Μια νατοϊκή λύση δεν είναι λύση, αλλά υποθήκη για νέα δεινά

1. Η συμφωνία Τσίπρα – Ζάεφ αποτελεί μια εξαιρετική εξέλιξη για τις ΗΠΑ και την ΕΕ που επέβαλαν λύση στο ονοματολογικό για να ισχυροποιηθεί άμεσα η Νατοϊκή παρουσία στα Βαλκάνια. Ανοίγει πλέον ο δρόμος για τη μαζική ένταξη κρατών της Νότιας Βαλκανικής στον ευρωατλαντικό άξονα, την ασφυκτική πίεση στη Σερβία, την περαιτέρω περικύκλωση της Ρωσίας. Μια Νατοϊκή λύση δεν είναι καλή λύση γιατί το πλαίσιο στο οποίο λειτουργεί είναι εξ ορισμού προβληματικό, αποσταθεροποιητικό, επικίνδυνο. Η εξομάλυνση των σχέσεων των δύο χωρών και η υποχώρηση των εθνικιστικών και μισαλλόδοξων απόψεων θα ήταν θετική εξέλιξη αν το πλαίσιο δεν οριζόταν πατερναλιστικά και ασφυκτικά από τις ΗΠΑ. Το πρόσφατο παρελθόν της αμερικανικής παρουσίας στα Βαλκάνια δεν αφήνει σε κανέναν το περιθώριο να βλέπει στη συγκεκριμένη συμφωνία μόνο τα όσα γράφονται και όχι τα όσα συνεπάγονται.  Τέτοια παραδείγματα συμφωνιών, που εξυπηρετούν τα συμφέροντα των ιμπεριαλιστών και όχι τη συνεργασία και τη φιλία των λαών, υπάρχουν αρκετά, με άσχημη κατάληξη. Συμφωνίες με αρκετή «δημιουργική ασάφεια» που είναι θνησιγενείς. Η περιοχή μας, τα ίδια τα Βαλκάνια, η Κύπρος, πρέπει κάτι να θυμίζουν σε όσους υπερασπίζονται τη γραμμή «λύση, κι ας είναι και υπό το ΝΑΤΟ».

2. Η συγκεκριμένη συμφωνία αποτελεί μια νίκη για τις αστικές τάξεις και στις δύο χώρες. Ο εκατέρωθεν εθνικισμός έχει δώσει τη θέση του στον χυδαίο πραγματισμό, στη μονομερή προσκόλληση στον ευρωατλαντικό άξονα, στην πάση θυσία και χωρίς καμιά αναστολή υπηρέτηση των σχεδίων των ΗΠΑ και της ΕΕ. Οι δύο πρωθυπουργοί εκφράζουν τα πιο δυτικόφιλα τμήματα των αστικών τους τάξεων και για αυτό απολαμβάνουν της πλήρους εμπιστοσύνης των ιμπεριαλιστών της ΕΕ και των ΗΠΑ. Δεν κάνουν απλά το χατίρι στο ΝΑΤΟ που θέλει άμεση και γρήγορη λύση του ονοματολογικού, αλλά έχουν βασίσει τη στρατηγική τους στην πλήρη, οργανική, ολοκληρωτική και φανατική προσχώρηση στο στρατόπεδο των ΗΠΑ. Ειδικά στην ΠΓΔΜ η αντιπολίτευση εκφράζει έναν διαφορετικό, φιλο-ρωσικό προσανατολισμό, που όμως προς το παρόν είναι μειοψηφικός. Αντίθετα, στην Ελλάδα, δεν υπάρχει τμήμα της αστικής τάξης με αντιδυτικό προσανατολισμό. Η στάση της ΝΔ και η στροφή της στην πατριδοκαπηλεία αφορά αποκλειστικά το εκλογικό της ακροατήριο και το γεγονός ότι νιώθει παραγκωνισμένη από τον διεθνή παράγοντα καθώς ο Τσίπρας βγάζει καλύτερα και αποτελεσματικότερα τη δουλειά για τον αμερικάνικο και ευρωπαϊκό ιμπεριαλισμό.

3. Το γεγονός ότι σε αυτή τη φάση δεν κυριαρχούν οι ακραίες και εθνικιστικές φωνές και στις δύο χώρες δεν σημαίνει ότι ο εθνικισμός και ο σωβινισμός παύουν να είναι όπλο στη φαρέτρα της αστικής πολιτικής. Ανάποδα, με τον προκλητικά αμερικανόδουλο τρόπο που πολιτεύονται Τσίπρας και Ζάεφ, με την ωμή και χυδαία παρεμβατικότητα των Αμερικάνων, ο εθνικισμός και η πατριδοκαπηλεία αναδύονται ως η μοναδική εναλλακτική στην ακραία φιλονατοϊκή πολιτική. Από αυτή την άποψη, ο εθνικισμός, ο ρατσισμός, η ακροδεξιά, κερδίζουν, γιατί ενώ παραμένουν χρήσιμη εναλλακτική για το σύστημα, φαντάζουν διαφορετικοί. Ιστορικά ο εθνικισμός και ο σωβινισμός ήταν ο κατεξοχήν τρόπος για τη μετακύλιση της κρίσης σε ανώδυνα κανάλια. Όμως για την Αριστερά δεν είναι αδιάφορο αν τη σημαία του αντιεθνικιστικού αγώνα τη σηκώνει ο κοσμοπολίτικος αντιεθνικισμός που καταλήγει φιλοιμπεριαλισμός. Στον μετακομμουνιστικό κόσμο άλλωστε, αυτό είναι το βασικό πολιτικό μπλοκ που προωθεί και εφαρμόζει την ιμπεριαλιστική παγκοσμιοποίηση, τις πλέον νεοφιλελεύθερες πολιτικές, τις πολεμικές επεμβάσεις ή τις πορτοκαλί αντεπαναστάσεις ενάντια σε κυρίαρχα έθνη και λαούς. Σήμερα ο αντιεθνικισμός των Τσίπρα – Ζάεφ, από τη μια αποτελεί τον καλύτερο υπηρέτη των ιμπεριαλιστών, από την άλλη αναδεικνύει πανευτυχής ως βασικό του αντίπαλο την εθνικιστική και ακροδεξιά ρητορική. Η αντιμπεριαλιστική, διεθνιστική, αριστερή οπτική είναι απούσα. Εξέλιξη καθόλα βολική και ευπρόσδεκτη για τους αστικούς και ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς.

4. Οι λαοί και οι εργαζόμενες τάξεις εκατέρωθεν των συνόρων όχι απλά δεν έχουν κάτι να κερδίσουν από τη συγκεκριμένη συμφωνία, αλλά έχουν πολλά να διακινδυνεύσουν. Οι δύο χώρες δένονται ακόμα πιο βαθιά και ολοκληρωτικά στις νατοϊκές επιδιώξεις τις οποίες η πρόσφατη ιστορία έχει αποδείξει εντελώς επικίνδυνες. Η σταθερότητα υπό τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, αποτελεί βήμα αποσταθεροποίησης, εγγραφή υποθήκης για μελλοντικές αναταράξεις, όποτε τα υπερατλαντικά συμφέροντα προστάξουν. Το δε δηλητήριο του εθνικισμού και της ξενοφοβίας δεν θα ρέει λιγότερο, επειδή δεν ορίζει συγκυριακά την επίσημη κρατική πολιτική. Άλλωστε το ίδιο ή και περισσότερο επικίνδυνος με τον εθνικιστικό και καθυστερημένο αστισμό είναι και ο εκσυγχρονιστικός και αντιεθνικιστικός αστισμός, που αφού καθημάξει οικονομικά και κοινωνικά τη χώρα, ανακαλύπτει τη νέα μεγάλη ιδέα στην πλήρη προσχώρηση στους νατοϊκούς σχεδιασμούς. Το διεθνιστικό αντιιμπεριαλιστικό κίνημα, και στους δύο λαούς, κάνει ακόμα ένα βήμα πίσω και η υποχώρηση έως εκμαυλισμός συνειδήσεων θυμίζει τις εποχές του Βαν Φλιτ και του «στρατηγέ μου ιδού ο στρατός σας». Στην ΠΓΔΜ το βασικό επιχείρημα του Ζάεφ υπέρ της συμφωνίας, είναι ότι η χώρα του θα χορτάσει αν μπει στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ (πράγμα που δεν επιβεβαιώθηκε για παράδειγμα στη γειτονική Βουλγαρία). Στη δε Ελλάδα η πρώην Αριστερά υπερηφανεύεται ότι αποτελεί το καλό παιδί των ΗΠΑ και της ΕΕ. Με τη συμφωνία αυτή, τον τρόπο που μεθοδεύεται και το πλαίσιο της, ο φιλοιμπεριαλιστικός κοσμοπολιτισμός κερδίζει, η εθνικιστική ρητορεία κερδίζει, η αντιιμπεριαλιστική και διεθνιστική πλευρά υποχωρεί. Σε ένα αυριανό επεισόδιο στην περιοχή ή σε μια αλλαγή των συσχετισμών, οι δύο λαοί θα είναι ακόμα πιο ευάλωτοι σε ιμπεριαλιστικά σχέδια ή/και σε εθνικιστικές προβοκάτσιες.

5. Η συμφωνία Τσίπρα Ζάεφ πρέπει να αντιμετωπιστεί πολιτικά. Εξετάζοντας το ισοζύγιο και το συσχετισμό των δυνάμεων διεθνώς και εσωτερικά. Το ποιοι κερδίζουν και ποιοι χάνουν από μια τέτοια συμφωνία. Ανάποδα με πολλές φωνές που βλέπουν είτε εθνική προδοσία είτε εθνικό θρίαμβο, ίσως και ελληνικό ιμπεριαλισμό, η αλήθεια δεν βρίσκεται εκεί. Η συμφωνία ως τέτοια, αντανακλά έναν συμβιβασμό που σε ένα πλαίσιο φιλίας, αλληλεγγύης, ακηδεμόνευτης, ελεύθερης και δημοκρατικής έκφρασης, των δύο λαών, χωρίς αλυτρωτισμούς και επιθετικές διαθέσεις, θα μπορούσε να λειτουργήσει. Στο ευρωατλαντικό πλαίσιο, στο περιβάλλον της ιμπεριαλιστικής επιβολής και εξάρτησης, με τις αστικές τάξεις της περιοχής να προσδένονται στενά στο επικίνδυνο για τους λαούς άρμα των ΗΠΑ και της ΕΕ, η συμφωνία αυτή είναι αρνητική, από την αρχή ως το τέλος. Μια συμφωνία άλλωστε, δεν αφορά μόνο τα όσα γράφονται στο χαρτί, αλλά και όσα γίνονται, εννοούνται ή συνεπάγονται. Το βασικό πρόβλημα για τους λαούς της περιοχής είναι (διαχρονικά) πρόβλημα πολέμου, αποσταθεροποίησης, ρευστοποίησης, αμφισβήτησης συνόρων και εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας. Αν τα πράγματα είναι έτσι, το καθήκον των λαών είναι να περιορίσουν τους εμπρηστές του πολέμου, όχι να τους δώσουν τα κλειδιά του σπιτιού τους, ούτε να τους αφήσουν να κανονίσουν και τις σχέσεις με τη γειτονιά.

6. Μεγαλύτερη ίσως σημασία από τη συμφωνία, έχουν τα πολιτικά της απόνερα στην Ελλάδα. Ο ΣΥΡΙΖΑ εδραιώνεται ως το αγαπημένο και αποτελεσματικότερο κόμμα του κεφαλαίου και των ιμπεριαλιστών. Το ΚινΑλ διχάζεται με τους μισούς να επιλέγουν αυτό που επιθυμεί η αστική τάξη και να κινούνται προς τον ΣΥΡΙΖΑ και τους άλλους μισούς να τοποθετούνται αρνητικά για να μπορέσουν να επιβιώσουν ενάντια στον ΣΥΡΙΖΑ. Στη δυσκολότερη φάση βρίσκεται η ΝΔ η οποία βλέπει την εδώ και λίγα χρόνια επίσημη αστική γραμμή για «σύνθετη ονομασία για όλες τις χρήσεις με γεωγραφικό προσδιορισμό», να γίνεται πράξη από τον Τσίπρα. Το πολιτικό αποτέλεσμα της συμφωνίας είναι ότι το Κέντρο διχοτομείται ανάμεσα στους δύο πόλους (ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ), η δε ΝΔ σπρώχνεται κι άλλο προς τα δεξιά χάνοντας και άλλους πόντους αξιοπιστίας προς τους δανειστές, την ΕΕ και τις ΗΠΑ. Η πρόταση δυσπιστίας είναι απέλπιδα προσπάθεια να κερδηθεί το παιχνίδι των εντυπώσεων, ενώ ο Κ. Μητσοτάκης έμεινε να διαχειρίζεται τις εθνικιστικές εξάρσεις και να σχολιάζει τη διπλότητα και τον χαμαιλεοντισμό των ΑΝΕΛ. Όχι και σπουδαία πράγματα δηλαδή. Όλα αυτά δείχνουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, πέραν των μνημονίων, διαχειρίζεται αποτελεσματικά και τις γεωπολιτικές επιδιώξεις του ιμπεριαλισμού. Εκ των πραγμάτων, ακόμη και αν χάσει τις επόμενες εκλογές λόγω φθοράς, εδραιώνεται ως ο ένας (και ιδιαίτερα αποτελεσματικός) πόλος του αστικού πολιτικού φάσματος.

7. Το καθήκον της Αριστεράς και ειδικά της κομμουνιστικής Αριστεράς σήμερα είναι να μιλήσει και να πράξει πολιτικά. Να κρίνει τη συμφωνία και τις εξελίξεις ενταγμένα στο πλαίσιο που συμβαίνουν και να εκτιμήσει το συσχετισμό, τις δυνάμεις που ωφελούνται και τις δυνάμεις που χάνουν. Η Αριστερά δεν κρίνει ως σχολιαστής, δημοσιογράφος, ιστορικός ή καθηγητής διεθνούς δικαίου. Η Αριστερά κρίνει και κυρίως πράττει, ως πολιτική δύναμη ανατροπής της αστικής πολιτικής και των ιμπεριαλιστικών επιδιώξεων. Αν αυτά ισχύουν, είναι προφανές ότι η αριστερή στάση απέναντι στη συμφωνία πρέπει να είναι αρνητική, καθώς μια νατοϊκή λύση δεν είναι λύση αλλά υποθήκη για νέα δεινά. Απαιτείται διμέτωπος αγώνας ενάντια στην κρατούσα αστική πολιτική (φιλοΝατοϊκή/αντιεθνικιστική) αλλά και στην εναλλακτική της εκδοχή (εθνικιστική/ξενοφοβική). Και πάνω από όλα ιεράρχηση του βασικού εχθρού της ειρήνης, της σταθερότητας, της ομαλής συνύπαρξης των λαών και των εθνών, ο οποίος στον μετακομμουνιστικό κόσμο έχει ένα όνομα: Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής.

0 replies

Leave a Reply

Want to join the discussion?
Feel free to contribute!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *