλιμάκωση, στρατιωτικοποίηση, πολεμικό κίνδυνο.

6. Είναι φυσιολογική αντίδραση του εκλογικού σώματος (η οποία εκφράζεται και δημοσκοπικά), η πίστη ότι δεν υπάρχουν σοβαρές στρατηγικές διαφορές μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ. Κάποιοι σπεύδουν να θριαμβολογήσουν, προπαγανδίζοντας μάλιστα ότι δεν υπάρχει αντίθεση μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς. Κάθε δικαίωμα σε καυτό έχει δώσει η καθόλου τυχαία αντιπολιτευτική αφωνία -και στην πραγματικότητα συμφωνία- του ΣΥΡΙΖΑ, με τη ΝΔ να διαχειρίζεται τη λευκή επιταγή της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην κυβέρνηση Μητσοτάκη. Από τον επιζήμιο για τη χώρα ευρωατλαντικό προσανατολισμό, την εφαρμογή των μνημονίων, την ιδιωτικοποίηση της ενέργειας και των κοινωνικών αγαθών, την ακρίβεια και τη φορολογία, οι διαφορές αφορούν τις αποχρώσεις αλλά όχι τις στρατηγικές επιλογές.
Αυτά τα ζητήματα γίνονται αντιληπτά, έστω σε χοντρές γραμμές και διαισθητικά από τον ελληνικό λαό, και για αυτό η κυβέρνηση Μητσοτάκη φαίνεται να μην απειλείται σοβαρά μετά από τρία χρόνια ακραίας νεοφιλελεύθερης διακυβέρνησης. Στους βασικούς άξονες της πολιτικής της ΝΔ, που είναι και οι στρατηγικές επιλογές της άρχουσας τάξης, ο ΣΥΡΙΖΑ όχι απλά συμφωνεί, αλλά τις έχει υπηρετήσει στο όχι και πολύ μακρινό παρελθόν.

Δηλαδή δεν σηκώνει πρόταση μομφής το γεγονός ότι ο Πρωθυπουργός συνελήφθη ψευδόμενος;

Την 1η Δεκεμβρίου ο Κ. Μητσοτάκης διαστρέφοντας χυδαία την πραγματικότητα, δήλωνε: “Έχουμε ενδείξεις ότι έχουμε μεγαλύτερη θνησιμότητα σε ασθενείς διασωληνωμένους εκτός ΜΕΘ, σε σχέση με αυτούς οι οποίοι είναι στις ΜΕΘ; Δεν έχω τέτοια ένδειξη”. Κουνούσε και το δάκτυλο επιτιμητικά, ζητώντας να του φέρουν ενδείξεις. 

Οι ενδείξεις ήρθαν, αλλά όχι από εκεί που περίμενε: Ο καθηγητής Λύτρας έδωσε στη δημοσιότητα μελέτη που λέει το εντελώς ανάποδο από τους ισχυρισμούς Μητσοτάκη, δηλώνοντας μάλιστα ότι έχει επιδοθεί στους πολιτικούς υπεύθυνους μήνες πριν. Τη μελέτη συνυπογράφει ο καθηγητής Τσιόδρας, ο κατά τον Μητσοτάκη “φίλος Σωτήρης”. 

Ο κ. Τσιόδρας μάλλον δεν θα άκουσε τη δήλωση Μητσοτάκη στη Βουλή που έκανε μέχρι και τα πόμολα των νοσοκομείων να αγανακτήσουν από το ψέμα. 

Μάλλον δεν θα ένιωσε την ανάγκη να αποκαταστήσει την επιστημονική αλήθεια και την κοινή λογική. 

Ούτε φυσικά να υπερασπιστεί το άκρως απαραίτητο έργο των γιατρών και νοσηλευτών της Εντατικής Θεραπείας, από τον νούμερο ένα αρνητή τους, τον ίδιο τον πρωθυπουργό. 

Το θέμα όμως σήμερα, δεν είναι ο κ. Τσιόδρας. 

Το θέμα είναι ότι ο κ. Μητσοτάκης συνελήφθη ψευδόμενος ανερυθρίαστα μέσα στη Βουλή, και μάλιστα με το γνωστό υφάκι του κοκορίκου ηγεμόνα της χώρας που μπορεί να εκστομίζει την οποιαδήποτε τερατολογία και να βγαίνει και από πάνω. 

Και δεν το έκανε επειδή του ξέφυγε. 

Το έκανε συνειδητά, για να αποσείσει τις δικές του πολιτικές ευθύνες για τις χαμηλές αντοχές του ΕΣΥ, για τις πλασματικές ΜΕΘ, για τις εκατοντάδες διασωληνώσεις εκτός ΜΕΘ, για τους χιλιάδες θανάτους που θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί.

Τη στιγμή που εκστόμισε το τερατώδες αυτό ψέμα, προπαθώντας μάλιστα να βγει κι από πάνω, απέδειξε ότι είναι κυνικός, αμετανόητος, ασυνείδητος, ψεύτης. 

Θέλει να συνεχίσει να παριστάνει τον σούπερ αποτελεσματικό και ικανό διαχειριστή, τη στιγμή που η Ελλάδα έχει πατώσει σε όλους τους τομείς, εξανεμίζοντας τη διαφορά που κέρδισε με το γεγονός ότι τη χώρα δεν την άγγιξε το πρώτο κύμα της πανδημίας. 

Ένας πρωθυπουργός λοιπόν ήρθε στη Βουλή και είπε κάτι το οποίο όχι μόνο δεν στέκει με βάση την κοινή λογική και τη στοιχειώδη επιστημονική αιτιολόγηση, αλλά αποτελεί και χυδαία απόπειρα να κρύψει τις ευθύνες του. 

Όταν ο Τσίπρας παρίστανε ότι δεν ήξερε για τους νεκρούς στο Μάτι, ενώ προφανώς είχε ενημερωθεί, το σύμπαν των ΜΜΕ, των δημοσιολόγων, των φιλελεύθερων του κώλου και των ακροκεντρώων είχε ξεσηκωθεί. Ζητούσαν την κεφαλή του επί πίνακι. Ούρλιαζαν για την υποκρισία του.

Δικαίως, πέραν των λοιπών σκοπιμοτήτων τους. Ένας πρωθυπουργός δεν μπορεί να παίζει θέατρο στις κάμερες. 

Αυτό δεν ισχύει για τον κ. Μητσοτάκη;

Μπορεί να παίζει θέατρο στη Βουλή; 

Μπορεί να εμπαίζει δεκάδες χιλιάδες νεκρούς και τις οικογένειές τους, λέγοντάς τους ότι το γεγονός ότι δεν υπήρχε κατάλληλη νοσηλεία δεν έπαιξε ρόλο στην τραγική κατάληξη;

Αυτό και μόνο το γεγονός, δεν σηκώνει πρόταση μομφής; 

Δεν σηκώνει δέκα φορές πρόταση μομφής το ότι αποδείχθηκε πως όχι μόνο “ενδείξεις” υπήρχαν, αλλά υπήρχαν και επιστημονικές μελέτες και μάλιστα σε γνώση του εδώ και μήνες;

Το γεγονός ότι από τους 3988 θανάτους διασωληνωμένων COVID19  που ανέλυσαν οι κ. Τσιόδρας και Λύτρας, οι 1535 (38,5%) ήταν δυνητικά αποφευκτέοι στην Ελλάδα, και ότι η μελέτη από τέλος Μαϊου 2021 είχε γνωστοποιηθεί «άμεσα κι επανειλημμένα» στο ανώτατο επίπεδο (σύμφωνα με τον κ. Λύτρα), θέτει από μόνο του μείζων ζήτημα παραίτησης του ψευδόμενου και κυνικού πρωθυπουργού.

Στην πράξη όμως αποδεικνύεται ότι το θράσος και ο κυνισμός του Μητσοτάκη οφείλεται σε μεγάλο μέρος στην ανικανότητα της αντιπολίτευσης:

Στο γεγονός ότι έχει καμένη τη γούνα της σε ζητήματα αξιοπιστίας και ειλικρίνειας.

Στο γεγονός ότι ακολουθώντας και αυτή, ως κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, τις απαιτήσεις της ΕΕ και των δανειστών, συνέβαλε στην πολύχρονη διάλυση του ΕΣΥ και των δημόσιων νοσοκομείων.

Στο γεγονός ότι ο Τσίπρας εξακολουθεί να θεωρείται αναξιόπιστος και κωλοτούμπας για μεγάλο μέρος της κοινωνίας.

Και αν σήμερα η αντιπολίτευση δεν κάνει πρόταση μομφής για το γεγονός ότι ένας πρωθυπουργός λέει ανερυθρίαστα και κουτσαβάκικα ψέματα, γιατί πρέπει να κάνει; Για τις δημοσκοπήσεις;

Αν δεν κάνει πρόταση μομφής στον πρωθυπουργό συγκεκριμένα για τη συγκεκριμένη δήλωση, αλλά και συνολικά για την κυριολεκτικά θανατηφόρα αδιαφορία της κυβέρνησης Μητσοτάκη για την δημόσια υγεία, τι άλλο μένει να κάνει; 

Και ας μη σπεύσει κανείς να διαπιστώσει ότι οι προτάσεις δυσπιστίας δεν ρίχνουν κυβερνήσεις. Δεν ρίχνουν κυβερνήσεις, αλλά και δεν γίνονται για να ρίξουν κυβερνήσεις. Γίνονται για να συγκροτήσουν αντιπολιτεύσεις, κοινοβουλευτικές, πολιτικές, κοινωνικές. 

Εκτός και αν αυτές δεν θέλουν να συγκροτηθούν ή το έχουν πάρει απόφαση ότι δεν μπορούν.

Τι “ξέχασε” να μας πει ο κ. Τσίπρας;

Αν έχεις τέτοιους φίλους (αντιπολίτευση), τι τους θέλεις τους εχθρούς (κυβέρνηση)

Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης παρουσίασε το πρόγραμμα για το Νέο ΕΣΥ σε διαδικτυακή εκδήλωση σε μια προσπάθεια να βγάλει τον ΣΥΡΙΖΑ από την αντιπολιτευτική ανυποληψία στην οποία έχει περιέλθει εδώ και ένα χρόνο. Παράλληλα, σα να μην κυβέρνησε ποτέ, σαν όλα τα αδιέξοδα και οι ελλείψεις στο ΕΣΥ να προέκυψαν μόλις τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, δεν έκανε καμιά στοιχειώδη αυτοκριτική για τη διάρκεια της δικής του διακυβέρνησης. Με ευχολόγια, αναμάσημα τετριμμένων τσιτάτων και εκθέσεις ιδεών επιχειρεί να στήσει ένα δίπολο ανάμεσα στην «κακιά ΝΔ» και τον καλό ΣΥΡΙΖΑ, στη λογική του ώριμου φρούτου.

«Ένα Νέο Κοινωνικό Συμβόλαιο με τους εργαζόμενους στο χώρο της Δημόσιας Υγεία» είναι ο πρώτος άξονας του προγράμματος. «Αυτή η μεταξύ μας συμφωνία θεωρεί τους εργαζόμενους θεμέλιο λίθο του νέου ΕΣΥ. Χωρίς αυτούς δεν υπάρχει μεταρρύθμιση… Προϋπόθεση για την ενίσχυση του συστήματος αποτελεί η γενναία αύξηση των απολαβών των εργαζόμενων στο χώρο της δημόσιας υγείαςΔεσμεύτηκε ότι θα προχωρήσει σε προσλήψεις γιατρών κα νοσηλευτών με «άμεση πρόσληψη 5.500 μόνιμων υγειονομικών» και για «πρόσληψη επιπλέον 10.000 μόνιμων υγειονομικών σε βάθος τριετίας». Επίσης υποσχέθηκε αναδιαμόρφωση του μισθολογίου του ιατρικού προσωπικού, ώστε ο εισαγωγικός μισθός για τον πρωτοδιόριστο γιατρό να είναι τα 2.000 €.

Ξέχασε να μας πει ότι επί δικής του τετραετίας προσλήφθηκαν ελάχιστοι μόνιμοι γιατροί και νοσηλευτές (κάτω από 1.000 γιατροί, τη στιγμή που οι συνταξιοδοτήσεις την αντίστοιχη περίοδο ήταν περίπου 2.500).

Ξέχασε να μας πει ότι «παρέδωσε» στη ΝΔ 30.000 κενές οργανικές θέσεις νοσηλευτικού και λοιπού προσωπικού και 10.000 ειδικευμένων γιατρών σε Κέντρα Υγείας- Νοσοκομεία- ΕΚΑΒ.

Ξέχασε να μας πει ότι επί ΣΥΡΙΖΑ η αναλογία συμβασιούχων γιατρών : μόνιμων γιατρών έφτασε στο υψηλότερο σημείο 2:5, με το 40% του συνόλου των εργαζόμενων στο ΕΣΥ να είναι συμβασιούχοι, τη στιγμή που προεκλογικά είχε υποσχεθεί την κατάργηση αυτού του «απαράδεκτου και ντροπιαστικού θεσμού ομηρίας».

Ξέχασε να μας πει ότι επί 4,5 ολόκληρα χρόνια, ακόμα και μετά την «έξοδο από τα Μνημόνια» τον Αύγουστο του 2018, που άρθηκε ο κανόνας για τις προσλήψεις στο δημόσιο από 1:5 και έγινε 1:1, παρέμεινε πιστός στις Μνημονιακές δεσμεύσεις που αποψιλώνουν την Δημόσια Περίθαλψη.

Ξέχασε να μας πει ότι δεν πήρε κανένα ουσιαστικό μέτρο για την αντιστροφή του brain drain. Ενδεικτικά, ο Ιατρικός Σύλλογος Αθήνας, από τον Ιανουάριο του 2015 έως τον Δεκέμβριο του 2019, εξέδωσε συνολικά 6.270 πιστοποιητικά για εύρεση εργασίας στο εξωτερικό, εξ αυτών 4.522 για ειδικευμένους και 1.748 για ανειδίκευτους γιατρούς.

Ξέχασε να μας πει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν που δεν εφάρμοσε την δεσμευτική για την πολιτεία απόφαση του ΣτΕ για επαναφορά του ιατρικού μισθολογίου -το οποίο υπέστη αθροιστικές περικοπές έως 50% – στα προΜνημονίων επίπεδα, παραπέμποντάς την στη δεύτερη-φορά-αριστερά.

Ξέχασε να μας πει αν στη δεύτερη φορά αριστερά θα συνεχίσει να νομιμοποιεί τον ευρωμνημονιακό βρόγχο που σφίγγει έως ασφυξίας τα δημόσια κοινωνικά αγαθά, μέσω της καταδίκης στην υποστελέχωση και τον περιορισμό των προσλήψεων.

«Η γενναία αύξηση των οικονομικών πόρων του συστήματος, ώστε αυτοί σε βάθος τετραετίας να εναρμονιστούν με τον Ευρωπαϊκό Μ.Ο. Πριν όμως από αυτά, κατά το πρώτο έτος του νέου ΕΣΥ, προβλέπεται μία ένεση ζωής ύψους περίπου 2 δισ. ευρώ από τον εθνικό προϋπολογισμό και επιπλέον 1 δισ. από πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, έτσι ώστε να δημιουργηθεί ο απαραίτητος οικονομικός ‘χώρος’ για τη μεγάλη αυτή μεταρρύθμιση». Ο δεύτερος άξονας του προγράμματος.

Ξέχασε να μας πει ότι επί ΣΥΡΙΖΑ η δημόσια δαπάνη για την υγεία συρρικνώθηκε ακόμα περισσότερο φτάνοντας στο ιστορικό χαμηλό 5% του ΑΕΠ το 2019, από τα χαμηλότερα ποσοστά στην ΕΕ. Την ίδια στιγμή οι μεικτές δαπάνες υγείας έφτασαν να σημειώνουν αθροιστική πτώση στο 30% σε σύγκριση με την προ-μνημονιακή περίοδο, κατατάσσοντας τη χώρα στην 21η θέση της σχετικής λίστας. 

Ξέχασε να μας πει ότι επί της δικής του τετραετίας οι ιδιωτικές δαπάνες για την υγεία (απευθείας από την τσέπη των νοικοκυριών) έφτασαν στο 3% του ΑΕΠ, το τέταρτο μεγαλύτερο ποσοστό στην ΕΕ.

Ξέχασε να μας πει ότι πήρε συγχαρητήρια από την ίδια την Ευρωπαϊκή Επιτροπή γι’ αυτή τη χρηστή διαχείριση: Στο πλαίσιο του προγράμματος οικονομικής προσαρμογής, από το οποίο η χώρα εξήλθε τον Αύγουστο του 2018, τέθηκαν σε εφαρμογή πολιτικές για τη συγκράτηση του κόστους και τη μείωση της σπατάλης. Η κυβέρνηση διατήρησε το ανώτατο όριο των δημόσιων δαπανών για την υγεία στο 6% του ΑΕΠ και επέβαλε περικοπές δαπανών σε ολόκληρο τον τομέα της υγείας. Ως εκ τούτου, οι δημόσιες δαπάνες για την υγεία κατ’ άτομο μειώθηκαν σημαντικά. Πιο πρόσφατα, η μετέπειτα ανάπτυξη περιορίστηκε και ο κρατικός προϋπολογισμός για την υγεία το 2019 έφτασε στα 9,1 δισ. ΕΥΡΩ ή λίγο κάτω από το 5% του ΑΕΠ.

Ξέχασε να μας πει ότι δέσμευσε την Δημόσια Υγεία σε διαρκή οικονομικό στραγγαλισμό με το Μνημόνια διαρκείας και σφιχτά πρωτογενή πλεονάσματα: Οι υποχρεώσεις που συνεχίζει να έχει η Ελλάδα μετά την έξοδό της από το πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής απαιτούν τη διατήρηση του πλεονάσματος του προϋπολογισμού στο 3,5% τουλάχιστον έως το 2022. Αυτό σημαίνει ότι η αύξηση των δημόσιων δαπανών για την υγεία θα συνεχίσει πιθανότατα (Σ.τ.Μ. εδώ γελάμε) να δεσμεύεται από δημοσιονομικούς περιορισμούς(Ευρωπαϊκή Επιτροπή).

Ξέχασε να μιλήσει για τις δικές του ευθύνες, για το «προοδευτικό» λιθαράκι που έβαλε στο αθωράκιστο και ανοχύρωτο απέναντι στην πανδημία ΕΣΥ.

«Δεν είναι απλά μια προγραμματική δέσμευση. Είναι εθνική επιταγή. Είναι η κορυφαία μας πολιτική προτεραιότητα για τα επόμενα χρόνια. Ένα νέο ΕΣΥ με αξία τη ζωή, που θα εμπνέει σιγουριά, αξιοπιστία και κύρος. Που θα σέβεται τις προτεραιότητες και τα όρια κάθε πολίτη. Που θα αντιμετωπίζει κάθε ασθενή ανάλογα με τις ανάγκες του και όχι ανάλογα με το πορτοφόλι του

Ξέχασε να μας πει ότι επί ΣΥΡΙΖΑ η χώρα μας είχε το δεύτερο υψηλότερο επίπεδο μη καλυπτόμενων αναγκών  ιατρικής περίθαλψης –κυρίως λόγω κόστους- στην ΕΕ (μετά την Εσθονία), με το ποσοστό να διπλασιάζεται για τα φτωχότερα νοικοκυριά. Ένα στα δέκα νοικοκυριά ανέφερε ότι δεν είχε δυνατότητα πρόσβασης σε υπηρεσίες υγείας όταν τις χρειαζόταν. Μη καλυπτόμενες ανάγκες αναφέρθηκαν επίσης από σχεδόν ένα στα πέντε νοικοκυριά στο φτωχότερο πεμπτημόριο εισοδήματος, αλλά μόλις από το 3 % των πλουσιότερων νοικοκυριών, γεγονός που αποκαλύπτει το μεγαλύτερο χάσμα όσον αφορά την εισοδηματική ανισότητα στην Ευρώπη. Τα στοιχεία αναφέρονται σε μη καλυπτόμενες ανάγκες για ιατρική εξέταση ή αγωγή λόγω κόστους, απόστασης που πρέπει να διανυθεί ή χρόνου αναμονής. Το κόστος αποτελεί το κυριότερο εμπόδιο στην πρόσβαση στην περίθαλψη, ιδίως για τα άτομα με χαμηλό εισόδημα. (Έυρωπαϊκή Επιτροπή).

Ξέχασε να μας πει πώς από τη «μεροληψία υπέρ της δημόσιας υγείας», αναγκάστηκε να εφαρμόζει την ουσία του νεοφιλελευθερισμού στην υγεία, έστω με διαφορετικές προθέσεις, διαφορετική εκκίνηση και περίβλημα από τη ΝΔ.

Η ευθύνη για τη σημερινή κατάσταση του δημόσιου συστήματος Υγείας είναι διακομματική και διαχρονική. ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ έβαλαν και συνεχίζουν να βάζουν, ο καθένας το δικό του λιθαράκι στο συνεχιζόμενο έγκλημα της διάλυσης. Οι πολιτικές είναι όμοιες, η κατεύθυνση είναι κοινή, ο ένας έστρωσε το δρόμο για τον άλλον.

Το σερβίρισμα του ξαναζεσταμένου προεκλογικού προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ προ εξαετίας ως κάτι φρέσκο και ρηξικέλευθο, τη στιγμή που η χώρα βιώνει τη μεγαλύτερη υγειονομική κρίση του τελευταίου αιώνα και βρίσκεται στα πρόθυρα βαθιάς οικονομικής, δεν απέχει απλά από τις πραγματικές λαϊκές ανάγκες, αλλά δεν αντιστοιχεί καν στο επίπεδο μιας αξιοπρεπούς εναλλακτικής σοσιαλδημοκρατικής πρότασης εξουσίας.

Οι συμβολισμοί και οι αναλογίες με το ΕΣΥ του Γεννηματά μόνο γέλιο μπορούν να προκαλέσουν. Ο ιδρυτικός νόμος και η γέννηση του ΕΣΥ ήταν όντως μια «μικρή επανάσταση» για τα δεδομένα της εποχής, μια σημαντική παραχώρηση και κατάκτηση κάτω από το βάρος των λαϊκών αγώνων και του μεταπολιτευτικού κλίματος, σε έναν διαφορετικό παγκόσμιο συσχετισμό δύναμης για τις δυνάμεις της εργασίας. Το νέο ΕΣΥ του ΣΥΡΙΖΑ δεν τολμά καν διακηρυκτικά, έστω σε επίπεδο εκφώνησης ή ανέξοδης προεκλογικής υπόσχεσης, να αρθρώσει μια κεντρική ιδέα που έστω στα λόγια να μοιάζει ριζοσπαστική. Δεν εκμεταλλεύεται καν την «άνεση» που του δίνει η θέση της αντιπολίτευσης, αλλά αντιπολιτεύεται σαν να κυβερνά ο ίδιος. Φοβάται μην ξεφύγει από την «υπεύθυνη στάση», σημείο των καιρών ή πλήρης προσαρμογή και μετατόπιση του πολιτικού συστήματος προς τα δεξιότερα;

Όμως, ακόμα και η «Μικρή επανάσταση στο ΕΣΥ» που υποσχέθηκε προϋποθέτει συγκρούσεις και ρήξεις. Οι αυταπάτες, συνειδητές ή μη, περί περιθωρίων διαπραγμάτευσης, προσαρμογών, μικρών προοδευτικών μεταρρυθμίσεων, εκμετάλλευσης της χαλάρωσης και των περιθωρίων, εντός μεταΜνημονιακού, ευρωζωνικού και ευρω-ενωσιακού πλαισίου, έχουν διαψευστεί πανηγυρικά, με ανυπολόγιστο κόστος για τον ελληνικό λαό. Ειδικά στη διάρκεια της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, κυρίως όμως μέσα στον τελευταίο χρόνο που το (μετα)Μνημονιακό πλαίσιο αποδείχτηκε η βασική αιτίας υπονόμευσης της υγειονομικής θωράκισης της χώρας και η Ε.Ε έδειξε το πραγματικό πρόσωπο του ιμπεριαλισμού απέναντι σε μια υγειονομική απειλή.

Το δίλημμα είναι ξεκάθαρο: Ή με την δημόσια υγεία και την υπεράσπιση του λαού ή με τα συμφέροντα των υπερεθνικών οργανισμών και των μεγάλων ιδιωτικών συμφερόντων. Και το γεγονός ότι απέναντί μας έχουμε μια κυβέρνηση που μισεί το δημόσιο σύστημα, δεν μας κάνει να ξεχνάμε ότι η αξιωματική αντιπολίτευση έχει το δικό της μερίδιο ευθύνης στην απαξίωση της δημόσιας υγείας.  

Ο Βόλντεμορτ έχει ήδη κερδίσει

Εχοντας δει τρεις συνεντεύξεις του Νίκου Παππά για το θέμα των απομαγνητοφωνημένων συνομιλιών με τον Μιωνή (σε Mega, ΕΡΤ και ΚΟΝΤRΑ) νομίζω πως ο πρώην υπουργός θα αντλούσε απείρως πιο πειστικά επιχειρήματα από τον κινηματογραφικό Harry Potter, ως εξής:

– ο συνομιλητής δεν ήταν ο Μιωνής αλλά ο Βόλντεμορτ (ίσως η φυσιογνωμική ομοιότητα να έπειθε περισσότερους)
– όταν αναφερόταν σε «μαγαζί», εννοούσε το Χογκγουορντς (τη μεγάλη Σχολή Μαγείας) και
– όταν έλεγε για «δική του ατζέντα» προφανώς δεν εννοούσε του Παπαγγελόπουλου αλλά το τρομακτικό βιβλίο των τεράτων που ποτέ δεν πρέπει να ανοίξουν οι μαθητευόμενοι μάγοι.

Αλήθεια, νομίζω θα συγκινούσε περισσότερο τουλάχιστον το κινηματογραφόφιλο κοινό και θα έδινε και μια διαφορετική νότα στην πολιτική αντιπαράθεση. Αντίθετα, τώρα, το μόνο που έχει καταφέρει είναι να ξενερώσει τους οπαδούς του ΣΥΡΙΖΑ που κάπως πρέπει να τα βολέψουν, κάτι πρέπει να απαντήσουν και κάπως να δικαιολογηθούν για πρακτικές που ο κόσμος της Αριστεράς έμαθε να κατακεραυνώνει ως κάτοχος του πραγματικού ηθικού πλεονεκτήματος.

Το «μαγαζί» του Χόγκγουορτς και η κρυφή «ατζέντα» με τα τέρατα.

Μην ετοιμάζεστε να ξεσπαθώσετε οι φιλελεύθεροι πασόκο-δεξιοί. Ο απλός κόσμος της Αριστεράς είναι ακόμα κάτοχος του ηθικού πλεονεκτήματος. Το πιστεύω πραγματικά. Ο κόσμος που δεν θεωρεί φυσιολογικά αυτά τα πράγματα για υπουργό αριστερής κυβέρνησης, που βλέπει, ακούει και εκπλήσσεται, αυτός ο κόσμος έχει ακόμα εκείνη τη διαφορετική μαγιά ανθρώπου που εσείς, της άλλης πλευράς, έχετε χάσει από τον καιρό των pampers, των χρηματιστηρίων και των εξοπλιστικών.

Απαντώντας στις αποκαλύψεις, ο Νίκος Παππάς και ο ΣΥΡΙΖΑ ωρύονται για τις λαθροχειρίες και τις εξυπηρετήσεις της περιόδου Σαμαρά, για τα λεφτά του Παπασταύρου και για τις μίζες της Novartis. Προφανώς, επί της ουσίας έχουν δίκιο.

Το κάνουν όμως σε λάθος χρόνο και δυστυχώς το κάνουν πλέον αμυνόμενοι. Το επιχείρημα «εσείς τα κάνατε χειρότερα, εγώ συνομιλούσα με έναν εμπλεκόμενο σε οικονομικό σκάνδαλο επειδή μου το ζήτησε μια άλλη κυβέρνηση» δεν πείθει.
Το επιχείρημα «ο Τσίπρας δεν ήξερε τίποτα» δεν πείθει.
Το επιχείρημα «δεν καταλάβατε καλά, έλεγα ότι κάποιοι βγάζουν λεφτά εννοώντας τον ίδιο τον συνομιλητή που είχα μπροστά μου» δεν πείθει.

Αν και δεν πείθουν, τα επιχειρήματα αυτά είναι ταιριαστά στην πολιτική αντιπαράθεση των ημερών, με ερωτήσεις που τίθενται «εκ δεξιών», με τηλεοπτικές αντιπαραθέσεις όπου η μάχη κερδίζεται όχι από όποιον έχει το δίκιο στη μεγάλη εικόνα αλλά από όποιον μπορεί να «μανιπουλάρει» τη συζήτηση στο αποψινό μας πάνελ.

Επίσης, έχουν δίκιο στον ΣΥΡΙΖΑ να λένε ότι οι κασέτες είναι προϊόν παράνομης υποκλοπής, όπως και ότι προφανώς ήταν σε συνεννόηση με τη ΝΔ ο Μιωνής αφού ήδη, μήνες πριν ο βουλευτής Θ. Πλεύρης ήξερε για το περιεχόμενο των συνομιλιών. Ομώς ούτε και αυτά αλλάζουν την εικόνα βλέποντας την υπόθεση από τη θέση ενός αριστερού πολίτη. Ενός πολίτη που θα είχε δικαιολογημένα μερικά «εξ αριστερών» ερωτήματα, που νομίζω πως για άλλη μια φορά λείπουν από τον δημόσιο διάλογο των ημερών:

Θα προσπαθήσω να διατυπώσω παρακάτω μόνο 7 από αυτά όπως τα αντιλαμβάνομαι εγώ:

1 – Πώς γίνεται ένας υπουργός αριστερής κυβέρνησης να μπαίνει σε αυτού του είδους τη συζήτηση με έναν από τους διωκόμενους για τη λίστα Λαγκάρντ; Πώς γίνεται η συνομιλία μεταξύ ενός υπουργού και ενός ελεγχόμενου να είναι του τύπου «ρε μαλάκα», «ρε αγόρι μου», «στ’ αρχίδια μου» κτλ.

2 – Πώς γίνεται να καταδέχεσαι να χρησιμοποιείται το χαρτί του «αντισημιτισμού» εναντίον σου όταν πας να ελέγξεις έναν διωκόμενο για μαύρο χρήμα, που τυχαίνει να είναι Εβραίος; Στην ουσία ο κ. Μιωνής λέει στον Παππά ότι αν τον ελέγξουν για τις ατασθαλίες του, θα κατηγορήσει την τότε (αριστερή) κυβέρνηση για αντισημιτισμό μέσω των διεθνών του γνωριμιών και μέσω της Ισραηλινής κυβέρνησης. Και αντί ο Παππάς να τον στείλει στον διάολο κάθεται και συζητά μαζί του.

3 – Πώς γίνεται υπουργός αριστερής κυβέρνησης να δέχεται να μπει σε αυτή τη συζήτηση; Και πόσο οδυνηρή είναι η διαπίστωση ότι αποδεχόμαστε την πολιτική του Ισραήλ στις διακρατικές μας σχέσεις ως εξής: «Στ’ αρχίδια μου για το τι θα πεις για το Παλαιστινιακό. Εντάξει, δεν θα βγεις να πεις είστε εγκληματίες ξέρω ‘γω και τα λοιπά. Τρία πράγματα μπορούμε να τα κάνουμε;» Έτσι έλεγε ο Παππάς ότι μας αντιμετωπίζει το Ισραήλ. Είναι όμως ή όχι εγκληματίες έναντι των Παλαιστινίων οι ισραηλινές κυβερνήσεις κύριε Παππά; Εχει σημασία ότι ο άνθρωπος που έχεις απέναντί σου διετέλεσε εκπρόσωπος Τύπου του Ισραηλινού Στρατού που ευθύνεται για τα εγκλήματα εις βάρος των Παλαιστινίων; Σε αφορά αυτό ως αριστερό υπουργό;

4 – Ποια ανάγκη επέβαλε την ακριβώς επόμενη μέρα των αποκαλύψεων ο πρώην υπουργός της αριστερής κυβέρνησης να ζητήσει συνάντηση από τον πρέσβη του Ισραήλ, ο οποίος τον ενημέρωσε για την επιτυχή επίσκεψη στο Ισραήλ του… Κυριάκου Μητσοτάκη. (Είχε αγωνία ο κ. Παππάς αν πήγε καλά η επίσκεψη Μητσοτάκη στο Ισραήλ;). Και γιατί στην επίσημη ανακοίνωση της πρεσβείας τονίζεται ότι «Ο κ. Παππάς είναι η απόδειξη της δικομματικής υποστήριξης των σχέσεων Ισραήλ – Ελλάδας»; Είναι χαρούμενοι οι άνθρωποι της Αριστεράς με αυτή τη διαπίστωση;

5 – Στο επίμαχο σημείο για την «ατζέντα» του Παπαγγελόπουλου και για τους «κάποιους που βγάζουν λεφτά», ακόμα και αν υποθέσουμε πως αναφέρεται στην ατζέντα και στα λεφτά του Μιωνή όπως τώρα ισχυρίζεται ο Νίκος Παππάς, πώς γίνεται αμέσως παρακάτω να λέει ότι «αυτό μπορούμε να κάνουμε ότι δεν το είδαμε»; Κάνουν οι υπουργοί μιας αριστερής κυβέρνησης ότι δεν είδαν αυτούς που βγάζουν λεφτά (προφανώς παράνομα αφού επ’ αυτού γίνεται η συζήτηση);

6 – Πώς γίνεται ένας διωκόμενος τύπος σαν τον συνομιλητή σου να σου λέει ότι τον κυνηγάει άλλος υπουργός (ο Παπαγγελόπουλος) και να σου ζητά να τον κάνεις πρόξενο της Ελλάδας στο Ισραήλ για να αποκτήσει ασυλία και εσύ να μην έχεις σηκωθεί να φύγεις την ίδια στιγμή από τη συζήτηση; Πώς γίνεται ο υπουργός αριστερής κυβέρνησης σε αυτή τη συζήτηση να δέχεται ερώτηση: «Τι θα κάνουνε, θα κυνηγάνε τον πρόξενο της Ελλάδας στο Ισραήλ;» και να μην του έχει πετάξει το νερό στη μούρη, αλλά να απαντά «δεν υπάρχει περίπτωση» (να τον κυνηγάνε);

7 – Πώς γίνεται ένας υπουργός αριστερής κυβέρνησης να μιλά με έναν διωκόμενο για τη λίστα Λαγκάρντ και να του υπόσχεται πως «Θα ζητήσω από τον Παπαγγελόπουλο να μου φέρει την ίδια την τύπισσα και θα της πω ανοιχτά περί τίνος πρόκειται. Θα της πω “κορίτσι μου έχεις καταλάβει τι πας να κάνεις;”». (Οπου η «τύπισσα» όπως προκύπτει από τα συμφραζόμενα είναι η εισαγγελέας που ερευνά τις υποθέσεις του διωκόμενου). Τα κάνουν αυτά οι υπουργοί αριστερών κυβερνήσεων;

Για ακόμα μία φορά γίνεται σαφές:

Ο ΣΥΡΙΖΑ βαδίζει με βήμα ταχύ (αν δεν έχει ήδη φτάσει) στην πλήρη και ανεπίστρεπτη πασοκοποίησή του. Εχω γράψει και άλλες φορές πως για να προσεταιριστεί τον κόσμο του ΠΑΣΟΚ κάνει ό,τι μπορεί να μοιάσει στο ΠΑΣΟΚ και αυτό φυσικά δεν εξαιρεί και τις συμπεριφορές και συναλλαγές αυτού του είδους που θέριεψαν μέσα στην «Αλλαγή» και που διαβάζουμε τις τελευταίες ημέρες.

Το παιχνίδι παίζεται πλέον μόνο στο επικοινωνιακό πεδίο και η πολιτική έχει στην ουσία πεθάνει. Η μεγάλη πλειονότητα των πολιτών έχει δυστυχώς αποδεχτεί αυτές τις συμπεριφορές, αυτού του είδους την «ηθική» στην πολιτική. Αυτή την ίδια που ασπάστηκαν η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και καθώς φαίνεται και ο επίσημος ΣΥΡΙΖΑ.

Οι λίγοι που έμειναν ακόμα να εκπλήσσονται, το μόνο που καταφέρνουν είναι να κοιμούνται ακόμα το βράδυ με τη συνείδησή τους ήσυχη ύπνον ελαφρύ. Γιαυτό και συνεχίζουν να πέφτουν από τα σύννεφα.

Η μεγαλύτερη αποκάλυψη από τις κασέτες Μιωνή είναι η συνειδητοποίηση ότι και η κυβερνώσα Αριστερά, παίζει πλέον με τον ίδιο τρόπο το παιχνίδι. Θα βρίσκεται μία από πάνω, όταν έχει ένα καλό χαρτί που θα της δίνει πόντους και μία από κάτω, όταν θα σκάει κάποια δική της υπόθεση με πάταγο. Οι κανόνες όμως θα παραμείνουν οι ίδιοι και τα μαγικά ξόρκια της ιδεολογίας και των κοινωνικών αγώνων δεν πιάνουν πια.

Ο Βόλντεμορτ έχει ήδη κερδίσει.